Sunday, January 10, 2010

Φλερτάροντας με την παράδοση

Μπερδεύουν δημιουργικά την παράδοση του τόπου τους με όσους δρόμους θα τους συγκινήσουν, απ' όποιο μέρος του κόσμου κι αν προέρχονται. Τραγουδούν στα ελληνικά, αν και δεν θα είχαν πρόβλημα να τα πουν και αγγλικά. Αν ρωτήσεις τι μουσική ακούν, θα σου απαντήσουν χαμογελώντας: «Μουσική». Γιατί απλά η μουσική δεν έχει είδη. Ερχονται από μια νέα γενιά μουσικών, χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, ανοιχτή στις προκλήσεις του αύριο.

Την εποχή του myspace, του youtube και της «κρίσης της δισκογραφίας», οι μαγικές φωνές από το ροκ του μέλλοντός μας διεκδικούν το χώρο τους απέναντι σε στεγανά και κατεστημένες λογικές, χτίζοντας σιγά σιγά το κοινό τους στις μικρές σκηνές και αδιαφορώντας για το «εύκολα και γρήγορα» της κυρίαρχης τηλεοπτικής συνταγής. Μιλήσαμε με τον τρομπετίστα Παντελή Στόικο, την τραγουδίστρια Βασιλική Καρακώστα και τον τραγουδοποιό Λεωνίδα Μπαλάφα.

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ

«Στην εποχή μας δεν υπάρχει ρίσκο»

Η «Κουρελού», η παράσταση που παρουσιάζει φέτος με τους συνεργάτες της -την περασμένη Δευτέρα ολοκλήρωσε στο «Οξυγόνο» και από τις 22/2 ξεκινά στο «Coo Coo»- συγκέντρωσε την προσοχή και τα εγκώμια των συναδέλφων της.

Ενα «πανηγύρι από το μέλλον» τη χαρακτήρισε ο Νίκος Πορτοκάλογλου, με τραγούδια του οποίου η Βασιλική Καρακώστα κυκλοφόρησε πέρσι τη «Σβούρα», τον παρθενικό της δίσκο.

Για τον Φοίβο Δεληβοριά, η «Κουρελού» είναι «πάρτι σ' έναν έρημο πύργο», καθώς η 27χρονη τραγουδίστρια είναι η μόνη στην ηλικία της που ασχολείται με την ερμηνεία ενός είδους τόσο παρεξηγημένου όσο του λαϊκοδημοτικού τραγουδιού. Αλλά, για την Καρακώστα, η μουσική είναι ελευθερία. Στις ανοιχτές της θάλασσες, τα δημοτικά συνυπάρχουν με το ροκ, ο Βαγγέλης Παπάζογλου με τους παραδοσιακούς λυράρηδες του Πόντου, ο Μανώλης Χιώτης με τους τζαζίστες της Νέας Ορλεάνης, τα ρόμικα με το «ελαφρό» τραγούδι του Κώστα Γιαννίδη. «Θέλησα να πω με τον δικό μου τρόπο τραγούδια με τα οποία μεγάλωσα και να κάνω τους ανθρώπους να μη νιώθουν κόμπλεξ επειδή τους αρέσουν διαφορετικά πράγματα», λέει. «Σε μια εποχή που κυριαρχεί η τυποποίηση, υπάρχει μια δυσκολία στο να συστηθώ, καθώς μπορείς να πεις πως δεν πατώ πουθενά. Οχι για να είμαι σουπερμάρκετ, αλλά για να συνθέσω τα κομμάτια του εαυτού μου».

Στην Αθήνα η Βασιλική ήρθε από τον Βόλο στα 19 της, με όπλο το πλούσιο μουσικό περιβάλλον του τόπου της: τις ψαλμωδίες του παπά παππού της, τα τοπικά πανηγύρια όπου στα 15 της, μαθήτρια ακόμα, άρχισε να τραγουδά, την Εστουδιαντίνα και το Ωδείο της Νέας Ιωνίας όπου σπούδασε με υποτροφία. «Τέρας εργατικότητας στις πρόβες και με βαθιά ομαδική συνείδηση στο πάλκο», θα πει γι' αυτήν ο Διονύσης Σαββόπουλος, με τον οποίο συνεργάζεται τα τελευταία επτά χρόνια. Ισως αυτή η βαθιά ομαδική συνείδηση είναι η αιτία που η Καρακώστα συγκεντρώνει στη μπάντα της τόσους ανοιχτόμυαλους σολίστες.

