Παλιές εποχές μεγάλης δόξας του Φεστιβάλ Αθηνών μάς θύμισε η συναυλία της Ορχήστρας της Σκάλας του Μιλάνου στο Ηρώδειο (29/6/2009).
Τη διηύθυνε ο κορυφαίος αρχιμουσικός Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, παλιός γνώριμος του αθηναϊκού κοινού. Το κοίλον του ρωμαϊκού ωδείου ήταν υπερπλήρες. Ανατρέποντας συχνά προβαλλόμενους, αβάσιμους ισχυρισμούς ότι η κλασική μουσική δεν έχει απήχηση στην Ελλάδα, το ακροατήριο όχι μόνον έδωσε το «παρών», αλλ' η απουσία χειροκροτημάτων ανάμεσα στα μέρη κάθε έργου έδειξε ότι οι 5.000 φιλόμουσοι δεν συνιστούσαν ευκαιριακό, αλλά συνειδητοποιημένο κοινό.
Ο κοσμοπολίτης Μπάρενμποϊμ διηύθυνε τους Ιταλούς μουσικούς σε δύο βασικά έργα κλασικού ρεπερτορίου αφήνοντας ανάμικτες εντυπώσεις. Τη βραδιά άνοιξε το «Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 3» του Μπετόβεν με σολίστα τον ίδιο, ο οποίος πρότεινε μια ιδιόμορφη, πλην άκρως ενδιαφέρουσα ανάγνωση ιστορικά ενημερωμένου χαρακτήρα. Τοποθέτησε το σύγχρονο, μεγάλο πιάνο στη μέση, αντικριστά την ορχήστρα και κράτησε ένα αισθητά περιορισμένο κλιμάκιο της ορχήστρας αναπτύσσοντας τους μουσικούς σε διάταξη διαφορετική του συνήθους.
Τόσον η διεύθυνση όσο και το παίξιμο στο πιάνο απείχαν φανερά και συνειδητά από την αισθητική του Ρομαντισμού. Καθοδηγώντας τους μουσικούς με ατυπικά έντονη, εκφραστική κινησιολογία διέπλασε ορχηστρική συνοδεία νευρώδη και κινητική. Εντονες αντιθέσεις δυναμικής, συνειδητά τονισμένες αντιπαραθέσεις της ηχοχρωματικής χροιάς των διαφόρων οργάνων και φραστική με καθαρά, ενίοτε επίτηδες σκληρά περιγράμματα, επιδίωξαν και πέτυχαν απόλυτα να παράξουν συμφωνικό ήχο λαμπερό, παλλόμενο από εσωτερική ζωντάνια, στον οποίο ισορροπούσαν ιδανικά η ανάδειξη της στιβαρής δομής και η προβολή της επικοινωνιακής ρητορείας του κλασικισμού.
Εχοντας συνειδητά ορίσει ένα τόσο ρωμαλέο συνομιλητή απέναντί του, ο Μπάρενμποϊμ απάντησε με έντονο, αντίστοιχου στίγματος παίξιμο. Αντλησε από το σύγχρονο πιάνο ήχο σκληρό, διαπεραστικό και ξηρό, φροντίζοντας ιδιαίτερα να ηχούν οι νότες πεντακάθαρες, καρφωτές, δοσμένες με έμφαση, ούτως ώστε το όλο να δίνει την εντύπωση ενός οργάνου της εποχής του συνθέτη με μεγεθυσμένο, «αρχαϊκό» ήχο! Τεταμένη φραστική, προσεκτική παραγραφοποίηση και ισχυρή ωστική ενέργεια προσέδωσαν συναρπαστική ενάργεια και ζωντάνια στους διαλόγους με την ορχήστρα. Παρ' ότι η απόδοση του πιανίστα Μπάρενμποϊμ δεν ήταν ούτε ελεύθερη λαθών, ούτε δεξιοτεχνικά τέλεια, το αποτέλεσμα παρέμεινε συναρπαστικό. Τολμώντας ανοίγματα που εισήγαγαν διαχρονικές υφολογικές οπτικές, το μέρος ελεύθερης δεξιοτεχνίας του εναρκτήριου Allegro con brio δόθηκε με εκφραστικά μεγέθη α λα Λιστ, ενώ το αργό, εκστατικό ξετύλιγμα του θέματος στο λυρικό Largo προσέλαβε χαρακτήρα σοπενικού «νυχτερινού». Λαμπεροί πιανισμοί και χορευτική κινητικότητα σε σφιχτό διάλογο με το διαφανές, δυναμικό παίξιμο της ορχήστρας φόρτισαν το καταληκτικό Rondo με χαρούμενη βιάση και περίσσια ορμή.
Στο δεύτερο μισό της συναυλίας ακούσαμε τη «Φανταστική Συμφωνία» του Μπερλιόζ αποκομίζοντας απρόσμενα άνισες εντυπώσεις. Διεξοδικά επεξεργασμένες οι αναγνώσεις των τριών πρώτων μερών εκτυλίχθηκαν με αφηγηματική ευφράδεια, που βασιζόταν στις καίριες εναλλαγές ταχυτήτων, την εύπλαστη φραστική και την καλαίσθητη, αποτελεσματική ανάδειξη των στοιχείων θεατρικής εκφραστικότητας. Η απογοήτευση ήρθε στα δύο τελευταία, «δαιμονικού» χαρακτήρα μέρη. Κανονικά και ανάλογα με το πώς είχαν εκτελεσθεί όσα είχαν προηγηθεί ώς το σημείο αυτό, περιμέναμε ότι εδώ τα μουσικά και δραματικά μεγέθη θα προσλάμβαναν παροξυσμικές εντάσεις. Περιέργως, η απόδοσή τους υπολειπόταν αισθητά σε εκφραστική οξύτητα. Σαν να εξαντλήθηκε η ωστική του δύναμη, ο ειρμός της εκτέλεσης απέμεινε απλά συμφωνικός, ενώ η κρίσιμη συνεισφορά των πνευστών -και ειδικά των ξύλινων- πρόβαλε ισχνή και δραματικά αμέτοχη αποστερώντας το ακρόαμα από τις εκ των ων ουκ άνευ «σατανικές» αιχμές και αποχρώσεις. Αποψη, αδυναμία ή αποτέλεσμα ελλιπούς προετοιμασίας, αυτό αποδυνάμωσε αισθητά -και μοιραία!- το φινάλε.
Ωστόσο ο Μπάρενμποϊμ είχε κι άλλα βέλη στη φαρέτρα του. Ανταποκρινόμενος στο ενθουσιώδες χειροκρότημα του κοινού πρόσφερε εκτός προγράμματος τη δημοφιλή εισαγωγή στην όπερα «Η δύναμη του πεπρωμένου». Αρχιμουσικός και μουσικοί προσέγγισαν την ενορχηστρωτικά λιτή, συναισθηματικά μελοδραματική παρτιτούρα του Βέρντι με ηχητικό βάρος και εσωτερικότητα έκφρασης που θα ταίριαζε στον μπετοβενικό «Εγκμοντ» χαρίζοντας στο αποτέλεσμα την αμεσότητα και το βάθος αμφοτέρων!
Monday, July 6, 2009
Το πιάνο στη μέση και ο πιανίστας μαέστρος
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment