Tuesday, March 31, 2009

«Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες...». Ο Θάνος Μικρούτσικος μελοποιεί και ανθολογεί Καβάφη

  • ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ. Είναι ο πλέον μεταφρασμένος, αλλά και ο πλέον μελοποιημένος Ελληνας ποιητής. Ο μουσικολόγος Γιώργος Μονεμβασίτης μέτρησε 160 συνθέσεις λόγιας μουσικής που έντυσαν ποιήματα του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, χωρίς να συμπεριλάβει σ’ αυτή την καταγραφή τους Ελληνες συνθέτες της διασποράς. Την αρχή έκανε ο Δημήτρης Μητρόπουλος το 1924 και ακολούθησαν πολλοί άλλοι (Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Μούτσης, Δ. Παπαδημητρίου, κ.λπ.). Χθες ήταν η σειρά του συνθέτη Θάνου Μικρούτσικου να παρουσιάσει τη δική του μουσική με την οποία έντυσε δέκα ποιήματα του «Γέρου της Αλεξάνδρειας». Δεν πρόκειται απλώς για ένα cd με κάποια μελοποιημένα ποιήματα, αλλά για μια καλαίσθητη έκδοση (από τον «Ιανό») που περιλαμβάνει ανθολογημένα ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη, κείμενο του Γιώργου Μονεμβασίτη και επτά προσωπογραφίες του Αλεξανδρινού ποιητή από τον Γιάννη Ψυχοπαίδη.
  • Ο Θάνος Μικρούτσικος ελπίζει ότι θα εγκαινιάσει μια νέα σειρά, που θα συνδέει την ποίηση με τη μουσική, και ίσως να είναι μια λύση, αφού «εδώ και τρία χρόνια θρηνούμε το θάνατο της δισκογραφίας».
  • Κι όσοι βρέθηκαν χθες το μεσημέρι στον «Ιανό» είχαν τη σπάνια ευκαιρία να ζήσουν μια διαφορετική συνέντευξη Τύπου. Που είχε πληροφορίες, εξομολογήσεις, διαπιστώσεις, πολλή ποίηση, αλλά και πάρα πολλή μουσική, η οποία συνομιλούσε με τους στίχους του Αλεξανδρινού ποιητή, έτσι που «να φωτίζονται κάποιες κρυφές πλευρές τους». Ο Θάνος Μικρούτσικος έχει συνδεθεί με τη μελοποιημένη ποίηση. Εχει μελοποιήσει Μαγιακόφσκι, Αναγνωστάκη, Σεφέρη, Ρίτσο, Λιοντάκη, Καββαδία. «Το να μπορέσει κάποιος να μελοποιήσει Καβάφη είναι τρόπαιο», είπε ο διευθυντής του «Μελωδία», Οδυσσέας Ιωάννου και θύμισε σε όλους ότι το μουσικό σήμα του «Μελωδία», εδώ και 18 χρόνια, είναι η μελοποίηση του ποιήματος «Επέστρεφε» του Καβάφη από τον Θ. Μικρούτσικο.
  • Και μόλις τελείωσαν οι ομιλίες και οι παρουσιάσεις, γευτήκαμε όλοι στίχους και μουσικές, απ’ τη φωνή του Κώστα Θωμαΐδη, που έχει επωμιστεί το μεγαλύτερο μέρος της απόδοσης των ποιημάτων. Συμμετέχουν οι Γεωργία Συλλαίου, Θόδωρος Δημήτριεφ και Σάκης Μπουλάς. Το παρατεταμένο χειροκρότημα και τα «μπράβο», ήταν η απόδειξη για την επιτυχία του εγχειρήματος.
  • Της Ολγας Σελλα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 31/03/2009

Μορίς Ζαρ: ο συνθέτης του «Δόκτωρ Ζιβάγκο» σίγησε

  • Το μυστήριο της αραβικής ερήμου και η μελαγχολία της ρωσικής στέπας, έτσι όπως τα απέδωσε μουσικά ένας Γάλλος: ο Μορίς Ζαρ, στον «Λόρενς της Αραβίας» και στον «Δόκτορ Ζιβάγκο». Οι μουσικές που συνέθεσε γι’ αυτές τις δύο ταινίες περιλαμβάνουν δύο από τα πιο κοσμαγάπητα μουσικά θέματα που γράφτηκαν ποτέ. Προχθές ο δημιουργός τους έπαψε να αναπνέει σε ηλικία 85 ετών. Ο Μορίς Ζαρ είχε διανύσει μια πολύ μεγάλη διαδρομή από τη Λυών της Γαλλίας (όπου γεννήθηκε το 1924) έως το Λος Αντζελες της Καλιφόρνιας, όπου και έκλεισε τα μάτια του. Μεγάλη πορεία, μουσικά κυρίως: ο «Λόρενς» και ο «Ζιβάγκο» δεν ήταν παρά μόνον δύο από τις πολλές συνθέσεις του Μορίς Ζαρ για το σινεμά.

Δύο Οσκαρ

  • Υποτίθεται ότι θα γινόταν μηχανικός, σπουδάζοντας στη Σορβόννη. Ωστόσο, και παρά την επιμονή του πατέρα του, εγκατέλειψε τη Σορβόννη και γράφτηκε στο Ωδείο του Παρισιού. Την πρώτη του κινηματογραφική παρτιτούρα την ολοκλήρωσε το 1951. Οκτώ χρόνια αργότερα συνέθεσε τη μουσική για μία από τις πιο cult ταινίες στην ιστορία του σινεμά: το «Μάτια χωρίς πρόσωπο» του σημαντικού σκηνοθέτη Ζορζ Φρανζού. Η τρομακτική ιστορία ενός τρελού επιστήμονα, που παγιδεύει κοπέλες για να τους αφαιρεί το δέρμα, μεταφέροντάς το στο παραμορφωμένο πρόσωπο της κόρης του, αποδίδεται άκρως ατμοσφαιρικά, όχι μόνον χάρη στην κάμερα του ευφυούς Φρανζού, μα και στις υποβλητικές συγχορδίες των εγχόρδων του Ζαρ, ο οποίος έδειχνε το πηγαίο ταλέντο του.
  • Η μεγάλη πρόκληση ήρθε δύο χρόνια μετά: το 1961 κλήθηκε να γράψει τη μουσική υπόκρουση για τον «Λόρενς της Αραβίας» του Ντέιβιντ Λιν. The rest is History: το πρώτο βραβείο Οσκαρ, το 1962, διαδέχθηκε μία ακόμα βράβευση με το χρυσό αγαλματάκι, το 1967, με το «Δόκτορ Ζιβάγκο».
  • Η συνέχεια για τον Ζαρ θα είναι ανάλογα εντυπωσιακή: μουσική για τους «Καταραμένους» (1969) του Λουκίνο Βισκόντι και για τον «Ανθρωπο που θα γινόταν βασιλιάς» (1975) του Τζον Χιούστον, μεταξύ των άλλων. Μεγάλες ταινίες που υποστηρίχθηκαν έξοχα από τον ανεξάντλητο Ζαρ. Και ακόμα: «Τοπάζ» (1969), «Ο τελευταίος μεγιστάνας» (1976), αλλά και μουσική για την τηλεόραση: «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ» (1977) του Τζεφιρέλι, πολλοί θυμούνται και το «Σογκούν» (1980).
  • Μέσα στη δεκαετία του ’80, ο Μορίς Ζαρ συνέθεσε τη μουσική για το επικό «Πέρασμα στην Ινδία» (1984 - ένα ακόμα Οσκαρ), ενώ αυτή είναι και η εποχή που πέρασε στη σφαίρα του ηλεκτρονικού ήχου. Η ηλεκτρονική του μουσική για τα «Επικίνδυνα χρόνια» (1982), με δύο λαμπερούς και πανέμορφους Μελ Γκίμπσον και Σιγκούρνι Γουίβερ, για τον «Σιωπηλό μάρτυρα» (1985), καθώς και για το εκρηκτικό «Αδιέξοδο» (1987), είναι μερικές από τις ταινίες που ξεχώρισαν για τον νέο, ηλεκτρονικό ήχο του Μορίς Ζαρ.

Χρυσή Σφαίρα

  • Το 1989 ο Ζαρ συνέδεσε το όνομά του με τον «Κύκλο των πεθαμένων ποιητών» (βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας) και έν χρόνο αργότερα έγραψε εξαιρετική μουσική για το «Ξύπνημα στον εφιάλτη» του Αντριαν Λιν, όμως εκείνο που ξεχώρισε την ίδια χρονιά ήταν η μουσική του για το «Φάντασμα», όπου «έπαιξε» με το πασίγνωστο «Unchained Melody» Η τελευταία σημαντική βράβευση για τον Ζαρ ήρθε το 1995, μία Χρυσή Σφαίρα, για τη «Βόλτα στα σύννεφα». Ολόκληρη η ζωή του Μορίς Ζαρ είναι συνυφασμένη με τη μουσική (γιος του είναι ο επίσης διάσημος Ζαν Μισέλ Ζαρ).
  • Η κινηματογραφική μουσική θεωρείται πλέον μια πολύ απαιτητική, σχεδόν αυτόνομη τέχνη και ο Μορίς Ζαρ είναι ένας από εκείνους τους συνθέτες που προσέφερε πολλά σε αυτό το στοιχείο αυτονομίας που έχουν πλέον τα soundtrack. Μετά τους «κλασικούς» Ελμερ Μπερνστάιν, Μπέρναρντ Χέρμαν, Λέοναρντ Ρόζενμαν, Μαξ Στάινερ, Ντμίτρι Τιόμκιν κ. ά., ο Μορίς Ζαρ παίρνει άνετα τη θέση του στους πιο «μοντέρνους» Χένρι Μαντσίνι, Νίνο Ρότα, Ενιο Μορικόνε, Τζον Ουίλιαμς, Τζέρι Γκόλντσμιθ, δείχνοντας τον δρόμο στους «σύγχρονους» Μάικλ Νάιμαν, Φίλιπ Γκλας, Ρουίτσι Σακαμότο, Βιμ Μέρτενς, Ζμπίγκνιεβ Πράισνερ κ. ά. Ο Μορίς Ζαρ ήταν ένας εμπνευσμένος συνθέτης ήχων που «έντυνε» εικόνες αριστοτεχνικά. Ο ήχος του δεν είναι πάντα τόσο αναγνωρίσιμος, όπως του Μορικόνε ή του Ρότα, όμως οι περισσότεροι σφυρίζουν τις μελωδίες του.
  • Του Ηλια Mαγκλινη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 31-03-09

Νυχτερινές διαδρομές με την Στέλλα Γαδέδη και την Ξανθίππη Καραθανάση


Η Στέλλα Γαδέδη
  • Η φλαουτίστα και συνθέτης Στέλλα Γαδέδη, με πολύ σημαντικές συνεργασίες στο ενεργητικό της, παρουσιάζει την έκτη προσωπική της δουλειά, σήμερα (9 μ.μ.), στον «Ιανό» (Σταδίου 24). Περιλαμβάνει τις μουσικές και τα τραγούδια από τις παραστάσεις «Πάντως ήταν νύχτα» σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου και «Λα Πουπέ» σε στίχους Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, καθώς και επιλογή τραγουδιών από τους «Κήπους της νύχτας», το «Βιβλίο της μνήμης» και «Μόνα Λίζα». Συμμετέχουν: Αντιγόνη Μπούνα, Δώρα Πετρίδη και επταμελής μπάντα.
  • Η Ξανθίππη Καραθανάση τραγουδά, από αύριο μέχρι και το Σάββατο, στο «Χαμάμ» (Δημοφώντος 97, Ανω Πετράλωνα, 210 3421212). Ξετυλίγει ένα πρόγραμμα με μουσικές και τραγούδια που πατάνε σε παραδοσιακά μοτίβα και στο λυρισμό μιας μπαλάντας. Μαζί της ο σπουδαίος σολίστας του μπουζουκιού και συνθέτης Χρήστος Κωνσταντίνου. Συμμετέχουν οι Ζαχαρίας Καρούνης και Σοφία Τζαβάρα. Στον ίδιο χώρο, την Κυριακή, φιλοξενούνται ο Οδυσσέας Κουμάτος και η μουσική παρέα «Αχαιού 6». Παρουσιάζουν τραγούδια από όλο το φάσμα του έντεχνου και συνθέσεις του Οδ. Κουμάτου, σε στίχους Κώστα Ορκόπουλου.

Monday, March 30, 2009

Με Κάρλος Σαντάνα στο Καραϊσκάκη


Με Κάρλος Σαντάνα στο Καραϊσκάκη

  • O θρυλικός Κάρλος Σαντάνα κουρδίζει την κιθάρα του και έρχεται στην Αθήνα, στο πλαίσιο της νέας του παγκόσμιας περιοδείας, για να ξεσηκώσει τους πάντες με ένα χαρμάνι από λάτιν ροκ, χιπ-χοπ, ποπ ήχους και οτιδήποτε ενδιάμεσα. Ο 61χρονος πρωτοπόρος μουσικός θα εμφανιστεί την Τετάρτη 8 Ιουλίου στο γήπεδο Καραϊσκάκη μαζί με το συγκρότημά του, όπως ανακοίνωσε και στο επίσημο site του στο Internet, με όλες τις γνωστές του επιτυχίες.
  • Ο Κάρλος Σαντάνα με το ιδιαίτερο παίξιμο της κιθάρας του που έγινε το σήμα κατατεθέν του δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Γεννημένος στο Μεξικό, ήρθε σε άμεση επαφή με τη νοτιοαμερικανική μουσική παράδοση, αλλά το μεγάλο του πάθος ήταν να παίξει ροκ εν ρολ. Κάπως έτσι προέκυψε το μουσικό χαρμάνι του Σαντάνα που συνδυάζει ροκ και μπλουζ στοιχεία με αφροκουβανέζικους ρυθμούς. Πολυδιάστατος και πολυσυλλεκτικός ο Σαντάνα με τον αναγνωρίσιμο ήχο της κιθάρας του μεγάλωσε γενιές και γενιές. Μάλιστα, στα τέλη της δεκαετίας του ’90 (την εποχή που ο λάτιν ήχος ξαναγινόταν μόδα) γνώρισε τη μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας του με το άλμπουμ «Supernatural» (1999) το οποίο τιμήθηκε με 9 βραβεία Γκράμι και οι πωλήσεις του ξεπέρασαν τα 25 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Ακολούθησαν τα άλμπουμ «Shaman» (2002) και «All That I Am» (2005) στα οποία συνεργάστηκε ξανά με σπουδαίους σύγχρονους καλλιτέχνες.Σήμερα ο Κάρλος Σαντάνα δεν αισθάνεται ο μουσικός που ήταν κάποτε στη δεκαετία του ’60.Συνεχίζει να γράφει μουσική, να ανανεώνεται μέσα από συνεργασίες και να αισθάνεται πολίτης του κόσμου. Πριν από μερικούς μήνες ξάφνιασε μάλιστα τους θαυμαστές του όταν εξέφρασε την επιθυμία να γίνει παπάς μόλις κλείσει τα 67 χρόνια του! Μάλιστα, σε συνέντευξή του στο «Rolling Stone» εξομολογήθηκε ότι η πίστη του τον βοήθησε να ξεπεράσει το χωρισμό του με την επί 34 χρόνια σύζυγό του Ντέμπορα το 2007.
  • ΜΑΧΜΟΥΝΤΕΣ ΒΑΪΟΣ, Ελεύθερος Τύπος, Δευτέρα, 30.03.09

Ο Καβάφης του Θάνου Μικρούτσικου



  • «Μέσα στη βαρβαρότητα που ζούμε, η ποίηση δείχνει το δρόμο και ο Καβάφης τον φωτίζει». Μ' αυτά τα λόγια ο Θάνος Μικρούτσικος έκλεισε την αναφορά του για την πολύχρονη δημιουργική «συνάντησή» του με τον Κ. Π. Καβάφη. Με τον «έναν εκ των δύο μέγιστων ποιητών - ο άλλος είναι ο Ρίτσος», όπως είπε, σε χτεσινή παρουσίαση του βιβλίου - CD «O Καβάφης του Θάνου Μικρούτσικου - Μουσική, Ποίηση, Ζωγραφική» (εκδόσεις «Ιανός»).
  • Το 96 σελίδων βιβλίο περιλαμβάνει ποιήματα του μεγάλου Αλεξανδρινού, ανθολογημένα από τον Θάνο Μικρούτσικο, κείμενο του μουσικολόγου Γιώργου Μονεμβασίτη για τη μελοποίηση του Καβάφη από τον συνθέτη και επτά προσωπογραφίες του ποιητή από τον Γιάννη Ψυχοπαίδη. Συνοδεύεται από το CD «Επέστρεφε», όπου αποτυπώνονται δέκα μελοποιημένα ποιήματα: «Επέστρεφε», «Σύγχυσις», «Ο Γενάρης του 1904», «Μονοτονία», «Για να 'ρθουν», «Επήγα», «Επιθυμίες», «Ο Δεκέμβρης του 1903», «105 αργότερα», «Η πόλις». Ερμηνεία: Κώστας Θωμαΐδης. Συμμετέχουν: Γεωργία Συλλαίου, Θόδωρος Δημήτριεφ, Σάκης Μπουλάς. Για το έργο και τον δημιουργό μίλησαν οι Γιώργος Μονεμβασίτης και Οδυσσέας Ιωάννου. Ακολούθησε ζωντανή παρουσίαση τραγουδιών από τον Κώστα Θωμαΐδη (ερμηνεία) με τους Θ. Μικρούτσικο (πιάνο) και Θύμιο Παπαδόπουλο (πνευστά). Ο συνθέτης θεωρεί ότι «τέτοιες εκδόσεις είναι μια λύση για τη δισκογραφία», σημειώνοντας ως πρώτη αιτία για το «θάνατό» της, «λόγους κοινωνικούς» και την «οριζόντια αναζήτηση της γνώσης στο διαδίκτυο».

Ορχήστρα των Χρωμάτων: "Κλειστόν λόγω έλλειψης χρημάτων". Ματαιώνει εκδηλώσεις λόγω αδιαφορίας του υπουργείου Πολιτισμού

Ο καλλιτεχνικός  διευθυντής της Ορχήστρας  των Χρωμάτων Γιώργος  Κουρουπός
  • Η ανακοίνωση ήταν λιτή: «Η Ορχήστρα των Χρωμάτων ανακοινώνει ότι, λόγω οικονομικών δυσχερειών, ακυρώνει τον κύκλο εκδηλώσεων “Μουσική και Κινηματογράφος” στο Τριανόν, που είχε προγραμματιστεί από τις 4 έως τις 10 Μαΐου του 2009. Για τους ίδιους λόγους ακυρώνεται και η αφιερωμένη στον Μάνο Χατζιδάκι ημερίδα-συναυλία, που είχε προγραμματιστεί για τις 22 Ιουνίου του 2009 στο Μέγαρο Μουσικής».
  • Τι ακριβώς συμβαίνει; «Λόγω επετειακής χρονιάς- 20 χρόνια από την ίδρυση της ορχήστρας και 15 από τον θάνατο του ιδρυτή της, Μάνου Χατζιδάκι- είχαμε ζητήσει από το υπουργείο 200.000 ευρώ παραπάνω από την ετήσια επιχορήγηση του 1.600.000 ευρώ που παίρναμε τα τελευταία χρόνια. Αντ΄ αυτού, εγκρίθηκαν 200.000 ευρώ λιγότερα», λέει στα «ΝΕΑ» ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Ορχήστρας των Χρωμάτων, Γιώργος Κουρουπός. «Προσπάθησα επί ένα μήνα και πλέον να συναντήσω τον γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά στάθηκε αδύνατον. Ήμουν λοιπόν υποχρεωμένος να πάρω μέτρα ως προς τις υποχρεώσεις μας μέχρι τον Ιούλιο. Όποια εκδήλωση δεν αυτοχρηματοδοτείται, κόβεται. Γιατί το 1.600.000 είναι ανελαστικές δαπάνες, μισθοί μουσικών. Με στενοχωρεί ιδιαίτερα η ματαίωση των εκδηλώσεων στο Τριανόν, οι οποίες έχουν καθιερωθεί, έχουν επιτυχία και φέρνουν κοντά στη λόγια μουσική ένα κοινό πολύ ευρύτερο από το καθιερωμένο κοινό της. Η ματαίωση της ημερίδας-συναυλίας για τον Χατζιδάκι με ενοχλεί λιγότερο, με την έννοια ότι υπάρχει η βασική επετειακή συναυλία στις 15 Ιουνίου, ημέρα του θανάτου του, στο Μέγαρο Μουσικής, η οποία είναι επιχορηγούμενη και θα γίνει κανονικά».
  • Ο Γιώργος Κουρουπός δεν σταματάει όμως εδώ. «Εάν το υπουργείο επιμείνει στη μείωση της ετήσιας επιχορήγησης, δεν θα πρόκειται πλέον για μείωση προγραμμάτων αλλά για μείωση αριθμού μουσικών. Όταν μάλιστα, αυτές τις μέρες, παίζοντας στη “Θαΐδα”, πολλοί δεν πίστευαν στα αυτιά τους ότι ακούν ελληνική ορχήστρα να παίζει τόσο καλά. Εγώ, πάντως, μπορώ να προσαρμοστώ κόβοντας προγράμματα αλλά όχι διώχνοντας ανθρώπους. Δεν θα συμπράξω σε κάτι τέτοιο», κατέληξε.
  • Μανώλης Πιμπλής. ΤΑ ΝΕΑ: Δευτέρα 30 Μαρτίου 200

Πέθανε ο πολυβραβευμένος Γάλλος συνθέτης Μορίς Ζαρ


Reuters
Ο Μορίς Ζαρ με το τιμητικό βραβείο της φετινής Μπερλινάλε
  • Πέθανε τα ξημερώματα της Κυριακής, σε ηλικία 84 ετών, ο πολυβραβευμένος Γάλλος συνθέτης Μορίς Ζαρ, πατέρας του Ζαν-Μισέλ Ζαρ. Η καριέρα του Μορίς Ζαρ, ο οποίος γεννήθηκε το 1924 στη Λιόν της νοτιοανατολικής Γαλλίας, άρχισε ουσιαστικά στη δεκαετία του '50, όταν άρχισε να συνθέτει μουσική για ταινίες. Η επιτυχία του σάουντρακ του Λόρενς της Αραβίας, το 1962, τον ανέβασε στο πόντιουμ του Χόλιγουντ και σφράγισε τη συνεργασία του με τον Βρετανό σκηνοθέτη Ντέιβιντ Λιν. Η συνεργασία των δύο δημιουργών συνεχίστηκε με τις ταινίες Δόκτωρ Ζιβάγκο (1965) και Πέρασμα στην Ινδία (1984). Για τη μουσική του σε καθεμιά από αυτές τις τρεις ταινίες, ο Μορίς Ζαρ κέρδισε από ένα βραβείο Όσκαρ. Ο Μορίς Ζαρ συνέθεσε επίσης τη μουσική για ταινίες άλλων μεγάλων σκηνοθετών, όπως οι Τζον Φρανκενχάιμερ, Αλφρεντ Χίτσκοκ, Τζον Χιούστον, Λουκίνο Βισκόντι και Πίτερ Γουίαρ.

Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ/Γαλλικό

Sunday, March 29, 2009

Μελίνα Ασλανίδου. «Στο δρόμο» έκλεισε ένας κύκλος

«Μου αρέσει πολύ η ξένη μουσική και θεωρώ ότι μπορώ να υποστηρίξω υλικό που έχει να κάνει με το ισπανόφωνο τραγούδι», λέει η Μελίνα Ασλανίδου για το ενδεχόμενο να κάνει κάποια πράγματα στον χώρο της μ
«Μου αρέσει πολύ η ξένη μουσική και θεωρώ ότι μπορώ να υποστηρίξω υλικό που έχει να κάνει με το ισπανόφωνο τραγούδι», λέει η Μελίνα Ασλανίδου για το ενδεχόμενο να κάνει κάποια πράγματα στον χώρο της μουσικής και στο εξωτερικό.

  • «Ολα κύλησαν ομαλά και όμορφα, σαν παραμύθι», λέει η Μελίνα Ασλανίδου για την επτάχρονη πορεία της στο τραγούδι και, αλλάζοντας εταιρεία, σχεδιάζει τα επόμενα βήματά της. Πέρασαν κιόλας επτά χρόνια από τότε που το χαμογελαστό εκείνο νεαρό κορίτσι με την όμορφη φωνή ξανάκανε επιτυχία το τραγούδι «Τι σου ‘κανα και πίνεις». Από τότε μέχρι σήμερα η Μελίνα Ασλανίδου έχει εξελιχθεί σε μια σημαντική ερμηνεύτρια της γενιάς της με εξαιρετικές συνεργασίες στο ενεργητικό της και δικό της ρεπερτόριο. Πρόσφατα παρουσίασε το άλμπουμ «Στο δρόμο» με τις καλύτερες μουσικές στιγμές της, ενώ για λίγες ακόμη νύχτες θα εμφανίζεται με τη Ραλλία Χρηστίδου στον «Σταυρό του Νότου - Απέναντι». Με πολύ περισσότερες εμπειρίες πλέον, αλλά με τον ίδιο ενθουσιασμό, η Μελίνα σχεδιάζει τα επόμενα βήματά της και επιθυμεί να δοκιμάσει τις δυνάμεις της σε διαφορετικά πράγματα.
Το εξώφυλλο του τελευταίου άλμπουμ της Μελίνας Ασλανίδου με τίτλο «Στο δρόμο».
Το εξώφυλλο του τελευταίου άλμπουμ της Μελίνας Ασλανίδου με τίτλο «Στο δρόμο».

Στα επτά χρόνια που διαρκεί η δισκογραφική σου διαδρομή τι έχει αλλάξει σε σένα και τι έχει παραμείνει ίδιο;

  • Τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά! Οι εμπειρίες σαφώς και έχουν πολλαπλασιαστεί. Η ματιά μου απέναντι στη ζωή γενικότερα έχει αλλάξει. Ευτυχώς όμως έχω καταφέρει να μη χάσω τον εαυτό μου, αυτό που πραγματικά είμαι.

Ποιοι ήταν οι στόχοι σου στο ξεκίνημά σου και πόσο ευχαριστημένη είσαι από αυτά που έχεις καταφέρει μέχρι σήμερα;

Η αλήθεια είναι ότι στη δική μου περίπτωση τα πράγματα ήρθαν χωρίς να το πολυκαταλάβω, χωρίς να προλάβω καν να βάλω στόχους. Αυτό που ήθελα εγώ ήταν να τραγουδάω. Από κει και πέρα όλα κύλησαν ομαλά και όμορφα, σαν παραμύθι, με τις εύκολες και τις δύσκολες στιγμές.

Γενικά είσαι άνθρωπος που βάζεις μεγαλόπνοους και μακροπρόθεσμους στόχους;

  • Βάζω μικρούς στόχους που ξέρω πως μπορώ να πετύχω.

Στο ξεκίνημά σου την καριέρα ποιας Ελληνίδας ερμηνεύτριας ζήλευες;

  • Εχω ζηλέψει και έχω θαυμάσει πολλές Ελληνίδες ερμηνεύτριες. Ανάμεσα σε αυτές είναι η Χάρις Αλεξίου αλλά και η Νάνα Μούσχουρη, η οποία κατάφερε να επιτύχει σε διεθνές επίπεδο.

Θα σε ενδιέφερε κι εσένα να κάνεις πράγματα στο εξωτερικό;

  • Μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ. Και έχω αρχίσει να κάνω ήδη κάποιες επαφές. Με πολύ μεγάλη μου χαρά θα δώσω την 1η Μαΐου μια συναυλία στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, όπου θα ερμηνεύσω τραγούδια του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά και δικά μου. Από κει και πέρα μου αρέσει πολύ η ξένη μουσική και θεωρώ ότι μπορώ να υποστηρίξω υλικό που έχει να κάνει με το ισπανόφωνο τραγούδι.

Από τα πρώτα σου βήματα είχες την τύχη να συνεργαστείς με κορυφαία ονόματα του χώρου σου, ενώ παράλληλα έκανες και την προσωπική σου δισκογραφία. Τι επιθυμεί η Μελίνα από δω και πέρα;

  • Νομίζω ότι ήρθε πια η ώρα να πατήσω στα πόδια μου. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι με έχουν βοηθήσει πολύ να καταλάβω τι γίνεται. Τώρα λοιπόν είναι ο καιρός να κάνω δικά μου πράγματα που έχουν να κάνουν με τις επιθυμίες μου και αυτά που θέλω εγώ να προσφέρω. Γιατί νιώθω πως έχω πολλά να δώσω.

Ολο αυτό το διάστημα αισθάνθηκες κάποια στιγμή πως κινδυνεύεις να ξεφύγεις, να... καβαλήσεις το καλάμι;

  • Οχι δεν το αισθάνθηκα ποτέ, γιατί είχα γύρω μου ανθρώπους που με καθοδηγούσαν σωστά και με συγκρατούσαν, όταν έπρεπε.

Απ’ όσα λες αντιλαμβάνομαι ότι υπήρξαν άνθρωποι που σε στήριξαν ουσιαστικά...

  • Φυσικά και υπήρξαν. Για παράδειγμα, ο Γιώργος Νταλάρας πάντα μου έδινε χώρο και πάντα ενδιαφερόταν για μένα. Και φυσικά, ο Γιώργος Κυβέλος, ο παραγωγός μου. Αυτός με παρακίνησε να μπω στη δισκογραφία.

Γιατί επέλεξες να κάνεις ένα άλμπουμ με στιγμές από τη μέχρι τώρα πορεία σου και όχι με καινούργια τραγούδια;

  • Επειδή κλείνει ένας κύκλος, ολοκλήρωσα δηλαδή τη συνεργασία μου με τη Sony Music, ήθελα αυτός ο κύκλος να κλείσει όμορφα με την ανάμνηση των ομορφότερων στιγμών μέσα από το άλμπουμ «Στο δρόμο».
Εξαιρετικά σχόλια έχει αποσπάσει το πρόγραμμα που παρουσιάζεις μαζί με τη Ραλλία Χρηστίδου, για δύο σεζόν, στον «Σταυρό του Νότου». Πού αποδίδεις εσύ αυτήν την επιτυχία;
  • Στην καλή χημεία. Την ευχαριστηθήκαμε πολύ αυτή τη δουλειά, περάσαμε πολύ όμορφα. Και η χαρά μας είναι ακόμη μεγαλύτερη, γιατί αυτό το πρόγραμμα στηρίχθηκε σε αποκλειστικά δικές μας επιλογές.

Τι θα κάνεις το καλοκαίρι;

  • Αυτήν την περίοδο βρίσκομαι σε συζητήσεις σχετικά με την καλοκαιρινή μου συνεργασία. Σύντομα θα ξέρω.
  • ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΟΥΚΑ, ΕΘΝΟΣ, 29/03/2009

Η Μελίνα «Στο δρόμο». Παλιές επιτυχίες, διασκευές και νέα τραγούδια στον καινούριο δίσκο της Μελίνας Ασλανίδου



  • Πριν από επτά χρόνια που τη γνωρίσαμε, ήταν ένα κορίτσι με καθαρή, λαϊκή φωνή που διασκεύασε με όσο παράπονο χρειαζόταν το «Τι σου 'κανα και πίνεις», τραγούδι που αστραπιαία έγινε ένα από τα μεγαλύτερα σουξέ των τελευταίων ετών. Η Μελίνα Ασλανίδου είχε μόλις αφήσει το σχεδόν οικογενειακό περιβάλλον του «Μύλου» της Θεσσαλονίκης όπου εμφανιζόταν κι επιχειρούσε στην Αθήνα τα πρώτα της βήματα. «Με θυμάμαι σαν ένα τρομαγμένο κορίτσι. Επί δύο χρόνια μου πρότειναν να φύγω από την πόλη μου και το αρνιόμουν. Ελεγα και ξαναέλεγα όχι στο όνειρο γιατί φοβόμουν να ρισκάρω. Ηθελα τον χρόνο μου. Αλλά και στην Αθήνα ζορίστηκα. Δεν είχα ακόμα σπίτι, έμενα σε ένα ξενοδοχείο στην Ομόνοια, χωρίς φίλους... Το μόνο που με ανακούφιζε ήταν ότι η πρώτη μου δουλειά ήταν οι εμφανίσεις στο πλάι του Γιώργου Νταλάρα».
  • Οι περισσότεροι βιάστηκαν τότε να ανακαλύψουν στο πρόσωπό της μια νέα λαϊκή φωνή. «Ασχολούμαι με τη μουσική από έξι ετών, που με θυμάμαι σε μια χορωδία στα Γιαννιτσά να τραγουδώ με καμιά δεκαριά κορίτσια ακόμα. Πάντοτε τραγουδούσα. Ποτέ δεν είχα καταλάβει ότι είμαι λαϊκή τραγουδίστρια. Κι ούτε με ενδιέφεραν οι ταμπέλες. Αλλωστε τα πρώτα μου χρόνια στο τραγούδι ήταν τόσο δύσκολα, που πραγματικά ένιωθα σαν να είμαι τραγουδίστρια άλλης εποχής: ξενύχτια, αντιξοότητες, απογοητεύσεις. Πριν μπω στον χώρο, πίστευα ότι οι άνθρωποι της μουσικής είναι άγγελοι. Μετά είδα πόσο εύκολα βγαίνουν τα μαχαίρια. Φορτώθηκα τα χρόνια, γέμισα εμπειρίες, είμαι πιο επιφυλακτική. Είδαν πολλά τα μάτια μου».
  • Τουλάχιστον την αποζημίωσαν τα τραγούδια και οι συνεργασίες με τους Γιώργο Νταλάρα, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Δήμητρα Γαλάνη, Ορφέα Περίδη, Δημήτρη Μητροπάνο, Λίνα Νικολακοπούλου, Νίκο Αντύπα, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Αντώνη Βαρδή κ.ά. Αυτά, όμως, πέρασαν. Φέτος η Μ. Ασλανίδου έβγαλε τον χειμώνα στον «Σταυρό του Νότου», μαζί με τη Ραλλία Χρηστίδου και τον Μανώλη Καραντίνη σε μια παράσταση με τίτλο «R u σικ enough 2?» όπου μπλέκουν τις μουσικές που αγαπούν: τον Χατζιδάκι με την Ισπανίδα Μπέμπε, το Μαρόκο με την Ηπειρο, τα ρεμπέτικα με τη ροκ, τα Βαλκάνια με τη Λατινική Αμερική, τον Στράτο Διονυσίου με τον Νίκο Πορτοκάλογλου.
  • Στον ίδιο χώρο, την Τετάρτη, παρουσιάζει το τελευταίο της άλμπουμ με τίτλο «Στο δρόμο» και στο οποίο περιλαμβάνονται 14 δικές της επιτυχίες, ένα καινούριο τραγούδι, το «Πόσο πόσο» του γιουγκοσλάβου συνθέτη Ζέλικο Γιοκσίμοβιτς σε στίχους Νίκου Μωραΐτη και δύο διασκευές. «Η "Πριγκιπέσα" του Σωκράτη Μάλαμα είναι ένα κομμάτι που μιλάει για τον δρόμο της αξιοπρέπειας και το "Χειμωνιάτικο πρωί" της Ελένης Βιτάλη για εκείνους που ανατρέπουν τις συμβάσεις και φεύγουν από τα δεδομένα. Είναι και τα δύο σαν να με περιγράφουν» λέει.
  • Και το επόμενο βήμα; «Αναζητώ τη νέα μου δισκογραφική στέγη, διότι αυτό το άλμπουμ είναι το τελευταίο στην εταιρεία με την οποία συνεργαζόμουν εδώ και επτά χρόνια. Κι αμέσως μετά αρχίζω πρόβες για μια συναυλία που με έχει ξετρελάνει: την Πρωτομαγιά θα παρουσιάσω στη Νέα Υόρκη μια παράσταση με βασικό μουσικό άξονα τραγούδια του κινηματογράφου». *
  • Της ΜΑΤΟΥΛΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗ, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 7 - 29/03/2009

Μίνως Μάτσας, εγγονός

  • Στο Λος Αντζελες, όπου ζει μόνιμα, έμαθε για τη βράβευση της μουσικής του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Τώρα, οι καλύτερες κινηματογραφικές συνθέσεις του κυκλοφορούν σε άλμπουμ. Από μωρό κυκλοφορούσε στην πηγή της μουσικής: στα στούντιο, στα γραφεία της εταιρείας, στις παρέες με τους σημαντικότερους έλληνες καλλιτέχνες.

  • Στα 15 του περνούσε τα καλοκαίρια φακελώνοντας δίσκους για χαρτζιλίκι. Επειτα δούλεψε σαν παραγωγός. «Και μετά αποφάσισα ν' ασχοληθώ με τον εαυτό μου. Η μουσική είναι ωκεανός. Οσο πιο βαθιά μπαίνεις, καταλαβαίνεις πως δεν σου φτάνει μια ζωή για να τη γνωρίσεις. Εγινα μουσικός, αλλά δεν ασχολούμαι με την Μίνος - ΕΜΙ. Δεν μπορούσα να παίζω κι από τις δύο μεριές του γηπέδου. Ευτυχώς, με έσωσε η αδερφή μου». Ο Μίνως Μάτσας, παρ' όλο που στην Ελλάδα το ονοματεπώνυμο είναι συνώνυμο του τραγουδιού, βρίσκεται εδώ και καιρό στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Αφού σπούδασε στη φημισμένη σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης, δοκιμάζει τις δυνάμεις του στα στούντιο του Λος Αντζελες.

Η νότα που κάνει τη διαφορά

  • Ωστόσο, στα ελληνικά δισκοπωλεία κυκλοφορεί τις τελευταίες ημέρες ένα άλμπουμ με τίτλο «Music for films» με κινηματογραφικές του συνθέσεις αλλά και τραγούδια από τη θεατρική παράσταση «Ο Δον Ζουάν στο Σόχο» - ερμηνευτές οι Χάρις Αλεξίου, Γιώργος Νταλάρας, Χρήστος Θηβαίος. Βραβευμένος πρόσφατα -δεύτερη φορά- στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για το σάουντρακ της ταινίας «Σκλάβοι στα δεσμά τους», ο Μ. Μάτσας δεν κρύβει την αδυναμία που έχει στον κινηματογράφο. «Σε μια εποχή που τα πάντα υπάρχουν σε αφθονία στο Ιντερνετ, ο κινηματογράφος είναι από τα λίγα πράγματα που δεν έχουν χάσει τη μαγεία τους», παρατηρεί.
  • «Η εμπειρία της σκοτεινής αίθουσας μου ασκεί ακόμη μεγάλη γοητεία. Οι συνθέτες ερχόμαστε συνήθως στο τέλος της ταινίας να εκφράσουμε συναισθήματα, καταστάσεις, γενικότερα να μεταφράσουμε μουσικά το όραμα του σκηνοθέτη. Η μουσική στις ταινίες μπορεί να κάνει μια αργή σκηνή να φανεί γρήγορη, μια συναισθηματικά φορτισμένη να τη φτάσει στα άκρα, να κάνει τον θεατή να πεταχτεί από την καρέκλα του. Γι αυτό και οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές. Καμιά φορά και μια νότα παραπάνω μπορεί να κάνει τη διαφορά».

- Πόσο διαφορετική είναι για έναν μουσικό η ζωή στο Λος Αντζελες;

  • «Στην Αμερική υπάρχει μεγάλος σεβασμός στους μουσικούς. Οταν λες σε κάποιον ότι είσαι «composer», η αντίδραση είναι αμέσως πολύ διαφορετική από αυτή των Ελλήνων. Το Λος Αντζελες είναι ένα κέντρο όπου έχουν μαζευτεί οι καλύτεροι μουσικοί από όλον τον κόσμο. Υπάρχει μια διαρκής κινητικότητα γύρω από τις τέχνες αλλά και τεράστιος ανταγωνισμός: την ίδια στιγμή που ο ατζέντης σου σε προτείνει για ένα φιλμ, προτείνει και άλλους 20. Συγχρόνως υπάρχουν ατζέντηδες από άλλες εταιρείες που επίσης διεκδικούν μια θέση για τους δικούς τους συνθέτες. Φαντάζεστε, λοιπόν, μεταξύ πόσων συνθετών έχει ένας σκηνοθέτης να επιλέξει».

- Ποια πράγματα σας λείπουν από την Ελλάδα και ποια θέλατε να αποφύγετε φεύγοντας;

  • «Υπάρχουν στιγμές που μου λείπει η αναρχία της Ελλάδας. Επίσης, μου λείπει συχνά η ζεστασιά και η παρορμητικότητα που έχουμε ως μεσογειακοί άνθρωποι. Εχω μια ρομαντική σχέση με την πατρίδα. Οπως μια σχέση με μια γυναίκα: όταν απομακρύνεσαι, θυμάσαι μόνο τις καλές στιγμές και επιθυμείς να ξαναβρεθεί κοντά της. Μ' ενοχλεί η προχειρότητα, τα μεγάλα λόγια, ο συντηρητισμός, ο εγωισμός, η έλλειψη επαγγελματικής συνείδησης. Κι από την άλλη έχει μια γλύκα και μια ομορφιά που δεν τη βρίσκεις πουθενά».

Με έμπνευση τον Μάνο

- Δεν θα ήταν πιο εύκολα τα πράγματα αν μένατε στην Ελλάδα;

  • «Η έννοια του «εύκολου» είναι σχετική. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: όταν στην Ελλάδα κυκλοφορεί ένας δίσκος διαβάζουμε κριτική για τις ενορχηστρώσεις, τους στίχους, τις ερμηνείες, κ.λπ. Οταν εγώ κυκλοφορώ μια σειρά τραγουδιών, αντί να κρίνουν τη δουλειά μου, κρίνουν εμένα. Επειδή ο παππούς μου ξεκίνησε την εταιρεία και ο πατέρας μου τη μεγάλωσε, δεν έχω δικαίωμα να ασχοληθώ με τη μουσική; Ημουν 24 χρόνων και στενοχωριόμουν. Μου φαινόταν αδιανόητο. Από αυτή την άποψη, νιώθω πολύ πιο άνετα εδώ όπου όταν παίζω σε κάποιον τη μουσική μου ακούω σχόλια επί της ουσίας».

- Ποιος μουσικός από όλους εκείνους στο περιβάλλον σας σας ενέπνεε;

  • «Ο Μάνος Χατζιδάκις. Οχι μόνο με τη μουσική του, αλλά και με τα γραπτά, τη στάση του, την προσωπικότητά του. Μου έφτανε να τον βλέπω στο στούντιο να διευθύνει τους μουσικούς. Ή να λέει ανέκδοτα... Στη συνέχεια διαβάζοντας τα βιβλία του και μπαίνοντας βαθύτερα στη σκέψη και τη μουσική του, άνοιξε ένας ολόκληρος κόσμος μέσα μου. Και κυρίως εκτιμώ που είχε στάση πολιτική. Ελεγε πάντα τα πράγματα με τ' όνομά τους». *

Μια χιπ χόπερ Πειραιώτισσα

  • Για τα νέα κορίτσια η Sugahspank! αντιπροσωπεύει την εκπλήρωση του ονείρου. Ξεκίνησε με πενιχρά μέσα και κατάφερε μέσα σε μια πενταετία να ζει από τη μουσική και να κυκλοφορεί τα CD της από τη δική της εταιρεία. Οπως φάνηκε ήδη από το παρθενικό της άλμπουμ «The incredible, the invisible», είναι ένα κορίτσι με σόουλ, βραχνή φωνή, άψογη αγγλική προφορά, τραγούδια με τσαγανό, που μοιάζουν να βγήκαν από κάποιο χάι τεκ στούντιο της Νέας Υόρκης. Ποιος θα φανταζόταν ότι οι στίχοι γράφτηκαν όσο εκείνη ήταν κλινήρης και τα τραγούδια ηχογραφήθηκαν στο δωμάτιο του σπιτιού της;
  • Εξαιρετικά ταλαντούχα, βέρα Πειραιώτισσα, αμετανόητη χιπ χόπερ, άνετη και ειλικρινής, η Γεωργία μπήκε στα γρανάζια της μουσικής στα 13 της. Δύο χρόνια μετά, που άρχισε να τραγουδά σε διάφορα συγκροτήματα, πήρε την πρώτη ψυχρολουσία: «Με προσέγγισε μια εταιρία, μου υποσχέθηκαν δίσκο, μετά έψαξαν να μου βρουν παρτενέρ και στο τέλος άρχισαν να επεμβαίνουν από τη μουσική μέχρι το ντύσιμό μου. Τους πάγωσα αυτομάτως. Δεν είμαι εγώ γι' αυτά», λέει.
  • Αναζήτησε, λοιπόν, την τύχη της με τον τρόπο που ξέρουν καλύτερα τα νέα παιδιά: γνωρίστηκε μέσω myspace με τους μουσικούς της και έπιασαν δουλειά. Η περίοδος της προετοιμασίας του δίσκου συνέπεσε με την καθημερινή της εργασία σε μια εταιρεία που διαπραγματευόταν αγοραπωλησίες πλοίων. «Κοιμόμουν το πολύ τέσσερις ώρες την ημέρα. Δεν τη γλίτωσα: υπερκόπωση κι ένα πρόβλημα υγείας με καθήλωσαν για έξι μήνες στο κρεβάτι. Αφού εξάντλησα όλες τις ταινίες και τα σίριαλ από το κοντινό βίντεο κλαμπ, άρχισα να γράφω στίχους. Ηταν ευεργετικό το ότι σε αυτή την κατάσταση μπορούσα τουλάχιστον να κάνω κάτι δημιουργικό».
  • Λίγο καιρό μετά, το πρώτο άλμπουμ της βρίσκεται στα δισκοπωλεία. Η ανταπόκριση ανέλπιστη. «Δεν ήμουν προετοιμασμένη. Ισως μια μελαχρινή με σγουρό φουντωτό μαλλί τραβάει περισσότερο τα βλέμματα από 10 αγόρια. Εχει πλάκα, αλλά ακόμα και σήμερα οι περισσότεροι με περνούν για ξένη και με ρωτούν από πού είμαι. Ομως, σίγουρα δεν είμαι η σόουλ ντίβα με το εξωτικό look. Είμαι μια νέα τραγουδίστρια που αγαπάει πολύ τη μουσική».
  • Τώρα απολαμβάνει την ηχογράφηση του επόμενου άλμπουμ, περιοδεύει στην Ελλάδα και λαχταρά για τη συναυλία της στο Βερολίνο, τον Μάιο. «Μου αρέσουν πολύ τα επαρχιακά κλαμπ γιατί οι ιδιοκτήτες τους δεν είναι άνθρωποι της νύχτας όπως οι Αθηναίοι. Είναι κανονικοί άνθρωποι που μου κάνουν το τραπέζι με τη γυναίκα και τα παιδιά τους, με πάνε στον φίλο τους με τον ραδιοφωνικό σταθμό, μου φέρονται σαν συγγενή τους».
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 7 - 29/03/2009

Αϊς Κιουμπ: «Η αστυνομία μάς οδηγεί στο ραπ»

  • Οταν δεν γυρίζει ταινίες, ο Αϊς Κιουμπ θυμάται την παλιά του τέχνη. Εγκαταλείπει τα πλατό και βγαίνει στη σκηνή, εξαπολύοντας τους εμπρηστικούς του στίχους. Στις 12 Απριλίου θα βρίσκεται στην Αθήνα
  • «Δεν γράψαμε εμείς το τραγούδι "Fuck the Police". Η ίδια η αστυνομία το έγραψε. Το βγάλαμε το 1988 ως μια κραυγή διαμαρτυρίας για τη θηριωδία της αστυνομίας του Λος Αντζελες, η οποία, παρά τις ταραχές του '92, επιδεικνύει την ίδια βάναυση συμπεριφορά. Σκέψου ότι ο κόσμος ακούει το τραγούδι μας εδώ και είκοσι χρόνια. Γιατί ο τρόπος που δρα η αστυνομία είναι ένα πραγματικό πρόβλημα και το τραγούδι μας είναι πολύ λίγο για να περιγράψει την εφιαλτική πραγματικότητα».

  • Ο Αϊς Κιουμπ, ή Ο'Σι Τζάκσον, όπως είναι το αληθινό του όνομα, μιλάει από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής για το τραγούδι που έγραψε ιστορία στο τέλος της δεκαετίας του '80. Οταν ο ράπερ μαζί με τους Ν.W.Α. (Niggers With Attitude) βγήκαν από το γκέτο του Κόμπτον στο Λος Αντζελες με έναν δυνατό ρυθμό και εμπρηστικούς στίχους κατά της αστυνομίας. Το ίδιο τραγούδι παιζόταν συχνά και στην εξέγερση του περασμένου Δεκεμβρίου, ως σάουντρακ στα βίντεο με τις ταραχές που ανέβαιναν στο You Tube. «Δεν ξέρω και πολλά για τα γεγονότα στην Ελλάδα» ομολογεί ο Αϊς Κιουμπ. «Αλλά δεν μου είναι δύσκολο να κατανοήσω την οργή των ανθρώπων. Σε όλες τις μητροπόλεις του κόσμου υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα με τη συμπεριφορά των αστυνομικών απέναντι σε όσους μοιάζουν ανίσχυροι, νέοι, φτωχοί, μετανάστες».
  • Γνωστός τώρα πια περισσότερο ως ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός στο Χόλιγουντ, παρά ως πρωτοπόρος του γκάνγκστα ραπ, του σκληροπυρηνικού χιπ χοπ που γεννήθηκε στα γκέτο του Λος Αντζελες, ο Αϊς Κιουμπ συνεχίζει να κυκλοφορεί δίσκους, όπως τον πρόσφατο, με τίτλο «Raw Footage». Αυτόν έρχεται να παρουσιάσει στο κλαμπ «Fuzz», την Κυριακή 12 του μηνός (έναρξη 21.00- είσοδος 40 ευρώ προπώληση - 50 στο ταμείο).
  • Αλλά δεν ξεχνάει και τους παλιούς του συντρόφους. «Είμαι πραγματικά πολύ περήφανος για τους NWA» επιμένει. «Ραπάραμε γι' αυτό που νιώθαμε και ήταν αληθινό, αυθεντικό χιπ χοπ. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι με μια χούφτα τραγούδια θα προκαλούσαμε τέτοια έκρηξη στη μουσική σκηνή. Θέλαμε μονο να μιλήσουμε για το δικό μας αδιέξοδο. Σε όλη μου την πορεία ήθελα νά μεταφέρω στους δίσκους μου τα μηνύματα του δρόμου. Δεν ξέρω αν αυτό είναι πολιτική. Σκοπός μου είναι να κατεβάζω στον δρόμο ό,τι συμβαίνει με την πολιτική. Αλλά και να δίνω σε όσους αναμειγνύονται με την πολιτική την εικόνα του τι γίνεται στον δρόμο».
  • Στο νέο άλμπουμ υπάρχει κι ένα τραγούδι με τον ειρωνικό τίτλο «Gangsta rap made me do it». «Είναι μια σαρκαστική απάντηση στην πολιτική ορθότητα» εξηγεί ο Αϊς Κιουμπ. «Πέρυσι, λίγο πριν φύγει ο Μπους τζούνιορ, ξεκίνησε μια συζήτηση για το πώς το ραπ εξοικειώνει τους εφήβους με την εγκληματικότητα. Μου φάνηκε εξοργιστικά υποκριτικό. Οταν ο αμερικανικός στρατός κάνει πολέμους σε όλο τον πλανήτη, σκοτώνεται άμαχος πληθυσμός, τα δελτία ειδήσεων δείχνουν συνεχώς στρατιώτες με όπλα, φταίει η μουσική; Οι γειτονιές μας ήταν εστίες βίας και ναρκωτικών πολύ πριν ακουστεί το πρώτο ραπ. Για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα, το χιπ χοπ είναι μουσική. Και, σε οποιαδήποτε εκδοχή του, δεν προκαλεί τη βία, περιγράφει την ήδη υπάρχουσα κατάσταση».
«Ο Ομπάμα είναι ο πιο ικανός
  • Αλλά για τον Αϊς Κιουμπ, το χιπ χοπ είναι μουσική που απεικονίζει μια άγρια πραγματικότητα. Γι' αυτό και απεχθάνεται το εμπορικό χιπ χοπ, «το δημιούργημα των δισκογραφικών». Κατά τη γνώμη του δεν είναι παρά «ένας μολυσματικός ιός που μοιάζει να τρύπωσε ύπουλα στη σκηνή. Ισως επειδή τα πρώτα ανεξάρτητα άλμπουμ είχαν τόσο μεγάλο αντίκτυπο, οπότε οι εταιρείες μυρίστηκαν εύκολο χρήμα. Το χιπ χοπ έπρεπε να είναι η φωνή της κοινότητας. Να μιλάει γι' αυτά που δεν δείχνει ο τηλεοπτικός φακός. Και κατάντησε παιχνίδι αυτών που κάνουν χιπ χοπ μόνο για τα λεφτά και τις γκόμενες».
  • Οσο για τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, Ομπάμα, ο Αϊς Κιουμπ καταθέτει τη δική του άποψη. «Σίγουρα είναι ο κατάλληλος τύπος για να κάνει τη δουλειά» λέει. «Οχι επειδή είναι μαύρος. Δεν πιστεύω όλες αυτές τις μαλακίες, ότι τον ψήφισαν αναγνωρίζοντας έμπρακτα την ισότητα. Οι Αμερικανοί είναι πρακτικοί -ξέρουν ότι ο πρόεδρος είναι διαχειριστής. Ετσι, αναρωτήθηκαν: αν ξεκινούσαν μια επιχείρηση, τώρα, μέσα στη χειρότερη οικονομική κρίση, ποιον θα διάλεγαν για μάνατζερ, τον Ομπάμα ή τον Μακ Κέιν; Φυσικά και επέλεξαν τον Ομπάμα, ως νεότερο, εξυπνότερο, πιο διορατικό και με πολύ περισσότερη ενέργεια». *
  • Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 7 - 29/03/2009

Λεωνίδας Καβάκος: «Μαθαίνεις μόνο από τους καλύτερους»


  • Ο Λεωνίδας Καβάκος πιστεύει τα καλύτερα για τους κλασικούς συνθέτες και τους παραδοσιακούς μουσικούς και τα χειρότερα για τους λαϊκούς τροβαδούρους και τους έλληνες πολιτικούς. Και σήμερα μας εξηγεί γιατί:

  • Είναι πια καταξιωμένος, έχει παίξει με κορυφαίους μαέστρους και ορχήστρες, είναι και ο ίδιος μαέστρος και καλλιτεχνικός διευθυντής της αυστριακής Καμεράτα Ζάλτσμπουργκ. Με αυτή την ορχήστρα θα παρουσιάσει στις 9 και 10 Απριλίου στο Μέγαρο έργα Μπαχ, Χάιντν, Μότσαρτ καθώς και το Κοντσέρτο για βιολί του Μέντελσον, που παίζει άλλωστε και στο καινούριο του cd.
  • Κι όμως, τίποτα απ' όλ' αυτά δεν μοιάζει να έχει σημασία, όταν καταφθάνει στο ραντεβού μας καθυστερημένος: «Συγνώμη που άργησα», λέει με απροσποίητη ευγένεια και σπεύδει να βγάλει το μπουφάν για να μη χάσω άλλο χρόνο. Πολλές φορές αρκεί μια κίνηση για να σε κερδίσει ένας άνθρωπος, αλλά ο Λεωνίδας Καβάκος δεν αρκείται σ' αυτήν: Μιλά με μια νεανικότητα, που μπορεί να κάνει συμπαθητική ακόμα και μια καθαρευουσιάνικη κατάληξη...
- Οταν αποφασίζετε να ηχογραφήσετε ένα γνωστό, πολυπαιγμένο έργο όπως το κοντσέρτο του Μέντελσον, φιλοδοξείτε να εκφράσετε κάτι καινούριο;
  • «Να είναι κανείς προσωπικός χωρίς να ενοχλεί το συνθέτη - αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση. Αλλωστε, ποτέ δεν ηχογραφώ ένα έργο πριν το παίξω ξανά και ξανά με αξιόλογους μαέστρους και μουσικούς. Μένει ένα απόσταγμα στο τέλος. Και αυτό το κρίνει ο κόσμος».
- Παλιότερα ήσαστε πολύ αρνητικός απέναντι στην εκτέλεση των «Τεσσάρων εποχών» από τον Νάιτζελ Κένεντι - ένα έργο που έχετε ηχογραφήσει και εσείς. Τι σας είχε ενοχλήσει;
  • «Κατ' αρχάς η εκκεντρικότης του γενικά, κι έπειτα η προσέγγισις που δεν ήταν ταπεινή απέναντι σε μια παρτιτούρα που έχει επιβιώσει επί αιώνες. Δεν μπορείς να πατήσεις πάνω στον Βιβάλντι για να φανείς εσύ. Δεν παραβλέπω το προσωπικό στοιχείο. Ομως ο μουσικός πρέπει να είναι ταπεινός».
- Ωστόσο, τόσοι και τόσοι σπουδαίοι δημιουργοί και ερμηνευτές υπήρξαν επηρμένοι.
  • «Ας μείνουμε στους δημιουργούς - υπάρχει μια ιδιαιτερότητα εδώ: Δεν νομίζω ότι αυτοί οι άνθρωποι δημιουργούν στην πραγματικότητα κάτι δικό τους. Ανέκαθεν πίστευα ότι επιτρέπεται σε κάποιες προσωπικότητες με μοναδικό ταλέντο να προσεγγίσουν κάποιες θείες διαστάσεις. Και μέσ' από αυτές προκύπτει η μεγάλη τέχνη και η επιστήμη».
Παραδοσιακό ναι, λαϊκό όχι

- Λέτε δηλαδή ότι απολαμβάνουν ένα θείο δώρο;
  • «Ακριβώς. Γνωρίζουμε σήμερα ότι δεν φτάνει μια ζωή, απλώς και μόνο για να αντιγράψεις όσα συνέθεσε ο Μότσαρτ. Αυτοί οι δημιουργοί λοιπόν δεν μπορούν να κριθούν με τα κοινά μέτρα. Και, αν απομονώσεις το έργο από τη ζωή τους, κανείς δεν θα ήθελε να βρίσκεται στη θέση τους. Σε πόσο πιο αντίξοες συνθήκες μπορεί να ζήσει κανείς από αυτές των τελευταίων χρόνων του Μπετόβεν; Τον Μπαχ τον θεωρούσαν παρανοϊκό. Η μουσική του θα χανόταν αν δεν υπήρχε ο Μέντελσον να την επαναφέρει».
- Ο Φίλιπ Γκλας μού είπε κάποτε σε μια συνέντευξη ότι κατά τη γνώμη του το μέλλον μάς επιφυλάσσει περισσότερα αριστουργήματα. Εσείς τι πιστεύετε;
  • «Μου φαίνεται ανεύθυνο να λέει κάτι τέτοιο. Ισως πάλι υπάρχει μια ελάχιστη πιθανότης να έχει δίκιο. Με βάση το ότι οι δημιουργοί συλλαμβάνουν το ασύλληπτο, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως ό,τι έχει ήδη δημιουργηθεί είναι το ύψιστο. Απλώς, δεν μπορώ να σκεφθώ ότι θα ξεπεραστεί ο Παρθενώνας. Για να ξεπεράσεις κάτι, πρέπει να το γνωρίζεις καλά. Και απέχουμε ακόμα πολύ από αυτό».
- Διάβαζα σε μια δική σας, ξένη συνέντευξη, πόσο σημαντικό σάς φαίνεται το ότι και σύγχρονοι συνθέτες εμπνέονται από τη λαϊκή μουσική. Κάποτε δεν βρίσκατε κανένα ενδιαφέρον σ' αυτή.
  • «Ούτε και σήμερα βρίσκω. Οι συνθέτες εμπνέονται από την παραδοσιακή μουσική, και αυτό συνέβαινε ήδη από την εποχή που τα έργα παίζονταν στα παλάτια. Τα δάνεια αυτά περιείχαν τότε ακόμα και πολιτικά μηνύματα. Ενα πολύ ισχυρό χτύπημα του ποδιού μπροστά στον αυτοκράτορα θα ήταν αδιανόητο, αν ο χορός που είχε συνθέσει ο Χάιντν δεν το επέτρεπε. Αυτή η πηγή έμπνευσης προήλθε από την παραδοσιακή μουσική. Για να φτάσουμε κάποτε στον Μπραμς, που εστιάζει στην παράδοση της κεντρικής Ευρώπης και τότε αρχίζουν και δημιουργούνται τα εθνικά ρεύματα. Εμείς, δυστυχώς, αν και δημιουργήσαμε έμμεσα την Αναγέννηση, δεν μπορέσαμε να τη ζήσουμε ελληνικά και να εξελιχθούμε μαζί με την υπόλοιπη Ευρώπη. Βιώσαμε μια βίαιη διακοπή. Και ένα από τα αποτελέσματα της τουρκοκρατίας είναι η λαϊκή μουσική όπως τη γνωρίζουμε σήμερα».
- Μα πού ακριβώς εντοπίζετε αυτή την τόσο μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή και τη λαϊκή μουσική, που σας κάνει να απορρίπτετε τη δεύτερη;
  • «Πιστεύω ότι η πρώτη προστατεύει και τιμά την ιστορική συνέχεια και την υπερηφάνεια του Ελληνα. Ενώ η λαϊκή δεν το κάνει. Δεν μπορώ να συνδέσω τη λαϊκή μουσική με τον αγώνα της Ελλάδας για την απελευθέρωση. Σε καμία περίπτωση. Ούτε με το μεγαλείο ενός δημοτικού τραγουδιού που υμνεί τη φύση, ή ακόμα και το άλογο που μεταφέρει τον αγωνιστή. Διαβάζοντας τους στίχους τών δημοτικών τραγουδιών σχεδόν μαθαίνεις την ιστορία της Ελλάδος. Διαβάζοντας εκείνους των λαϊκών, μαθαίνεις την ιστορία ενός μέρους της κοινωνίας, μια ορισμένη εποχή. Τουλάχιστον, το παλιότερο λαϊκό είχε μια αγνότητα. Αυτούς που υπηρετούν τη σύγχρονη εκδοχή του, την παραλιακή, είναι να τους πετάξεις όλους στη θάλασσα».
- Πάντως το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι που δημιούργησαν ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης βασίστηκε κατά πολύ και στο λαϊκό.
  • «Πιστεύω ότι ο πρώτος βρήκε έναν τρόπο να αξιοποιήσει μέσα τα οποία δεν ήταν ακόμα συνηθισμένα. Οι στίχοι, οι ήχοι, οι αρμονίες του συντελούν σε μια ατμόσφαιρα που εκφράζει ένα μέρος της κοινωνίας μας. Και βεβαίως ο Χατζιδάκις γνώριζε πολύ καλύτερα τα όριά του...»
- Ενώ ο Θεοδωράκης;
  • «Κατ' αρχάς ανδρώθηκε μέσ' από πολιτικές καταστάσεις. Εχει διαφορά. Υστερα, αυτή η ανάγκη του για μεγαλείο τον έβγαλε έξω από κει όπου ανήκε. Τουλάχιστον ο Χατζιδάκις άφησε πίσω του μια ορχήστρα χωρίς να νιώθει την ανάγκη να παίζει δικά του συμφωνικά έργα... Ομως, οι διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς επ' αυτού κατάντησαν να είναι δευτερεύουσες μπροστά σ' αυτά που ζούμε σήμερα».
- Τι εννοείτε;
  • «Εχουμε φτάσει στο σημείο οι υπουργοί να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για τον ελληνικό τουρισμό στους υποψήφιους της Eurovision! Εξαντλήσαμε τα πάντα φαίνεται, αξιοποιήσαμε τα αρχαία μας, το Βατοπέδι, και η μόνη πηγή που είχε απομείνει είναι αυτή. Ανοίγω την τηλεόραση στο εξωτερικό και μόνο διαφημίσεις του ΕΟΤ με παραλίες και κότερα βλέπω. Καμία έγνοια για τον πολιτισμό, ούτε καν για τον πολιτιστικό τουρισμό».
- Δεν φαίνεται να σας έχουν μείνει πολλές ελπίδες από τους πολιτικούς...
  • «Μα, είναι οι πρώτοι που αγνοούν την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Οταν δεν σέβεσαι την ελευθερία του άλλου, δεν υπάρχει δημοκρατία και αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα. Η καλλίστη παιδεία και υγεία είναι δικαίωμα όλων κι όμως παρέχονται σε ελάχιστους. Αντίθετα, προβάλλονται πρόσωπα και πράγματα που νομιμοποιούνται μόνο από την οικονομική δύναμη του ελεύθερου ανταγωνισμού που τα στηρίζει. Ενας πρώην υπουργός Πολιτισμού το συνόψισε ανενδοίαστα: "Ο,τι είναι νόμιμον, είναι και ηθικόν". Δυστυχώς, όμως, σε κάθε δημοκρατία ο λαός αξίζει τους πολιτικούς που ψηφίζει».
- Πολλά από αυτά που λέτε τα υποστηρίζουν και οι κουκουλοφόροι που τα σπάνε και οι ακτιβιστές που έκαναν κατάληψη στη Λυρική. Τι θα λέγατε στους τελευταίους, αν ήσασταν εκεί;
  • «Λυπάμαι, αλλά δεν μπορείς να μιλάς για δημοκρατία όταν την καταλύεις εσύ ο ίδιος. Η κατάληψη είναι παρενέργειά της. Θέλεις να περάσεις ένα μήνυμα; Στάσου έξω από το θέατρο και μοίρασε φυλλάδια. Γιατί πρέπει να διαμαρτυρηθείς για κείνους που μας επιβάλλουν τις απόψεις τους, επιβάλλοντας μου τη δική σου;»
«Με τη μουσική ζωγραφίζεις»

