Περιγράψτε μας λίγο την κεντρική ιδέα της παράστασης «Όσο υπάρχουν Αχαιοί» στο Ηρώδειο. Με την τυχαία συγκυρία των εγκαινίων του μουσείου της Ακρόπολης λίγα μέτρα και λίγες ώρες μετά την παράσταση στο Ηρώδειο σκεφτήκαμε με τους συνεργάτες μας να μοιραστούμε τα συναισθήματα και τις σκέψεις μας σε σχέση με το σημαντικό αυτό γεγονός που μάλλον χαρακτηρίζει πιο πολύ εμάς παρά τους αρχαίους. Φτιάξαμε μια παράσταση από έρωτα για την Αθήνα και την Ελλάδα, όχι έτσι όπως οι συμπαθείς δημοδιδάσκαλοι προσπάθησαν να μας μεταδώσουν αλλά έτσι όπως αυτός ο έρωτας κατέληξε μετά από όλον τον σκεπτικισμό, την άρνηση και την καχυποψία που συχνά υπερίσχυσε στα χρόνια της αμφισβήτησης. Έναν έρωτα που επεκτείνεται τελικά και στους εαυτούς μας, τους νεοέλληνες μουσειοφύλακες, ξεναγούς και ξενοδόχους που ονειρεύονται παράλληλα να χτίσουν και οι ίδιοι έναν πολιτισμό αντάξιο. Είναι δηλαδή η συναυλία μια εξομολόγηση ανεπίσημων συναισθημάτων για κάτι τόσο επίσημο όπως το μουσείο, και μια εξομολόγηση επίσημης παραδοχής της αγάπης μας για κάτι τόσο ανεπίσημο όσο η δική μας νεοελληνική ζωή κάτω από τον ιερό βράχο. | ||
Πριν δεκαοχτώ χρόνια κατάλαβα πως το ιστορικό γίγνεσθαι μας οδηγεί, σε επίπεδο κρατικής εξουσίας, σε έναν κεντρικό ευρωπαϊκό μηχανισμό αφήνοντας σιγά-σιγά το υλιστικό σύμπλεγμα «πατρίδα-κράτος» στο χρονοντούλαπο. Έτσι παρατήρησα να αναθερμαίνεται με πολλούς και αντίθετους τρόπους το ιδεαλιστικό σύμπλεγμα «πατρίδα-έθνος», σαν στοιχείο διαφοροποίησης από την παγκοσμιοποίηση του εμπορίου και του κρατισμού. Σκέφτηκα την ψυχαναλυτική προσέγγιση: H Ελένη μας ένωσε. Αυτό σημαίνει τόσα πολλά που θα ήθελε πολλά βιβλία για να τα αναλύσει κάποιος καταλληλότερος εμού. Έτσι προτίμησα αντί της αναλύσεως την σύνθεση! Η αφορμή ήρθε ουρανοκατέβατη μέσω μιας θεατρικής παράστασης- ανθολόγησης κειμένων για την «Ελένη» από τον μεγάλο διδάσκαλο Κώστα Γεωργουσόπουλο. Έγραψα κυριολεκτικά εν μια νυκτί το μισό έργο (όλο, τότε) αλλά μου πήρε δεκαοχτώ χρόνια για να το συμπληρώσω με αυτό που κάθε τι χρειάζεται για να υπάρξει: τo αντίθετό του, την Ιφιγένεια, το πρώτο θύμα της Ελένης - η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος που λέγεται Ελλάδα. Στα δεκαοχτώ αυτά χρόνια σιγουρεύτηκα πως η Ελλάδα στη συνείδηση μας μορφοποιείται ακαθόριστα πότε στην Ελένη και πότε στην Ιφιγένεια. Το κάλος, ο έρωτας, η πληγή, η αναζήτηση, η ανάγκη επιστροφής. Την δεκάτη ενάτη Ιουνίου, η επιστροφή και συμπλήρωση του ναού με τα «μάρμαρα» θα πάρει τη μορφή της Ελένης: «Oσο υπάρχουν Αχαιοί, θα υπάρχει μία ωραία Ελένη/ Κι ας είν’ αλλού το χέρι κι αλλού ο λαιμός», διά «στόματος» Οδυσσέα Ελύτη. Πόσο απαιτητικό είναι ένα θέαμα που προϋποθέτει υποκριτική, χορό, μουσική και multimedia; Ποιες ήταν οι πρακτικές δυσκολίες; Για το εγχείρημα χρειάζεται ταλέντο και άγνοια κινδύνου. Μας χαρακτηρίζει όλους τους ημιπαράφρονες της ομάδας. Αλλιώς θα θέλαμε τα δεκαπλά χρήματα και τον εικοσαπλό χρόνο. | ||
Η Φωτεινή πλήρωσε με ταλέντο υπομονή, καρτερία και εργασία το εισιτήριο που την οδήγησε να νικήσει την ίδια τη μετριότητα της εποχής της και να γίνει μια άξια απόγονος των τραγουδιστών της μεγάλης εποχής του ελληνικού τραγουδιού. Η Φωτεινή μας βγάζει πάντα και παντού στον κόσμο ασπροπρόσωπους. Ακριβώς για να θυμάται ότι πρέπει να το επαναφέρει πότε-πότε στη ζωή του, το «Μέτρον» αναδείχθηκε σαν μέγιστη αρετή από τον λαό, που διαρκώς το ποδοπατεί. Η Φωτεινή, εκ φύσεως υπερβαίνει το μέσο όρο συνδυάζοντας κάποιες υπερθετικές αρετές που λόγω πληθωρικότητας ενοχλούν… Φωνή, σοβαρότητα, ήθος, ένστικτο και ευφυΐα, αίσθηση αποστολής, εγκαρτέρηση, αδάμαστη επιμονή, εργασιομανία, πίστη στις αξίες, νιάτα και δροσιά. Αφήνω για το τέλος την ομορφιά. Όχι γιατί είναι το πιο ασήμαντο, αλλά γιατί αντανακλώνται σε αυτήν την ομορφιά τα προαναφερθέντα στοιχεία έτσι που να συνθέτουν μια ιδανική ελληνίδα. Είναι μια πραγματικά σοβαρή καλλιτέχνις με μέγεθος και εκτόπισμα που έχει καιρό να φανεί στην Ελλάδα. Η αναγωγή της είναι στην προπροηγούμενη γενιά των πραγματικά μεγάλων τραγουδιστών. Το γεγονός δε ότι με συντροφεύει τελικά και στη ζωή με τιμά ιδιαίτερα. Πολλά δύσκολα έργα μου υπάρχουν απλά γιατί η Φωτεινή μπορεί να τα πει επάξια. Άλλα, της απευθύνονται νοηματικά. Σε όλα όμως είναι ο πρώτος ακροατής τους. Χαίρομαι ωστόσο πολύ και τις συνεργασίες της με συνθέτες άξιους όπως ο Ζουδιάρης, ο Ανδρέου, παλαιότερα ο Ξυδάκης, και πάνω από όλα ο Μίκης Θεοδωράκης. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο γνωστός σκηνοθέτης Γιάννης Κακλέας. Σε ποια σημεία ταιριάξατε δημιουργικά; Στην ανάγκη δημιουργίας ενός σύγχρονου δίαυλου επικοινωνίας στις συναυλίες. Αυτό το «οι καθιστοί «ακούν» και οι όρθιοι τραγουδούν για δυόμισι ώρες» μας φαίνεται αδιανόητο πια, στον εικοστό πρώτο αιώνα. Δεύτερο, η μη εθνικιστική προσέγγιση ενός ζητήματος που ακουμπά στο ‘Εμείς» και όχι απλά στο «Εγώ». Τρίτο και κυριότερο, είναι υπερτάλαντος, διαβαστερός και ωραία μοντέρνος. Γι’ αυτήν την παράσταση έρχεται ο ηθοποιός Γιώργος Χωραφάς και πολλοί άλλοι εξαιρετική ηθοποιοί. Ποια πολύτιμα στοιχεία εισπράττετε μέσα από τη συνεργασίας σας και τη συναναστροφή σας με ηθοποιούς; Είναι αξιαγάπητοι. Ευχάριστοι, πλούσιοι σε φαντασία και παραστάσεις, Ημιπαράφρονες, ειλικρινείς μέσα στο ψέμα τους, και με έναν απαράμιλλο παιδισμό. Είναι και ήρωες της τέχνης, αφού εργάζονται και αμείβονται σαν σκλάβοι για ό,τι κάνουν. Τους λατρεύω. Απ’ όλους τους ποιητές που έχετε μελοποιήσει ποιον ξεχωρίζετε και γιατί; Αισχύλος-Πίνδαρος- Ευριπίδης, Σοφοκλής-Αριστοφάνης-Kαβάφης- Σεφέρης-Ελύτης-Αναγνωστάκης-Ρίτσος-Γκανάς –Καψάλης-Shelley-Shakespeare-Rilke - Ρουμί κ.α. Τώρα, τα γιατί είναι αυταπόδεικτα όταν μιλάμε για τέτοια μεγέθη.
| ||
|
Πηγή OTENET Portal | 18/06/2009 12:00 πμ |
No comments:
Post a Comment