«Μέσα μου», λέει η ίδια, «συνυπάρχουν η Κάλλας με την Πιαφ, η Φιλιώ Πυργάκη, η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, η Τζάνις Τζόπλιν, οι Massive Attack. Αλλά, στην εποχή μας δεν υπάρχει ρίσκο. Δεν έχουμε χρόνο ν' ακούσουμε ούτε τον εαυτό μας ούτε τη μουσική. Ολοι σκεφτόμαστε πώς θα γίνει να βγάλουμε λεφτά, να συμβαδίζουμε με τη "φάση" που συμβαίνει. Χειριζόμαστε τη μουσική με εγωισμό για να στήσει ο καθείς το "μαγαζάκι" του. Η μουσική όμως είναι πάνω από μας και πρέπει να δίνει διέξοδο. Να χαιρόμαστε λοιπόν που δεν είμαστε εγκλωβισμένοι και να μη φοβόμαστε ότι δεν θα δώσουμε το στίγμα μας. Δεν μπορεί η ταυτότητά μας να καθορίζεται από κάποια ταμπέλα. Οι ταμπέλες φυλακίζουν τη μουσική».

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΣΤΟΪΚΟΣ

«Ακούω ό,τι με εμπνέει και είναι αληθινό»

Με το «Τρίο Βαλκάνο» περιοδεύει σε Ελλάδα, Βαλκάνια και Ευρώπη. Με το άλλο του σχήμα, το πιο παραδοσιακό «Ακριτικό Τρίο», παίζει σε εκδηλώσεις και πανηγύρια σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα.

«Τα τελευταία χρόνια, ο κόσμος στην Ελλάδα ψάχνει όχι μόνο τους τραγουδιστές αλλά και τους μουσικούς. Οπου παίζουμε, οι χώροι γεμίζουν», λέει ο καθηγητής στα ΤΕΙ Αρτας, τρομπετίστας Παντελής Στόικος. Ο ίδιος έγινε περισσότερο γνωστός μέσα από τους Λαϊκεδέλικα, την μπάντα που έβαλε τη σφραγίδα της στις μουσικές του Θανάση Παπακωνσταντίνου. «Η νεολαία σήμερα ακούει και σ' αυτό βοήθησαν τραγουδοποιοί όπως ο Μάλαμας ή ο Παπακωνσταντίνου αλλά και γκρουπ όπως οι Mode Plagal, οι Human Touch ή οι Τρίο Βαλκάνο».

Ο Στόικος γεννήθηκε στη Φλώρινα από γονείς αγρότες και μερακλήδες. Ο παππούς του έπαιζε καβάλ. Εννιά χρονώ έπιασε την τρομπέτα και στα 14 πρωτοέπαιξε στα πανηγύρια. Σε λίγο θα μπει μαθητευόμενος στην Μπάντα της Φλώρινας, όπου θα γνωρίσει τον έλληνα φρι τζαζ σαξοφωνίστα Φλώρο Φλωρίδη. Αρχίζει ν' ακούει τζαζ. Στη Θεσσαλονίκη σπουδάζει κλασική μουσική και παράλληλα παίζει με την μπάντα του Φλωρίδη.

Ομως, ήδη στη Φλώρινα, έχει ακούσει έναν σπουδαίο βούλγαρο κλαρινετίστα, τον Ιβο Παπάζοβ, τον μουσικό που κατά γενική ομολογία άλλαξε τη βαλκανική μουσική. «Παλιά ήταν θρύλος, τώρα είναι φίλος», λέει ο Στόικος για τον Παπάζοβ που, μαζί με άλλους βούλγαρους, τούρκους και έλληνες δεξιοτέχνες, συμμετέχει στον νέο δίσκο που ετοιμάζει ο φλωρινιώτης μουσικός. «Σήμερα, στα 29 μου, ανακαλύπτω πως η μουσική δεν έχει είδη. Είναι μία, είτε κλασική λέγεται είτε ινδική. Είναι ο ήχος, ο αέρας του κάθε τόπου. Η δική μου παράδοση είναι ό,τι με εμπνέει και με αγγίζει: ο Ιβο Παπάζοβ, ο Ορνέτ Κόλμαν, ο Ραβί Σανκάρ... Ξέρω πολύ καλά τη μουσική του τόπου μου, αλλά ψάχνομαι. Δεν έχω στεγανά ώστε να λέω πως ακούω βουλγαρική μουσική ή τζαζ. Ακούω μουσική: ό,τι με εμπνέει και είναι αληθινό».