- Θέμα άποψης ήταν και η απόφαση της Μάριον Βάσερμαν να παρουσιάσει ως ομοφυλόφιλους τους ήρωες της «Ρούσαλκα», η οποία προκάλεσε την αντίδραση μουσικών της Λυρικής. Πώς σας φάνηκαν όλ' αυτά;
  • «Κατ' αρχάς πιστεύω ότι η σκηνοθεσία είναι η γάγγραινα της σύγχρονης όπερας. Πολλοί σκηνοθέτες δεν έχουν καν επίγνωση του λιμπρέτου. Και συχνά σπαταλώνται τεράστια ποσά για παραγωγές που δεν αξίζουν τίποτα - όχι μόνον εδώ, παντού! Δεν είδα την παράσταση της "Ρούσαλκα". Ομως ο κόσμος είναι αυτός που τελικά κρίνει. Αν οι μουσικοί είχαν αντιρρήσεις, έπρεπε να τις εκφράσουν στη διοίκησή τους. Επραξαν κάκιστα συνδικαλιστικά. Κι ήρθαν έπειτα οι ομοφυλόφιλοι να διαμαρτυρηθούν κι αυτοί. Για να αναδειχθεί άλλη μια φορά η ασυναρτησία της ελληνικής κοινωνίας».
- Εχετε ακούσει κι εσείς καταγγελίες από την πλευρά των μουσικών, παλιότερα, στην Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Πήρατε κάποιο μάθημα από αυτό;
  • «Το μάθημα το παίρνεις μόνο από τους καλύτερους. Αλλά χαίρομαι που αυτή η ορχήστρα δεν έχει πια τα προβλήματα που είχε. Σχεδόν όλες οι θέσεις έχουν καλυφθεί και μάλιστα κυρίως από μουσικούς που είχα φέρει εγώ ως εκτάκτους».
- Ας τελειώσουμε λίγο πιο προσωπικά: Τα τελευταία χρόνια σάς βλέπω και στις φωτογραφίες λιγότερο «στημένο», πολύ πιο άνετο. Νιώθετε λιγότερο συντηρητικός;
  • «Δεν αποκλείεται. Ωριμάζει κανείς σε διάφορα επίπεδα. Αλλά περισσότερο μ' έχει βοηθήσει κάτι βαθύτερο: η συνειδητοποίησις, μέσ' από τη μελέτη. Ο Πλάτων λέει ότι υπάρχουν γεγονότα που εξηγούνται εμπειρικά και άλλα που δεν εξηγούνται. Δεν μπορείς να εξηγήσεις σε λογική βάση τα κατορθώματα ενός Αριστοτέλη ή ενός Μότσαρτ. Οταν έχεις ν' αντιμετωπίσεις μια συμφωνία του Μπετόβεν, πρέπει να προσπαθήσεις να διειδύσεις σ' αυτή ελπίζοντας ότι θα επιβιώσεις απέναντι στη δυναμική που κρύβει. Εκείνη τη στιγμή, ή παραιτείσαι από φόβο ή τον μετατρέπεις σε ακόμα βαθύτερο σεβασμό. Ισως αυτή η επίγνωση με έχει αλλάξει».
- Διάβασα ότι ο παππούς σας, που ήταν παραδοσιακός βιολιστής, αποφάσισε κάποτε να σταματήσει να παίζει, προκειμένου να μην μπερδεύει τον πατέρα σας, όταν εκείνος άρχισε σαν παιδί να μαθαίνει κλασικό βιολί. Τι θα θυσιάζατε εσείς για να μάθουν τα παιδιά σας σωστά μουσική;
  • «Εξαρτάται από το ταλέντο τους. Πάνω απ' όλα θα μ' ενδιέφερε να καταλαβαίνουν όλα τα παιδιά, όχι μόνο τα δικά μου, ότι μέσ' από τη μουσική μπορούν να ζωγραφίσουν - αρκεί να έχουν υπομονή. Το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο άμεσο όπως με τις ξυλομπογιές, αλλά τα αόρατα χρώματα είναι πιο εντυπωσιακά».
- Εχετε παίξει για μουσικόφιλους σ' όλο τον κόσμο. Εχετε παίξει ποτέ ιδιωτικά για μια γυναίκα;
  • «Εχει γίνει κι αυτό...»
- Ηταν μια γυναίκα που φλερτάρατε ή που είχατε ήδη κατακτήσει;
  • «Δεν θα είχε καμιά αξία να το κάνω πριν. Αντίθετα, θα ήταν σαν να κάνω επίδειξη με τη μουσική του άλλου. Σαν να κάνω επίδειξη με τον Μπετόβεν!»
- Υπάρχουν πολλά ανέκδοτα μαέστρων εις βάρος μουσικών και το αντίθετο. Εσείς ποια προτιμάτε;
  • «Προτιμώ τα καλά ανέκδοτα».
- Θα μου πείτε ένα καλό;
  • «Θα σας πω μια αληθινή ιστορία, που μου έχει αφηγηθεί ο Ζούμπιν Μέτα: πριν από πολλά χρόνια, ο Αντρέ Πρεβέν επρόκειτο να παίξει υπό τη διεύθυνση του Εριχ Λάινσντορφ. Σπουδαίος, αλλά ιδιότροπος μαέστρος, ο Λάινσντορφ κάλεσε το νεαρό τότε πιανίστα στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο «για λίγη πρόβα», πριν συναντηθούν με την ορχήστρα. Πηγαίνει ο Πρεβέν, αλλά πιάνο δε βλέπει. "Παίξτε στο τραπέζι", τον προστάζει ο μαέστρος, "θα καταλάβω εγώ". Τι να κάνει εκείνος, νέος σολίστ ήταν ακόμη, αρχίζει να προσποιείται ότι παίζει το κοντσέρτο, ώσπου ο Λάινσντορφ τον διακόπτει και του λέει: "Εδώ πρέπει να παίξετε λίγο πιο λεγκάτο". Τότε ο Πρεβέν τού απαντά: "Με συγχωρείτε, μαέστρο, αλλά στο σπίτι μελετάω σε άλλο τραπέζι"». *
  • Του ΦΩΤΗ ΑΠΕΡΓΗ, κυριακατικη ελευθεροτυπια / 7 - 29/03/2009

Γιατί εθνικοποιήσαμε τον Σάκη Ρουβά;

  • Η εθνική διάσταση που έχουν λάβει η προβολή και η στήριξη του τραγουδιστή εντός των τειχών είναι πρωτοφανείς: σαν να έχουμε όλοι μαζί αποφασίσει να διατηρήσουμε ζωντανό το είδωλό του πάση θυσία

  • «Ηηηηρθες, κι είσαι το πρώτο μου πρωιιιί, κοντά μου ήηηρθες...» τραγουδούσε ένα πεντάχρονο(;) κοριτσάκι στον δρόμο και προτού προλάβω να εκφράσω την απορία μου, η μητέρα του έσπευσε να μου απαντήσει: «Το έγραψε ο Σάκης για την κόρη του, που μόλις γεννήθηκε. Δεν είναι πολύ τρυφερό;». Α, μάλιστα! Μια νέα πτυχή προστέθηκε στη ζωή του Σάκη Ρουβά. Εξυπνη, σκέφθηκα, η ιδέα να γίνει τραγούδι η άφιξη του μωρού και έτσι να διαφημιστεί το νέο CD του, που κυκλοφόρησε μαζί με το νεογέννητο. Συγκινεί παράλληλα μητέρα και κόρη. Στο κάτω κάτω τραγουδιστής είναι ο άνθρωπος, μια εταιρεία τον στηρίζει, θηλυκό και φανατικό κοινό διαθέτει, ζούμε στην εποχή που είναι μόδα να είσαι γονιός, καλοδεχούμενες λοιπόν οι πρωτότυπες ιδέες για την προώθηση του νέου προϊόντος. Ενα τραγούδι μαζί με τις φωτογραφίες του Σάκη-μπαμπά να μπαίνει και να βγαίνει από το μαιευτήριο, να μιλάει για την αγάπη που νιώθει για τη σύντροφό του και να προσπαθεί να εξηγήσει τα βαθιά του αισθήματα για την κόρη του προεξοφλούν λίγη ακόμη δημοσιότητα. Ως εδώ καλά.
  • Αλλωστε δεν είναι ο μόνος του οποίου η ζωή αναπαράγεται με κάθε δυνατή λεπτομέρεια μέσα από κάθε λογής έντυπα, προφανώς με τη θέλησή του: εσχάτως μια σειρά τραγουδιστές (κυρίως δε τραγουδίστριες) υπάρχουν μόνο και μόνο επειδή ένα τμήμα του εβδομαδιαίου Τύπου δημοσιεύει «αποκλειστικές» φωτογραφίες από «προσωπικές» τους στιγμές με συζύγους, παιδιά, συγγενείς και φίλους. Φωτογραφίες που κάποιοι «paparazzi» κατάφεραν και «ξετρύπωσαν» στις prive στιγμές και διακοπές τους. (Συγχρόνως βέβαια τα ίδια αυτά έντυπα επιβιώνουν χάρη στις προαναφερθείσες περιπτώσεις καλλιτεχνών.)
  • Η διαφορά με τον Σάκη είναι ότι τον έχουμε αναλάβει σε εθνικό επίπεδο: ποτέ άλλοτε τραγουδιστής έπειτα από τόσο «δημοκρατικές» διαδικασίες δεν ανέλαβε να εκπροσωπήσει για δεύτερη φορά την Ελλάδα στη Εurovision- για όση σημασία έχει ο εν λόγω διαγωνισμός, και μάλιστα λίγα χρόνια μετά την προηγούμενη συμμετοχή του. Ποτέ άλλοτε δεν σπαταλήθηκαν (εις διπλούν, τότε και τώρα) τόσος χρόνος και τόσο χρήμα για να «ψηφίσει» το κοινό ανάμεσα στα τραγούδια του Σάκη (Χ3)... Κατά έναν περίεργο τρόπο νικητής αναδείχθηκε ο Σάκης... (Το παρόμοιο προηγούμενο με την Αννα Βίσση δεν επαναλήφθηκε- ως τώρα τουλάχιστον.) Λες και η χώρα έχει εναποθέσει τις ελπίδες για διεθνή προβολή στη Εurovision (πώς αλλιώς εξηγείται η διαρκής ενασχόληση της κρατικής τηλεόρασης με το γεγονός;) και ειδικότερα στον Σάκη, τον οποίο δεν αργεί, φαντάζομαι, να χρίσει πρεσβευτή της Ελλάδας... γενικώς.
  • Στο πλαίσιο αυτό άλλωστε ο Σάκης έγινε δεκτός, στις 25 του περασμένου Φεβρουαρίου, από τον δήμαρχο Αθηναίων: ο Νικήτας Κακλαμάνης του ευχήθηκε τα δέοντα και τον ξεπροβόδισε με την «απειλή» «μην τολμήσεις να έρθεις πίσω χωρίς το πρώτο βραβείο» - για να έχει τη χαρά η Ελλάδα να φιλοξενήσει το 2010 τον διαγωνισμό. Ευχές άλλωστε, και μάλιστα από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, είχε λάβει και την άνοιξη του 2004, στην πρώτη του συμμετοχή στον μουσικό διαγωνισμό, ο οποίος τότε είχε πραγματοποιηθεί στην Κωνσταντινούπολη- και ο Ρουβάς είχε λάβει την τρίτη θέση με το τραγούδι «Shake it».
  • Η εθνική διάσταση που έχει προσλάβει η προβολή και η στήριξη του έλληνα τραγουδιστή εντός των τειχών είναι πρωτοφανής: σαν να έχουμε όλοι μαζί αποφασίσει να διατηρήσουμε ζωντανό το είδωλο του Σάκη Ρουβά, σαν να του παρέχουμε σανίδα σωτηρίας σε εποχές που ο κίνδυνος να σβήσει ο μύθος του είναι ορατός. Μετά την πρώτη Εurovision, ας πούμε, και τη μετέπειτα νίκη της ελληνικής συμμετοχής με την Ελενα Παπαρίζου, «όλοι μαζί» στηρίξαμε και εξακολουθούμε να τον στηρίζουμε- ποτέ δεν μένουμε χωρίς φήμες που να τον αφορούν: καριέρα στο εξωτερικό, ταξίδια στη δυτική ακτή της Αμερικής, συναυλίες στην Ευρώπη. Ο Σάκης άλλωστε ήταν και παραμένει (φαντάζομαι) η μεγάλη αδυναμία της Νάνας Μούσχουρη, η οποία τον διαφήμισε δεόντως.
  • Λες κι είναι ένας από τους πρωταρχικούς μας στόχους να είναι πάντα στην επιφάνεια ο Σάκης Ρουβάς. Κι αν για πολλούς δεν είναι ξεκάθαρη η επαγγελματική ιδιότητά του- τραγουδιστής, ηθοποιός, showman, παρουσιαστής, διασκεδαστής, ολίγον ακροβάτης -, εσχάτως απέκτησε σαφή προσωπική και οικογενειακή ταυτότητα, ως σύντροφος και πατέρας. Κι έτσι το κοινό του ηλικιακά διευρύνθηκε. Παρ΄ όλη όμως την κουβέντα γύρω από τον Σάκη, οι πωλήσεις των CD του παραμένουν σταθερές-από τη χρυσή εποχή της ανακάλυψής του ως τα τωρινά χρόνια της πατρικής ωριμότητας. Καθώς δεν πουλούσε ποτέ εκατό χιλιάδες αντίτυπα, εξακολουθεί να πουλάει γύρω στις 30.000-όπως λέει η εταιρεία του Μinos ΕΜΙ.
  • Σε αναζήτηση του εγχώριου και σύγχρονου Ντόριαν Γκρέι η Ελλάδα έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στον εκφραστή(;) της αιώνιας νεότητας και ομορφιάς, που τα κάνει όλα παρέα με το αστραφτερό χαμόγελο και τα υπέροχα λευκά δόντια. Παρών σε φιλανθρωπικές εκδηλώσεις και χορούς, θα συνεργαστεί και με την «Ελπίδα» για να βοηθήσει τους σκοπούς της κερδίζοντας λίγη ακόμη δημοσιότητα- ως νέος πατέρας άλλωστε έχει έναν λόγο ευαισθητοποίησης παραπάνω.
  • Σε τελική ανάλυση, καλά κάνει ο Σάκης Ρουβάς και αποδέχεται όλους αυτούς τους ρόλους: ως καλλιτέχνης της ελληνικής show business αναζητεί και αποζητεί τη δημοσιότητα, είτε αυτή προέρχεται από το τραγούδι, είτε από τη μία και μοναδική, ως τώρα τουλάχιστον, ταινία (το «Αlter ego», που βγήκε στις αίθουσες το 2007, έκοψε συνολικά 200.000 εισιτήρια) είτε από τη συμμετοχή του σε διαφημιστικές καμπάνιες (εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, διάσημο αναψυκτικό) είτε από την παρουσίαση ενός μουσικού τηλεοπτικού διαγωνισμού. Την ίδια στιγμή απολαμβάνει το αντίτιμο: προβολή, κι άλλη προβολή, κι άλλη προβολή. Το ερώτημα είναι γιατί η χώρα έχει αναλάβει αυτόν τον ρόλο. Φοβάμαι ότι η απάντηση είναι εξαιρετικά απογοητευτική...
  • της Μυρτώς Λοβέρδου | ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

