Γράφει ο Κυριάκος Π. ΛΟΥΚΑΚΟΣ, Η Αυγή, 20/07/2008
Το ζήτημα του ερμητισμού της λόγιας μουσικής που παράγεται στις μέρες μας αποτελεί τον κύριο άξονα προβληματισμού για ένα είδος που αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης κληρονομημένο από τις αδιέξοδες ατραπούς του 20ού αιώνα. Για τη συντριπτική πλειονότητα του φιλόμουσου κοινού ένα ελάχιστο μελωδικής και μορφολογικής αναγνωρισιμότητας αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση, προκειμένου να προκληθεί το απαραίτητο μείγμα βιωματικής και εγκεφαλικής ανταπόκρισης που συνήθως αποδίδουμε με τον όρο ενδιαφέρον. Η διαφορά ταχυτήτων και η αμοιβαία αδιαφορία συνθετών και κοινού, που εκδηλώνεται περισσότερο από μισό αιώνα τώρα και έχει οδηγήσει σε μια βυζαντινολογική έκρηξη αισθητικού κατακερματισμού, εκφεύγει της συμπτωματικής έξαρσης και εγγίζει το επίπεδο του ιστορικοφιλοσοφικού στοχασμού. Είναι αισιόδοξο το γεγονός ότι, στα προλεγόμενά του για το 2ο Εργαστήρι Σύγχρονης Μουσικής, που οργανώθηκε ως κύκλος εκπαιδευτικών προγραμμάτων από το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το τριήμερο 17-19 Μαΐου 2008, ο καθηγητής Σύνθεσης του Ιδρύματος, κ. Χρήστος Σαμαράς, εκδηλώνει την αγωνία "να αποκατασταθεί το "ανθρώπινο" στο εσωτερικό των διαφόρων τάσεων, χωρίς αυτές να τεμαχίζονται σε αισθητικές περίφρακτες περιοχές", συμπληρώνοντας, δίκην μάλλον επιθυμήματος, "ότι ο καλλιτεχνικός χώρος στις αρχές του 21ου αιώνα διαθέτει μεγαλύτερη επίγνωση απέναντι στη σχέση του προς τον κοινωνικό περίγυρο"… Παρακολουθήσαμε συμπτωματικά την πρώτη (18 Μαΐου) από τις συναυλιακές εκδηλώσεις του Κύκλου, που στήριξε με ζηλωτική αφοσίωση το μουσικό σύνολο Dissonart σε μουσική διεύθυνση του Βλαδίμηρου Συμεωνίδη και ολοκληρώθηκε με απονομή βραβείου και δύο επαίνων σε 3 από τους 13 συμμετέχοντες συνθέτες και συνθέτριες. Το κείμενο αυτό καταγράφει, λοιπόν, με συνοπτικό και συμπτωματικό τρόπο ορισμένες μόνον από τις εντυπώσεις ακρόασης χωρίς συνολική εποπτεία των δημιουργιών. Ανάμεσα στις 6 συνθέσεις της πρώτης ημέρας την προσοχή διεκδίκησε με αξιώσεις το "Μηχανικό Σεξτέτο" Verbum III του Σάββα Τσιλιγκιρίδη (γεν. 1977), που επέτυχε ευτυχή συγκερασμό ανάμεσα στη δομική προσέγγιση και την ατμοσφαιρική ένταση. Ήδη από τα πρώτα μέτρα ο 31χρονος συνθέτης εγκαθιδρύει, χωρίς κόστος για τη γεωμετρία της σύνθεσής του, ένα προσωπικό και εντυπωσιακά βιωματικό ηχητικό κόσμο μέσα από την εναρκτήρια εμφάνιση του κλαρινέτου, τις ολοένα εντεινόμενες, βαρυσήμαντες παρεμβάσεις του πιάνου που εμμένει μοναχικά ως το τέλος, τα πιτσικάτι του κοντραμπάσου, τα ιδιότυπα γκλισάντι του τσέλου ή τη χρήση ακόμη και σωλήνων τούμπομακ ως μουσικών οργάνων. Εν κατακλείδι οι μουσικοί αποσύρονται σταδιακά, ίσως μια υπαινικτική αναφορά στη συμφωνία των Αποχαιρετισμών του μεγάλου Χάυντν. Με τη "Λευκίππη" του 25χρονου Θανάση Δεληγιάννη, που εγκαινίασε το β’ μέρος, μεταβαίνουμε σε ένα είδος μονοδράματος με ψήγματα πλοκής, όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο επωμίζεται το πιάνο τόσο ως οργανική έκφραση όσο και μέσα από τη θραυσματική απαγγελία της πιανίστριας. Ο Δεληγιάννης επιστρέφει στη μυθολογική θεματική, σε επεξεργασμένα στοιχεία μίμησης παραδοσιακών οργάνων και υποκύπτει στη σαγήνη της επαναληπτικότητας. Ιδιαίτερα ενδιαφέροντες υπήρξαν οι διάλογοι του πιάνου – ηρωίδας και των εγχόρδων αρχικά με το φλάουτο και εν συνεχεία με το κλαρινέτο, ενώ το ηχητικό πανδαιμόνιο αποκλιμακώθηκε αισθαντικά με το πληκτροφόρο κυρίαρχο στις επίμονες ξηρές δηλώσεις του. Ίσως το πλέον πειραματικό ακρόαμα της βραδιάς προμήθευσε η Αναστασία Μποκογλίδου (γεν. 1977) στη "Συμμαχία της Σιωπής", με ευφάνταστη χρήση ιδίως των εγχόρδων και αξιοποίηση των ίδιων των μουσικών για την παραγωγή ήχων, η τελική αίσθηση, ωστόσο, παρέμεινε επίπεδη. Εκλέπτυνση και ενδιαφέρουσα διαγραφή μουσικών τοπίων, αλλά και μια τελική εντύπωση δομικής αμηχανίας απέδωσε η υδάτινων και σεληνιακών αναφορών σύνθεση "Aqua et Luna" του Στυλιανού Λασκαρίδη (γεν. 1982), ενώ η "Ενθαλπία" του Γιώργου Πετρά και η "Σπουδή σε παράλληλα επίπεδα" του 25χρονου Ιωάννη Ανδριώτη αποτέλεσαν στην ουσία ασκήσεις μελέτης της δομής και ποσόστωσης των στοιχείων που την εμπλουτίζουν. Οι περιορισμοί της διοργάνωσης αναφορικά με τη χρονική διάρκεια των έργων και η πρόβλεψη για διανομή 8 το πολύ οργάνων συνέβαλε στην εσωτερική ευκρίνεια των συνθέσεων, αλλά το ζητούμενο μιας λιγότερο ερμητικής αντίληψης της μουσικής παραμένει έντονο και επιτακτικό.
Το ζήτημα του ερμητισμού της λόγιας μουσικής που παράγεται στις μέρες μας αποτελεί τον κύριο άξονα προβληματισμού για ένα είδος που αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης κληρονομημένο από τις αδιέξοδες ατραπούς του 20ού αιώνα. Για τη συντριπτική πλειονότητα του φιλόμουσου κοινού ένα ελάχιστο μελωδικής και μορφολογικής αναγνωρισιμότητας αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση, προκειμένου να προκληθεί το απαραίτητο μείγμα βιωματικής και εγκεφαλικής ανταπόκρισης που συνήθως αποδίδουμε με τον όρο ενδιαφέρον. Η διαφορά ταχυτήτων και η αμοιβαία αδιαφορία συνθετών και κοινού, που εκδηλώνεται περισσότερο από μισό αιώνα τώρα και έχει οδηγήσει σε μια βυζαντινολογική έκρηξη αισθητικού κατακερματισμού, εκφεύγει της συμπτωματικής έξαρσης και εγγίζει το επίπεδο του ιστορικοφιλοσοφικού στοχασμού. Είναι αισιόδοξο το γεγονός ότι, στα προλεγόμενά του για το 2ο Εργαστήρι Σύγχρονης Μουσικής, που οργανώθηκε ως κύκλος εκπαιδευτικών προγραμμάτων από το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το τριήμερο 17-19 Μαΐου 2008, ο καθηγητής Σύνθεσης του Ιδρύματος, κ. Χρήστος Σαμαράς, εκδηλώνει την αγωνία "να αποκατασταθεί το "ανθρώπινο" στο εσωτερικό των διαφόρων τάσεων, χωρίς αυτές να τεμαχίζονται σε αισθητικές περίφρακτες περιοχές", συμπληρώνοντας, δίκην μάλλον επιθυμήματος, "ότι ο καλλιτεχνικός χώρος στις αρχές του 21ου αιώνα διαθέτει μεγαλύτερη επίγνωση απέναντι στη σχέση του προς τον κοινωνικό περίγυρο"… Παρακολουθήσαμε συμπτωματικά την πρώτη (18 Μαΐου) από τις συναυλιακές εκδηλώσεις του Κύκλου, που στήριξε με ζηλωτική αφοσίωση το μουσικό σύνολο Dissonart σε μουσική διεύθυνση του Βλαδίμηρου Συμεωνίδη και ολοκληρώθηκε με απονομή βραβείου και δύο επαίνων σε 3 από τους 13 συμμετέχοντες συνθέτες και συνθέτριες. Το κείμενο αυτό καταγράφει, λοιπόν, με συνοπτικό και συμπτωματικό τρόπο ορισμένες μόνον από τις εντυπώσεις ακρόασης χωρίς συνολική εποπτεία των δημιουργιών. Ανάμεσα στις 6 συνθέσεις της πρώτης ημέρας την προσοχή διεκδίκησε με αξιώσεις το "Μηχανικό Σεξτέτο" Verbum III του Σάββα Τσιλιγκιρίδη (γεν. 1977), που επέτυχε ευτυχή συγκερασμό ανάμεσα στη δομική προσέγγιση και την ατμοσφαιρική ένταση. Ήδη από τα πρώτα μέτρα ο 31χρονος συνθέτης εγκαθιδρύει, χωρίς κόστος για τη γεωμετρία της σύνθεσής του, ένα προσωπικό και εντυπωσιακά βιωματικό ηχητικό κόσμο μέσα από την εναρκτήρια εμφάνιση του κλαρινέτου, τις ολοένα εντεινόμενες, βαρυσήμαντες παρεμβάσεις του πιάνου που εμμένει μοναχικά ως το τέλος, τα πιτσικάτι του κοντραμπάσου, τα ιδιότυπα γκλισάντι του τσέλου ή τη χρήση ακόμη και σωλήνων τούμπομακ ως μουσικών οργάνων. Εν κατακλείδι οι μουσικοί αποσύρονται σταδιακά, ίσως μια υπαινικτική αναφορά στη συμφωνία των Αποχαιρετισμών του μεγάλου Χάυντν. Με τη "Λευκίππη" του 25χρονου Θανάση Δεληγιάννη, που εγκαινίασε το β’ μέρος, μεταβαίνουμε σε ένα είδος μονοδράματος με ψήγματα πλοκής, όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο επωμίζεται το πιάνο τόσο ως οργανική έκφραση όσο και μέσα από τη θραυσματική απαγγελία της πιανίστριας. Ο Δεληγιάννης επιστρέφει στη μυθολογική θεματική, σε επεξεργασμένα στοιχεία μίμησης παραδοσιακών οργάνων και υποκύπτει στη σαγήνη της επαναληπτικότητας. Ιδιαίτερα ενδιαφέροντες υπήρξαν οι διάλογοι του πιάνου – ηρωίδας και των εγχόρδων αρχικά με το φλάουτο και εν συνεχεία με το κλαρινέτο, ενώ το ηχητικό πανδαιμόνιο αποκλιμακώθηκε αισθαντικά με το πληκτροφόρο κυρίαρχο στις επίμονες ξηρές δηλώσεις του. Ίσως το πλέον πειραματικό ακρόαμα της βραδιάς προμήθευσε η Αναστασία Μποκογλίδου (γεν. 1977) στη "Συμμαχία της Σιωπής", με ευφάνταστη χρήση ιδίως των εγχόρδων και αξιοποίηση των ίδιων των μουσικών για την παραγωγή ήχων, η τελική αίσθηση, ωστόσο, παρέμεινε επίπεδη. Εκλέπτυνση και ενδιαφέρουσα διαγραφή μουσικών τοπίων, αλλά και μια τελική εντύπωση δομικής αμηχανίας απέδωσε η υδάτινων και σεληνιακών αναφορών σύνθεση "Aqua et Luna" του Στυλιανού Λασκαρίδη (γεν. 1982), ενώ η "Ενθαλπία" του Γιώργου Πετρά και η "Σπουδή σε παράλληλα επίπεδα" του 25χρονου Ιωάννη Ανδριώτη αποτέλεσαν στην ουσία ασκήσεις μελέτης της δομής και ποσόστωσης των στοιχείων που την εμπλουτίζουν. Οι περιορισμοί της διοργάνωσης αναφορικά με τη χρονική διάρκεια των έργων και η πρόβλεψη για διανομή 8 το πολύ οργάνων συνέβαλε στην εσωτερική ευκρίνεια των συνθέσεων, αλλά το ζητούμενο μιας λιγότερο ερμητικής αντίληψης της μουσικής παραμένει έντονο και επιτακτικό.
No comments:
Post a Comment