ΛΟΥΣ ΚΑΣΑΛ: «Τα “Τακούνια”μού άνοιξαν πόρτες»

Η ντίβα της Ιβηρικής χερσονήσου που έγινε ιδιαίτερα γνωστή από την ταινία του Πέδρο Αλβοδόβαρ έρχεται στην Αθήνα για δύο συναυλίες

  • Η Λους Κασάλ ό,τι και αν κάνει στην καριέρα της θα έχει πάντοτε την ευλογία-κατάρα το μεγάλο κοινό να τη γνωρίζει από τα δύο εξαιρετικά τραγούδια «Un Αno de Αmor» και «Ρiensa en mi», που ερμήνευσε μοναδικά στην ταινία του ισπανού σκηνοθέτη Πέδρο Αλβοδόβαρ, «Ψηλά Τακούνια». Η ίδια, αν και δεν το ξεχνά, δείχνει ορισμένες φορές να δυσφορεί με τις συνεχείς αναφορές στον Αλμοδόβαρ: «Χωρίς αμφιβολία η επιτυχία από τα “Ψηλά τακούνια” μού άνοιξε νέες πόρτες αναμφισβήτητα, που ως τότε αμφισβητούσαν ή αγνοούσαν το όποιο ταλέντο μου. Ωστόσο από τότε πολλά άλμπουμ έχουν πουληθεί και οι συναυλίες μου έγιναν όλο και πιο δημοφιλείς. Αρα πρέπει να υπάρχει και κάτι άλλο υποθέτω.Φυσικά,ο Πέδρο Αλμοδόβαρ είναι ευφυέστατος». Εκρηκτική ερμηνεύτρια, γεμάτη πάθος, γνωρίζει πολύ καλά πώς να χαρίζει νέα ζωή σε ένα τραγούδι. «Η προσωπικότητά μου βρίσκεται παντού μέσα στα τραγούδια που ερμηνεύω,και σε κάθε περίπτωση αυτό είναι το ζητούμενο σε κάθε ερμηνεία μου.Μερικές φορές πρέπει να προσαρμοστείς στις συνθήκες που καθορίζει ένα τραγούδι» σημειώνει.
  • Η «ντίβα της Ιβηρικής χερσονήσου» έχοντας 24 δίσκους στο ενεργητικό της και εκατομμύρια πωλήσεις είναι ίσως η πιο διάσημη εκπρόσωπος της ποπ ισπανικής σκηνής στον κόσμο, ενώ έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία ανάμεσα στα οποία και το περίφημο Goya της Κινηματογραφικής Ακαδημίας της Ισπανίας. Η Λους Κασάλ γεννήθηκε στη Γαλικία, μεγάλωσε στην Αστούρια και σπούδασε πιάνο και μπαλέτο. Εφηβη ακόμη έγινε μέλος του ροκ συγκροτήματος Los Fannys. «Η ροκ ήταν ξεκάθαρη από την αρχή της καριέρας μου και ήταν η αγαπημένη μου μουσική από παιδί,και μόνο μετά το τέταρτο άλμπουμ άρχισα να δουλεύω με άλλα στυλ και ήχους» λέει η Κασάλ, όμως βιάζεται να προσθέσει πως οι σπουδαίοι τραγουδιστές του προηγούμενου αιώνα άφησαν έντονο το στίγμα τους στην ερμηνεία της: «Από τα πρώτα χρόνια οι μεγάλοι τραγουδιστές αποτελούσαν τη Βίβλο σε όσα έκανα.Πάντοτε μου άρεσαν η Εντίθ Πιαφ,η Μαρία Κάλλας,η Αρίθα Φράνκλιν ,η Τζάνις Τζόπλιν όπως επίσης και όλες οι φλαμένκο τραγουδίστριες».

  • Το 1977 μετακομίζει στη Μαδρίτη, για να προωθήσει την καριέρα της. Συνθέτει και ηχογραφεί δικά της κομμάτια, και δοκιμάζει τις υποκριτικές ικανότητές της συμμετέχοντας στο θεατρικό έργο «Las Divinas». Το ντεμπούτο της στη δισκογραφία έρχεται το 1980, με το single «Εl Αscensor», και δύο χρόνια αργότερα κυκλοφορεί ο πρώτος προσωπικός δίσκος της, με τίτλο το όνομά της. Η μεγάλη επιτυχία έρχεται το 1989, όταν υπογράφει συμβόλαιο με τη Ηispavox και το άλμπουμ «Luz V» με τα κλασικά τραγούδια «Τe Dejι Μarchar» και «Νo Μe Ιmporta Νada». Το 1995 κυκλοφορεί νέο άλμπουμ με τίτλο «Como La Flor Ρrometida». Η ίδια ομολογεί ότι είναι ο δίσκος για τον οποίο δούλεψε πιο σκληρά από όλους στη μουσική πορεία της. Εξάλλου τα 500.000 αντίτυπα που έφτασε, το επιβεβαιώνουν.

  • Δεν αργεί να έλθει και η αναγνώριση στο εξωτερικό. Τέλη της δεκαετίας του 1990 εντυπωσιάζει το κοινό του Παρισιού στο Οlympia και την ίδια χρονιά βγάζει νέο δίσκο, το «Un Μar De Confianza». «Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να περάσεις τα σύνορα της χώρας σου όταν η γλώσσα σου δεν είναι τα αγγλικά.Ημουν πολύ τυχερή όμως όσον αφορά την επιτυχία μου έξω από την Ισπανία.Προσφάτως με είχε καλέσει ο Τζάκσον Μπράουν για να ανοίξω τις συναυλίες του στο Φοίνιξ και στο Λος Αντζελες.Επειδή το κοινό στο οποίο με παρουσίαζε δεν ήξερε και πολλά για εμένα,έγραψε ο ίδιος ένα άρθρο για εμένα το οποίο μοιράστηκε στον καθένα ώστε να γνωρίζουν τι ακούν».

  • Την περασμένη χρονιά επέστρεψε δυναμικά, έπειτα από ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε, για 40 εμφανίσεις σε όλη την Ισπανία, συνεχίζοντας και στην Ευρώπη. Οπως λέει όμως δεν έχει προσφέρει ακόμη όσα θέλει: «Θα ήθελα να είμαι κάπου στη μέση της τροχιάς που διανύω φαντάζομαι. Παλιότερα ήθελα να φτάσω ψηλότερα και από το φεγγάρι,στην πραγματικότητα όμως σχεδόν ποτέ δεν καταφέρνει κανείς όσα ονειρεύεται,απλώς συμβιβάζεται με ό,τι έχει. Απλώς θα ήθελα να κάνω ακόμη περισσότερα πράγματα,αυτό είναι όλο».

Η Λους Κασάλ εμφανίζεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το Σάββατο 28 Μαρτίου και την Κυριακή 29/3.Η προπώληση των εισιτηρίων έχει ξεκινήσει στα ταμεία του Μεγάρου Μουσικής και στην Ερμού 1 (τηλ.210 7282.333).
  • του σακη δημητρακοπουλου | το βήμα, Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

ΠΑΡΙΣΙ. Ο ΑΙΩΝΑΣ ΤΗΣ ΤΖΑΖ

  • Πάνω από 1.000 έργα τέχνης και άλλα αντικείμενα συγκροτούν τον Αιώνα της τζαζ, την έκθεση του Μουσείου Μπρανλί (ως τις 28 Ιουνίου) η οποία αφηγείται την ιστορία του μουσικού αυτού ιδιώματος από την εποχή της εμφάνισής του, στα τέλη του 19ου αιώνα, ως τα τέλη του 20ού.

  • Κινηματογραφικές ταινίες, φωτογραφίες, πίνακες ζωγραφικής, εικονογραφήσεις, καλύμματα δίσκων, εφημερίδες, περιοδικά, αφίσες, βιβλία παρουσιάζουν παραστατικά την πορεία και τις φάσεις του φαινομένου, εμβαθύνοντας όχι μόνο στην καλλιτεχνική αλλά και στις άλλες πλευρές του, την οικονομική και την κοινωνική. Ιδιαίτερα φαίνεται ότι φωτίζει η έκθεση δύο ακόμη παράγοντες αναπόσπαστους από την ιστορία της τζαζ. Ο ένας είναι το έντονο στοιχείο ρατσισμού με το οποίο προσέγγιζαν οι λευκοί Αμερικανοί την κατά τα άλλα προσφιλή τους «μουσική των νέγρων». Ο άλλος είναι η στενή σχέση της τζαζ με τις άλλες σύγχρονές της τέχνες, και ιδίως τις εικαστικές, με τις δέουσες αναφορές στις προσωπικότητες που έπαιξαν ρόλο στη διάδοση και στην καθιέρωσή της, όπως ο Πικάσο, ο Κίρχνερ, ο Μπρετόν και τόσοι άλλοι. Τα δημοσιεύματα δείχνουν ότι η έκθεση, παρά την εμβρίθειά της, σφύζει από ζωντάνια ανάλογη με του αντικειμένου της και εκφράζει το πνεύμα της τζαζ που επικεντρώνεται στη λατρεία του παρόντος. Βρετανός ανταποκριτής αναφέρεται στη μειωμένη απήχηση της τζαζ στις ημέρες μας και διαπιστώνει ειδικά για τους Ευρωπαίους ότι «περισσότερο αγαπούν την ιδέα της τζαζ παρά την πραγματικότητα της ακρόασής της».

  • ARS... BREVIS, της αναστασιας ζενακου, το βήμα, Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

Saturday, March 28, 2009

Ηθελα να παίζω τέκνο και να βγαίνει ποπ

  • «Αρχικά είχα σκεφτεί να κυκλοφορήσω δύο δίσκους. Αλλά ξέρω ότι η εποχή επιτρέπει να έχεις ένα πειραματικό κομμάτι, ένα ποπ και μετά ένα χορευτικό στον ίδιο δίσκο. Εγώ έτσι ακούω μουσική, όπως και όλοι όσοι ακούνε ΜΡ3 στο δρόμο. Οποτε σκέφτηκα ότι μπορώ να κρατάω τα χαρακτηριστικά μου και να προχωράω κάθε φορά σε διαφορετικό κομμάτι».

Ο Felizol ή Γιάννης Βεσλεμές παρουσιάζει σήμερα στον «Ιανό» τον δίσκο του

Ο Felizol ή Γιάννης Βεσλεμές παρουσιάζει σήμερα στον «Ιανό» τον δίσκο του

  • Ετσι εξηγεί ο Felizol ή Γιάννης Βεσλεμές τη φιλοσοφία πίσω από το «Birthdays», το ντεμπούτο του. Το παρουσιάζει σήμερα στον «Ιανό» (9.00 μ.μ.- 10 ευρώ) και αύριο unplugged στο «Bios». «Οταν το έγραφα», λέει, «άκουγα Λέοναρντ Κοέν και Σκοτ Γουόκερ. Ταυτόχρονα άκουγα τέκνο και ελεκτρόνικα και κάπως έτσι συνδύασα τους ήχους άθελά μου. Μέσα σε μια σύγχυση, όπου ήθελα να παίζω τέκνο αλλά να γράφω και ποπ, προέκυψε ο δίσκος. Κουβαλάει στοιχεία και από τον Ρικάρντο Βιλαλόμπος, τον τέκνο χάουζ παραγωγό, αλλά και από τον Νίνο Ρότα των ταινιών του Φελίνι».
  • Το «Birthdays», «κάτι σαν ημερολόγιο, αφού για πέντε χρόνια τα κομμάτια γράφονταν, γίνονταν οι ενορχηστρώσεις και μετά άλλαζαν», είναι μια σειρά τραγουδιών, που στα φωνητικά συμμετέχουν ο The Boy, η Σαβίνα Γιαννάτου, ο Dr. Hector και η Madame Bouche. «Με τον The Boy δουλεύουμε μαζί, η Σαβίνα Γιαννάτου είχε έρθει τυχαία στο στούντιο, της άρεσε η μουσική και μου έκανε δώρο τον αυτοσχεδιασμό της. Ενώ η Madame Bouche τραγουδάει σόουλ και τζαζ ρεπερτόριο».
  • Σκηνοθέτης με τέσσερις ταινίες μικρού μήκους, που ξεκινάει τώρα την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, το «1901», ο Γιάννης ασχολήθηκε με τη μουσική σοβαρά από το 2004. «Είχαμε ένα συγκρότημα με τον Αλέξανδρο Βούλγαρη (τον The Boy) και τους Sportex και παίζαμε αρτ πανκ». Με πέντε χρόνια σπουδών στο κλασικό πιάνο και στην ουσία αυτοδίδακτος, ξεκίνησε κυκλοφορώντας δωδεκάιντσα με χορευτικό ήχο ως Stealcut. Πρόσφατα έκανε και την παραγωγή, συνυπογράφοντας και συνθέσεις, στο «Time Machine» των Mary And The Boy.
  • «Το Felizol είναι η ποπ πλευρά μου, ο συνδυασμός των ηλεκτρονικών με τα ακουστικά όργανα. Και σε όλα τα κομμάτια, ακόμα και τα ορχηστρικά, επινοώ ιστορίες. Δεν χρειάζομαι πάντα στίχους για να περιγράψω αυτό που έχω στο μυαλό μου», εξηγεί. Κυκλοφόρησε τον δίσκο από την ανεξάρτητη Puzzle records. «Δυσκολεύτηκα να βρω εταιρεία», υποστηρίζει. «Κάποιοι το θεωρούσαν πολύ ποπ και κάποιοι πολύ πειραματικό».
  • Τώρα το παρουσιάζει ζωντανά. «Οι συναυλίες είναι ο μόνος τρόπος να κινήσω το υλικό μου», λέει. «Δεν είναι η σωστή αρχή, αφού η ηλεκτρονική μουσική είναι από τη φύση της στουντιακή. Οπότε οι συναυλίες είναι ή πιο χορευτικές ή πιο ατμοσφαιρικές». Οσο για το Ιντερνετ; «Τις πρώτες μέρες κατέβασαν τον δίσκο καμιά διακοσαριά άτομα. Αλλά δεν νομίζω ότι τον ακούνε. Είναι πιο δύσκολο να ακούς παρά να κατεβάζεις μουσική».

Ο Βασίλης [Παπακωνσταντίνου] που ζούμε για να τον ακούμε

  • Τριάντα πέντε χρόνια καριέρας και συνεργασίας με σπουδαίους δημιουργούς, 600 τραγούδια και δεκάδες γενιές που «καθρεφτίστηκαν» σ' αυτά και μεγάλωσαν ή μεγαλώνουν με τη φωνή του.

  • Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου παραμένει ο αγαπημένος πολλών, όπως κι ενός σημαντικού μέρους πολύ νέων ακροατών, εκείνων που παραλαμβάνουν κάθε φορά από τους προηγούμενους τη σκυτάλη του παλιού συναυλιακού συνθήματος «Βασίλη, ζούμε για να σ' ακούμε». Ισως γιατί κι ο ίδιος παραμένει ροκ, ασυμβίβαστος, νέος κι απαράλλακτος τόσο ως προς τη δυναμική της ερμηνείας του όσο και ως προς το ύφος και την εμφάνισή του, τα οποία ποτέ δεν δέχτηκε να προσαρμόσει στις life style απαιτήσεις κάθε εποχής.

Με τους Scorpions

  • Με αφορμή τα 35α «γενέθλιά» του στο ελληνικό τραγούδι κι όσο εκείνος προετοιμάζει τη συμμετοχή του στη μεγάλη συναυλία των Scorpions στις 6 Ιουλίου στο Στάδιο Καραϊσκάκη, η «Κ.Ε.» προσφέρει από αύριο και για τις πέντε επόμενες Κυριακές τέσσερα cd με τις πολυτιμότερες στιγμές της διαδρομής του, αλλά κι ένα dvd με τη συναυλία του στο Ηρώδειο τον Μάιο του 2005.
  • Τα cd είναι ένα απάνθισμα των κορυφαίων συνεργασιών του με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μάνο Λοΐζο, τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Μάνο Ελευθερίου, τον Κώστα Τριπολίτη, τον Γιάννη Νεγρεπόντη, τον Αλκη Αλκαίο, τον Οδυσσέα Ιωάννου, τον Αντώνη Βαρδή, τον Λάκη Παπαδόπουλο κ.ά. Απ' τα πιο τρυφερά «Σ' ακολουθώ», «Γερνάς και σκοτεινιάζει» στα πιο πολιτικά «Στο παζάρι του ληστή» ή «Αυτούς τους έχω βαρεθεί». Από τον παράξενο Εγγλέζο θερμαστή «William George Alley» στον «Κουρσάρο» και τον «Σεμπάστιαν». Απ' τον χαριτωμένο «Μαύρο γάτο» στο επικό «Ελλάς» ή στα δυναμικά «Χαιρετίσματα». Τα cd περιλαμβάνουν και πολλά δικά του τραγούδια ή άλλα που δεν έχουμε ταυτίσει με τη φωνή του (όπως το «Μάλιστα κύριε» του Ζαμπέτα), αποδεικνύουν όμως ξανά το εύρος και την τεράστια γκάμα του ρεπερτορίου του.
  • Εννοείται ότι ανάμεσα στα τραγούδια περιλαμβάνεται και η αυτοβιογραφική και χιουμοριστική του «Σφεντόνα», που ξεκινάει την ιστορία απ' την αρχή. Απ' την 21η Ιουνίου του 1950, όταν στη Βάστα της Αρκαδίας, κοντά στη Μεγαλόπολη, «γεννήθηκα σ' ένα χωριό Τετάρτη μεσημέρι, γιατρός δεν με ξεπέταξε, μα μιας μαμής το χέρι. Οι συγγενείς μαζεύτηκαν από νωρίς στο σπίτι, «πώς είναι έτσι το παιδί και τι μεγάλη μύτη!»».
  • Αυτό το παράξενο και εξαρχής δυναμικό παιδί απέκτησε στα 12 χρόνια του την πρώτη του κιθάρα. Η οικογένεια είχε μετακομίσει πια στην Αθήνα, στη Νέα Φιλαδέλφεια, κι εκεί με τα παιδιά της γειτονιάς έφτιαξε και το πρώτο του συγκρότημα, τους «Crosswords», που τραγουδούσαν ιταλικές επιτυχίες της εποχής. Αρχές δεκαετίας του '70 ο Βασίλης αυτονομήθηκε κι άρχισε να τραγουδάει τα έντεχνα ελληνικά. Αυτά έλεγε και στα ελληνικά φοιτητικά στέκια του Μονάχου, όπου πήγε το 1973 συμμετέχοντας σε επιτροπές του αντιδικτατορικού αγώνα.
  • Αλλά, όπως έλεγε σε συνέντευξή του στην «Ε» στη Φωτεινή Μπάρκα το 2003, «τρυφερή μου επιθυμία τότε ήταν να γνωρίσω κάποτε τον Μίκη Θεοδωράκη. Το έκανα. Πήγα από τη Γερμανία στο Παρίσι, του χτύπησα την πόρτα, του τραγούδησα και συμφωνήσαμε ότι θα συνεχίσουμε τις περιοδείες μαζί. Οταν γυρίσαμε στην Ελλάδα ήταν ήδη 1974 και μπήκαμε αμέσως στο στούντιο για τον «Προδομένο λαό». Συγχρόνως ζητάω από την εταιρεία να γνωρίσω τον Μάνο Λοΐζο. Τον γνώρισα, του τραγούδησα και μπήκα στον πρώτο δίσκο του, τα «Τραγούδια του δρόμου»...».
  • Ακολούθησαν συνεργασίες με διάφορους δημιουργούς. «Τραγούδησα με τον Θάνο Μικρούτσικο τον Καββαδία, με τον Θεοδωράκη τον Λειβαδίτη, τον Καρυωτάκη, τον Αλκη Αλκαίο, τον Κώστα Τριπολίτη, μέχρι Κωστούλα Μητροπούλου, Νεγρεπόντη και Νικόλα Ασιμο. Υπήρχε όμως πάντα σ' εμένα αυτή η σαλάτα των καταβολών μου, από το δημοτικό τραγούδι των νανουρισμάτων, στον Βαμβακάρη, στον Τσιτσάνη, στον Θεοδωράκη και στον Χατζιδάκι, που μαζί με τον Σαββόπουλο, τους Μπιτλς και τους Ρόλινγκ Στόουνς μού δημιούργησαν ένα συνονθύλευμα με την καλή έννοια, που μου άρεσε. Μόλις, λοιπόν, μου δόθηκε η ευκαιρία, στον πρώτο προσωπικό μου δίσκο («Βασίλης Παπακωνσταντίνου»), το ακολούθησα. Δυνατότερο, φυσικά, ήταν το στίγμα μου με το «Φοβάμαι»», έλεγε στην ίδια συνέντευξη.

Από το πολιτικό στο ροκ

  • Αν ο πρώτος κύκλος της καριέρας του σημαδεύεται κυρίως από τον Λοΐζο, τον Μικρούτσικο και τον Ασιμο, τις συναυλίες της Μεταπολίτευσης, τα σπουδαία του έντεχνου και το παρόν μιας δρώσας και αριστερής πολιτικής συνείδησης, ο δεύτερος κύκλος ανήκει στην πιο ροκ πλευρά του και στις μεγάλες συναυλίες: Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, Αλεξάνδρας και χιλιάδες κόσμου που τον αποθεώνει.
  • Αυτή την «εφηβική», δυναμική εικόνα και τη σπουδαία φωνή έχουμε ακόμα να χαιρόμαστε στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Είτε εμφανίζεται στο Ηρώδειο σε μια unplagued συναυλία-αναδρομή, είτε στα μεγάλα στάδια, είτε ως μέλος μιας μεγάλης, αμετανόητα ροκ, παρέας στις μουσικές σκηνές. Δεν είναι τυχαίο ότι από τα τόσα τραγούδια του κάθε γενιά φτιάχνει το προσωπικό της «play-list». Ολα αυτά τα «προσωπικά» εκπροσωπούνται στο μουσικό «ανθολόγιο» των cd και του dvd. Μ' έναν τρόπο, δηλαδή, είμαστε όλοι εκεί μαζί του... *

Friday, March 27, 2009

Γιώργος Κουρουπός: «Σου λένε ουσιαστικά να μην υπάρχεις... »

  • Το ΥΠΠΟ μειώνει τη χρηματοδότηση της Ορχήστρας των Χρωμάτων, που ακύρωσε προγραμματισμένες εκδηλώσεις

  • Ενσάρκωση του οράματος του ιδρυτή της Μάνου Χατζιδάκι, η Ορχήστρα των Χρωμάτων, που κλείνει είκοσι χρόνια δημιουργικής προσφοράς, έχει έμπρακτα αποδείξει το σημαντικό ρόλο της στη μουσική ζωή του τόπου μας. Ομως, παρά το εξαιρετικό της έργο, συνεχίζει να είναι δέσμια μιας ανάλγητης πολιτικής, που δεν της εξασφαλίζει ούτε τα στοιχειώδη προκειμένου να συνεχίσει να υπάρχει. Χτες, η Ορχήστρα ανακοίνωσε ότι, λόγω οικονομικών δυσχερειών, ακυρώνει τον κύκλο εκδηλώσεων «Μουσική και Κινηματογράφος» στο «Τριανόν» (είχε προγραμματιστεί για τις 4-10/5) και την αφιερωμένη στον Μάνο Χατζιδάκι ημερίδα - συναυλία, προγραμματισμένη για τις 22/6, στο Μέγαρο Μουσικής.
  • «Είμαστε αναγκασμένοι να ακυρώσουμε όποιο πρόγραμμα μέχρι και τον Ιούλιο δεν καλύπτεται από αυτοχρηματοδότηση (χορηγίες, έσοδα)», μας λέει ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Ορχήστρας, Γιώργος Κουρουπός, καθώς «το ΥΠΠΟ με έγγραφό πριν ένα μήνα μας ανακοίνωσε ότι η Ορχήστρα λαμβάνει φέτος 1.400.000 ευρώ, δηλαδή 200.000 ευρώ λιγότερα από όσα έπαιρνε τα τελευταία χρόνια. Λόγω του επετειακού χαρακτήρα της χρονιάς είχαμε ζητήσει 1.800.000 ευρώ, καθώς τα 1.600.000 καλύπτουν αποκλειστικά τα ανελαστικά έξοδα της ορχήστρας (μισθοί, γραφείο, διαγωνισμός «Μητρόπουλος»). Κάτω απ' αυτό το ποσό δεν μπορούμε αντικειμενικά να υπάρξουμε. Ολο το πρόγραμμα τα τελευταία χρόνια το καλύπταμε με δικά μας έξοδα, δεν πλήρωνε το υπουργείο γι' αυτό. Τώρα, μας δίνουν λιγότερα και από τις ανελαστικές δαπάνες. Ετσι, κόβουμε όποια εκδήλωση δεν αυτοχρηματοδοτείται, όμως τον Ιούλη, αν τελικά δεν αλλάξει η απόφαση, θα πρέπει να κόψουμε από εργαζόμενους, που σημαίνει ότι κι εγώ θα παραιτηθώ. Αφού τα 1.400.000 δε φτάνουν για τ' ανελαστικά, όσα προγράμματα και να κόψουμε, δε γίνεται τίποτα. Αν δεν αλλάξει η απόφαση, δεν έχουμε τρόπο να κρατήσουμε τους 47 εργαζόμενους (40 μουσικούς και 7 υπαλλήλους). Οσο υπάρχεις προγραμματίζεις και βγάζεις και τα έξοδα της παραγωγής. Ομως δεν μπορεί ποτέ σε πολυσύνολα σχήματα, μισθοί, ενοίκια κλπ να καλύπτονται από τις χορηγίες. Μέχρι στιγμής καταφέραμε να χρωστάμε σε μισθούς μόνο δύο μήνες. Μαζεύουμε ό,τι μπορούμε από προηγούμενες συνεργασίες μας... Ομως όταν το ποσό που δίνει το ΥΠΠΟ δεν καλύπτει καν τα ανελαστικά, έχεις πρόβλημα, ό,τι και να κάνεις. Τώρα δε σου κόβουν κάποιο πρόγραμμα, σου λένε ουσιαστικά να μην υπάρχεις. Εμμέσως λένε "απολύστε μουσικούς"». [ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Σάββατο 28 Μάρτη 2009]

ΝΙΚΟΣ ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ: «Είμαι ένας άνθρωπος αγιάτρευτος, μανιακός του ήχου και των κειμένων»

http://www.os3.gr/festival_2007b/petras/nikos_mamagakis.jpg

  • Το σπίτι του στο Μετς έχει κάτι από ινδικό ναό με μια χαρούμενη νότα αυλής σχολείου. Ο Νίκος Μαμαγκάκης, ένας από τους σημαντικότερους και πολυγραφότερους Ελληνες συνθέτες, μας υποδέχεται εκεί, ανάμεσα σε αυτοσχέδια μουσικά όργανα, δίσκους και βιβλία που εκδίδει από τη δική του εταιρεία και μας μιλάει για την αβάσταχτη αγάπη του για τη λογοτεχνία και τη μουσική. Σε κάποιο εσώφυλλο δίσκου διαβάζω ένα μικρό σημείωμά του για τη μουσική:
  • Και όπως στον έρωτα... λυτρώνει σε δωμάτια με ημίφως, κλειστά παράθυρα και πεσμένα παραπετάσματα. Αλλά και γιατί όχι και σε υπαίθριους χώρους με άπλετο φως και διάφανο αγέρα, ή και ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα και σε βροχή, σε χιόνια...

Τα τελευταία χρόνια έχετε ηχογραφήσει από την αρχή όλους τους δίσκους σας, οι οποίοι κυκλοφορούν πλέον από τη δική σας εταιρεία, την Ιδαία. Επίσης, έχετε ξεκινήσει ένα εκδοτικό έργο και ήδη τέσσερα βιβλία σας είναι στην αγορά. Πώς αποφασίσατε να αναλάβετε μόνος σας όλη αυτή τη δράση;

  • ΝΙΚΟΣ ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ: Από απόγνωση. Τρελάθηκα με την αυθαιρεσία των δισκογραφικών εταιρειών, οι οποίες κυκλοφορούσαν μόνον ό,τι τους άρεσε από το έργο μου ή και τίποτα. Αποφάσισα, λοιπόν, χωρίς καμία βοήθεια, να το κάνω μόνος μου. Εφτιαξα μια μικρή ετικέτα, την Ιδαία (από το αρχαίο όνομα της Κρήτης), που είναι μια «βιοτεχνία» μουσικής. Καμία σχέση με πρακτικές εταιρειών, πολιτικές δημόσιων σχέσεων και κερδοσκοπία. Εβαλα όσα λεφτά είχα και δεν είχα και μπήκα στο δικό μου στούντιο, το οποίο δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από αυτά των εταιρειών. Ηχογράφησα από την αρχή 42 δίσκους μου. Πολλή δουλειά. Και έπεται συνέχεια.

Ποια ανάγκη σάς έσπρωξε να προχωρήσετε και στις εκδόσεις;

  • Ν.Μ.: Τείνω να γίνω συνθέτης κειμένων, ξέρεις. Είμαι μανιακός με τα κείμενα. Κατακλύζομαι από σελίδες κειμένων σε όλη μου τη ζωή. Από μικρό παιδί, στην Κατοχή, όταν πρωτοδιάβασα το ξεκοιλιασμένο από τους βομβαρδισμούς Ασμα Ασμάτων στο κατώφλι του σπιτιού μου στο Ρέθυμνο. Αμέσως μετά διάβασα την Ερωφίλη. Η πρώτη μου μελοποίηση, σε ηλικία 12 ετών, ήταν πάνω σε ένα ποίημα μιας χριστιανής ποιήτριας που βρήκα σε ένα περιοδικό της μάνας μου. Και στη Γερμανία, όταν σπούδαζα κοντά στον Καρλ Ορφ, που ήταν μέγας λάτρης των κειμένων, πάλι κοντά στα κείμενα ζούσα και ανέπνεα. Εκεί πρωτοδιάβασα τον Οδυσσέα του Τζόις και όλους τους μεγάλους συγγραφείς. Ηταν, λοιπόν, φυσικό να θελήσω κάποτε να εκδώσω κείμενα που θεωρώ σημαντικά, αφού ποτέ δεν ξεχώρισα τα κείμενα από τα μουσικά έργα μου. Ενας ακόμη λόγος ήταν ότι κάποια κείμενα που ήθελα να μελοποιήσω δεν υπήρχαν. Οπως, για παράδειγμα, το λαϊκό έπος του Παντζελιού, το οποίο μιλάει για την πρώτη επανάσταση στην Κρήτη το 1770 και τη δράση του Δασκαλογιάννη. Εντόπισα μόνο μία μοναδική παλιά έκδοση σε κάποια βιβλιοθήκη της Κρήτης.

Ποια βιβλία έχετε εκδώσει μέχρι σήμερα;

  • Ν.Μ.: Εκτός από «Το τραγούδι του Δασκαλογιάννη», τον οποίο θεωρώ ένα από τα πιο φωτισμένα πρόσωπα όλου του Ελληνισμού, έχω εκδώσει επίσης τα ποιήματα του εξαίσιου ρεθυμνιώτη βάρδου και αυτοσχέδιου ποιητή Γιώργου Καλομενόπουλου, «Τα Ψηλορείτικα», «Το τραγούδι του παλιού Ρεθύμνου» και τις «Κρητικές αύρες», γραμμένα από έναν δημιουργό με πολύ προσωπικό ιδίωμα. Ακόμη, τον «Νέο Ερωτόκριτο» του αγαπημένου φίλου μου Παντελή Πρεβελάκη, του οποίου επίσης το κείμενο δεν υπήρχε και το εξέδωσα για πρώτη φορά. Είναι μια συγκλονιστική και τολμηρή λογοτεχνική στιγμή του. Τέλος, το δοκίμιο του μεγάλου μουσικολόγου και διανοουμένου Γιάννη Παπαϊωάννου, του περίφημου Νανάκου. Τον είχα καλέσει στο κτήμα μου στον Θεολόγο και μιλούσαμε 10 μέρες. Καταρράκτης πληροφοριών. Αυτή η ηχογράφηση έγινε βιβλίο, με τίτλο «Διάλογοι πάνω στη σύγχρονη ελληνική μουσική».

Δεν αντιμετωπίσατε προβλήματα διανομής στα δισκοπωλεία και τα βιβλιοπωλεία;

  • Ν.Μ.: Πήγα μόνος μου σε όλα τα μεγάλα μουσικά μαγαζιά φορτωμένος με τα cd μου και τους ρώτησα: «Τα θέλετε; Είναι το έργο μου». «Βεβαίως, κύριε Μαμαγκάκη», μου είπαν. Λεφτά δεν έβγαλα ούτε αυτός ήταν ο σκοπός μου. Αυτό που ήθελα, και το πέτυχα σε πείσμα όλων, ήταν να υπάρχει το έργο μου παντού, σε όλη την Ελλάδα. Και στα βιβλία μου προσπαθώ να κάνω το ίδιο. Σήμερα βρίσκονται στην Πολιτεία, στον Ιανό, στον Κάουφμαν, στην Πρωτοπορία και στον Νάκα. Εχω δημιουργήσει, επίσης, ένα εργαστήρι εξωφύλλων και χωρίς να περνιέμαι για εικαστικός, φτιάχνω μόνος μου και τα cd και τα βιβλία. Η ανάγκη με ώθησε να το κάνω, αφού έπρεπε να δώσω μόνο γι' αυτά πάνω από 200.000 ευρώ, τα οποία φυσικά δεν είχα. Πρέπει να πω ότι μέσα στην τρέλα μου και στο πείσμα μου υπήρξα πολύ τυχερός. Με βοήθησαν σε όλη αυτή την προσπάθεια άνθρωποι ταλαντούχοι, συνεργάτες με όραμα.

Σε ποιο μεγάλο κείμενο ακουμπήσατε πρώτη φορά για να εμπνευστείτε μουσικά;

  • Ν.Μ.: Στον Ερωτόκριτο, ο οποίος έχει υποστεί καμιά πενηνταριά γραφές από τότε. Σε όλα μου σχεδόν τα έργα συμβαίνει αυτό. Και τα τελευταία χρόνια που τα ηχογραφώ ξανά, τα αναβιώνω, τα ανασυνθέτω, τα εκτελώ από την αρχή. Πολύμοχθη εργασία, ώρες ατέλειωτες, ακόμα και 20 ώρες την ημέρα, 7 μέρες τη βδομάδα. Μέχρι τελικής πτώσεως.

Γιατί νιώθετε την ανάγκη να επανέρχεστε;

  • Ν.Μ.: Τα έργα δεν τελειώνουν, μη γελιόμαστε. Οι ειδικοί λένε ότι λιγότερο από 50% είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί από την αρχική ιδέα που συλλαμβάνει ένας δημιουργός.

Νιώθετε ότι κάτι λείπει από το έργο, ότι κάποια καινούρια ιδέα πιέζει και πρέπει να συμπληρωθεί;

  • Ν.Μ.: Νομίζεις ότι δεν θέλω να γλιτώσω από όλα αυτά που έχω ήδη γράψει; Είναι οδυνηρό. Και πιο δύσκολο να διορθώσεις από το να δημιουργήσεις κάτι καινούριο. Αλλά νιώθω, ξέρω, αισθάνομαι ότι τα έργα μου δεν έχουν τελειώσει. Την ίδια στιγμή που γράφω κάτι σκέφτομαι την ανασύνθεσή του, τη βελτίωσή του. Ολοι οι δημιουργοί έχουν γράψει άπειρες φορές τα θέματά τους. Μήπως ο Μπετόβεν δεν ήξερε μουσική και βλέπεις στις παρτιτούρες του τόσες διορθώσεις; Και ο Τολστόι; Χιλιάδες αναθεωρήσεις.

Θυμήθηκα τώρα το «Αγνωστο Αριστούργημα» του Μπαλζάκ, όπου ο ζωγράφος με τη μανία του για την τελειότητα καταστρέφει το δημιούργημά του. Δεν υπάρχει αυτός ο κίνδυνος;

  • Ν.Μ.: Υπάρχει, βεβαίως, αλλά στην περίπτωσή μου δεν πρόκειται για τελειομανία. Δεν είμαι ούτε ιδιοφυής ούτε μεγαλοφυής. Είμαι ένας άνθρωπος αγιάτρευτος και φανατικός, χτυπημένος από τη μανία του ήχου και των κειμένων, ένας ηχολάγνος, ένας ηχουργός, σε βαθμό που σκέφτομαι ότι τώρα που είμαι πρεσβύτης πώς διάβολο αντέχει το μυαλό μου... Θέλει κότσια, κόπο, στερήσεις και κουράγιο να κάθεσαι ώρες ατέλειωτες και να δουλεύεις. Στη μουσική το μολύβι είναι πολύ βαρύ αν δεν κάνεις αναμασήματα και δεν γαργαλάς τα υπογάστρια των ανθρώπων. Δεν είναι παίξε-γέλασε η μουσική. Είναι μια γοητεία που κρατάει χρόνια, ακόμα και στην πιο μεγάλη κούραση, ακόμα και στα αδιέξοδα.

Από πού αντλείτε αυτή τη δύναμη;

  • Ν.Μ.: Ξέρω κι εγώ; Από μια ανωμαλία που έχει γίνει πια χρωμόσωμα. Ο μύθος λέει ότι στη νεκροψία βρέθηκαν στα πόδια του Νιζίνσκι κάτι ίνες σαν αυτές που έχουν τα πουλιά. Είμαι σκλάβος του πάθους μου. Ανήκω στη μουσική, χωρίς αυτό να εμπεριέχει τίποτε μεταφυσικό ή μεγαλόπνοο. Εγώ γράφω μουσική με όση δύναμη έχω και θέλω να φτάσω τις ιδέες μου στο καλύτερο δυνατό σημείο. Και να μελοποιώ τα μεγάλα κείμενα. Οπως την Οδύσσεια του Ομήρου σε απόδοση του αγράμματου κρητικού ριμαδόρου Γιώργη Ψυχουντάκη και το Συμπόσιο του Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα, με τα οποία θα καταπιαστώ στο μέλλον.
Εχετε μελοποιήσει μεγάλους ποιητές, όπως Σαπφώ, Ρίτσο, Εγγονόπουλο, Καβάφη, Κάλβο, Αισχύλο, Λόρκα και τόσους άλλους. Ποιοι από αυτούς σάς έχουν εμπνεύσει περισσότερο;
  • Ν.Μ.: Ο Γεώργιος Χορτάτζης είναι ο μεγαλύτερος Ελληνας ποιητής μετά τους τραγικούς. Είναι η γέφυρα μεταξύ του Αισχύλου και του νέου Ελληνισμού. Μετά, έρχεται ο Βιτσέντζος Κορνάρος, που ήταν μαθητής του. Δεν θυμάμαι καμιά περίοδο της ζωής μου που να μη με απασχολεί η Ερωφίλη του Χορτάτζη. Είναι ένα έργο που με καθόρισε. Και τον Ρίτσο τον αγάπησα πολύ. Δεν μπόρεσα ποτέ να μελοποιήσω Ελύτη, παρότι η ποίησή του είναι τεράστια και ήταν φίλος μου. Υπέροχος άνθρωπος. Και από τον Σεφέρη, πολύ λίγα έχω γράψει, παρότι είχα την παρότρυνσή του. Και ήταν, ξέρεις, δύσκολος άνθρωπος, φειδωλός στα κομπλιμέντα, βαρύς. Μου είχε μάλιστα γράψει σε ένα γράμμα ότι κάνω μουσική με γνώση και με τρόπο.

Γιατί δεν μπορέσατε να τους μελοποιήσετε αφού αγαπούσατε την ποίησή τους;

  • Ν.Μ.: Δεν εξηγείται. Η μελοποίηση των κειμένων, η προσέγγισή τους είναι τεράστιο ζήτημα. Η σχέση λόγου και ήχου είναι πολύ συχνά απροσπέλαστη. Και εγώ και μεγαλύτεροι συνθέτες από εμένα έχουμε εντρυφήσει, χωρίς πάντα να έχουμε καταφέρει πολύ καλές λύσεις. Η ζωή μου είναι αυτή η προσπάθεια. Αγαπώ την καθαρή μουσική, τα κονσέρτα, αλλά πιο πολύ τα μελοποιημένα κείμενα. Ξερογλείφομαι όπως ένα σκυλί μπροστά στην Οδύσσεια και στο Συμπόσιο του Πλάτωνα. Και παρακαλάω να είμαι καλά στην υγεία μου, να μπορέσω να αντέξω, να καταφέρω να τα μελοποιήσω με τον τρόπο που ονειρεύομαι.

Ο πρώτος μουσικός ήχος που θυμάστε ποιος ήταν;

  • Ν.Μ.: Η καμπάνα της εκκλησίας, δίπλα στο σπίτι μου. Ηθελα να με πηγαίνει η μάνα μου στην ταράτσα να την ακούω να χτυπά. Και στην προκυμαία, όταν άκουσα πρώτη φορά τη λύρα του Ανδρέα Ροδινού, πρώτου μου ξάδελφου, ο οποίος υπήρξε ο μεγαλύτερος λυράρης που έβγαλε ποτέ η Κρήτη. Είναι εκείνος που ανέπτυξε πρώτος την τεχνική της λύρας με το σπάνιο, εξαιρετικό χάρισμα που είχε. Ηταν ένα αστέρι: ψηλός, όμορφος, πρώτος μαθητής, στα 16 του έπαιζε όλο το ρεπερτόριο. Μπορούσε να παίζει 3 μέρες χωρίς σταματημό. Πέθανε στα 22 από φυματίωση και η γιαγιά μου τυφλώθηκε από τα κλάματα. Ακόμα έχω στα αυτιά μου τα μοιρολόγια για τον Ανδρέα. Ημουνα 5 χρονώ.

Η μουσική σας είναι ιδιωματική, αβανγκάρντ, ενώνει πρωτοποριακούς ήχους με τη δημοτική μουσική, περνάει από το έντεχνο στο ρεμπέτικο και το λαϊκό, και από τις όπερες, τα ορατόρια και τις συμφωνίες στα απλά τραγούδια. Πώς ταιριάζουν μεταξύ τους όλα αυτά;

  • Ν.Μ.: Η μουσική είναι μία. Είναι η τέχνη και η επιστήμη των ήχων. Εγώ, μουσικός είμαι, ήχους οργανώνω και δεν με ενδιαφέρει καθόλου να βάλω ετικέτες στους ήχους. Είναι σαν να λέμε ότι δεν μπορούμε να πάμε στην Επίδαυρο να δούμε τραγωδία και μετά να ακούσουμε ρεμπέτικο. Χαιρόμαστε και με τα δύο, τα αγαπάμε και τα δύο και δεν χρειάζεται να απολογηθούμε σε κανέναν γι' αυτό. Το να γράψεις ένα καλό τραγούδι δεν θέλει λιγότερη δύναμη από το να γράψεις μια συμφωνία. Απλώς η συμφωνία χρειάζεται περισσότερο χρόνο.

Εχετε γράψει εκατοντάδες τραγούδια, ακόμη και για τη Φίνος Φιλμς.

  • Ν.Μ.: Ρώτησα κάποτε τον Ξενάκη γιατί δεν γράφει τραγούδια. Μου απάντησε ότι δεν μπορούσε. Μια ομολογία ειλικρινής και τρομακτική. Θα σου πω ακόμη ότι σχεδόν όλοι οι αβανγκαρντίστες συνθέτες που γνωρίζω δεν μπορούν να γράψουν ένα τραγούδι. Γι' αυτό δεν γράφουν. Εγώ αν δεν μπορώ να γράψω ένα τραγούδι δεν μπορώ να ζήσω. Τρελαίνομαι, το καταλαβαίνεις; Υπάρχουν φορές που σε τσιγκλάει ένας ήχος καμπανιστός και σου κάνει κομμάτια το μυαλό. Οταν πετύχω να γράψω μια καλή φράση συγκινούμαι αφάνταστα· τώρα που μεγάλωσα πια μπορώ να το πω, συγκλονίζομαι μέχρι δακρύων. Τι δηλαδή; Να μην κάνω κάτι που με συγκλονίζει επειδή γράφω συμφωνίες; Θυμάμαι τον Χατζιδάκι που μου έλεγε: «Τα μισώ τα παιδιά του Πειραιά». Του απαντούσα πως είχε άδικο. Ποτέ δεν αποκήρυξα τα τραγούδια που έγραψα για τη Βουγιουκλάκη και τον Φίνο. Ημουνα απολύτως δοσμένος σε αυτό που έκανα, δεν πήγα εκεί για να σνομπάρω και οι άνθρωποι ήταν σκληροί επαγγελματίες, τσακάλια, ήθελαν από μένα το καλύτερο. Μπορεί να έγραψα αυτά τα τραγούδια για να επιβιώσω λόγω χούντας, αλλά δεν τα θεωρώ υποδεέστερα. Αρχισα, μάλιστα, να τα παίζω και στις συναυλίες μου. Χαίρομαι που τα έχω γράψει, κόπιασα γι' αυτά και δεν μου έχουν κάνει κανένα κακό. Κι ας θεωρώ ότι η «Οπερα των Σκιών» ή «Τα τραγούδια της Παράδεισος» είναι για μένα κάτι πολύ σημαντικό.

Υπάρχουν κάποια έργα σας που ξεχωρίζετε;

  • Ν.Μ.: Ολα τα έγραψα με την ίδια ζέση, προσπάθεια, αγάπη, τιμιότητα. Θέλει τιμιότητα να είναι το επόμενο έργο σου διαφορετικό από το προηγούμενο.

Οταν ακούτε μουσική τι αισθάνεστε; Συγκίνηση, έκσταση, αισιοδοξία, δύναμη;

  • Ν.Μ.: Η τέχνη θέλει να εκστασιάσει. Είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να έχει κανείς μπροστά σε ένα έργο τέχνης. Μέσα από την έκσταση γίνεται η αναμόχλευση των παθών και έρχεται η κάθαρση. Μετά την ακρόαση και την αισθητική λειτουργία που συντελείται, επέρχεται ένα είδος πνευματικής τόνωσης. Σε μένα συμβαίνει μετά την ακρόαση να έρχονται νέες ιδέες, να πλημμυρίζω από νέες ιδέες. Αισθάνομαι θηρίο ανήμερο, έτοιμο να κατακτήσει όλον τον κόσμο.
  • Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 27 Μαρτίου 2009