Στα φυσήματα του Παντελή στην τρομπέτα αποκαλύπτονται τα πλούσια ακούσματά του. «Γεννήθηκα με την παράδοση, τα τραγούδια του τόπου μου», λέει, «και νιώθω Βαλκάνιος. Με τους γείτονες έχουμε κοινά στοιχεία και εφ' όσον αναγνωρίζουμε πως αυτά υπάρχουν, πρέπει να καθίσουμε να μιλήσουμε, να λύσουμε τα προβλήματά μας. Για να υπάρχει η μουσική παράδοση ενός τόπου, πρέπει να ζει. Αλλά, η άποψη που κυριαρχεί -κυρίως σε παραδοσιακούς συλλόγους- είναι να παίζονται τα κομμάτια όπως πριν από 50 χρόνια. Είναι σαν να μου λένε να φοράω τσαρούχια όπως ο παππούς μου».

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΜΠΑΛΑΦΑΣ

«Λείπουν οι δυνατές προσωπικότητες»

«Η μουσική δεν είναι ανταγωνισμός», λέει ο Λεωνίδας Μπαλάφας, κι αυτή η δήλωση ίσως ξενίζει όταν προέρχεται από έναν νικητή του «Fame Story».

Αλλά η προοπτική μιας εύκολης «καριέρας» μάλλον δεν συγκινούσε τον Λεωνίδα. Πήρε το απαλλακτικό του από την εταιρεία του ριάλιτι και γύρισε στις μικρές σκηνές σαν την «Απανεμιά», όπου είχε πρωτοεμφανιστεί το 2003.

Με το χρηματικό έπαθλο άλλωστε από τη νίκη εκείνη είχε βοηθήσει την πολυμελή οικογένειά του. Αργότερα, ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με δικά του τραγούδια που του πρόσθεσαν καινούριους φίλους ακροατές, παίχτηκαν όμως ελάχιστα από το ραδιόφωνο. Και πώς αλλιώς; Τα τραγούδια του μιλάνε για την άγνοια και την αδιαφορία που χαρακτηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τα πράγματα στην εποχή μας, για το ψέμα και την επιφάνεια στις ανθρώπινες σχέσεις.

Ο έρωτας, το πιο δημοφιλές θέμα στο τραγούδι που προβάλλεται σήμερα, για τον 28χρόνο Λεωνίδα δεν είναι τόσο «καψούρα» όσο χαρά, γέλιο, σχεδόν χαβαλές. «Ο κόσμος επηρεάζεται από αυτό που προβάλλουν τα ΜΜΕ», λέει. «Μου λείπει να δω κάποιον και να παραδειγματιστώ θετικά, να πάρω πράγματα απ' αυτόν. Δεν υπάρχουν χαρακτήρες, προσωπικότητες δυνατές. Στην τηλεόραση θα ενημερωθείς για το τι φόρεσε η άλλη, αλλά όχι για μια διαδήλωση που γίνεται δίπλα σου. Οι ειδήσεις είναι Goodmorning Vietnam!»

Στις επιρροές του, οι Κατσιμιχαίοι, ο Σιδηρόπουλος, το νέο κύμα, ο Μάλαμας, η τζαζ, το ριδμ εν μπλούζ. Οσο για τη δική του μουσική; Είναι «έντεχνη», λαϊκή, «εναλλακτική»; «Ιδέα δεν έχω», λέει. «Στον καινούριο δίσκο έχω και τσάμικο, παίζω και κλαρίνο. Μου αρέσει η παράδοση αλλά παιγμένη μυστήρια. Η μουσική είναι ένα πείραμα. Το ζητούμενο είναι να υπάρχει φαντασία, να ηχεί ωραία στ' αφτιά και να κατανοείς το λόγο. Αλλά, στα στούντιο επικρατεί η ευκολία του "κόψε ράψε Πολυχρόνη". Ωραία συλλαβή, πάμε να γράψουμε την επόμενη. Δεν είναι έτσι! Ασε και το φάλτσο να υπάρχει, είναι η ψυχή μέσα. Αν ψάχνεις το τέλειο, φεύγει ο ισχυρότερος παράγων, το συναίσθημα και αν φύγει αυτό έρχεται η τυποποίηση και τότε δεν υπάρχει μουσική».

Στο «Coo Coo» όπου εμφανίζεται ο Μπαλάφας τα Σάββατα, το συναίσθημα κυριαρχεί, με τα κομμάτια του να πλαισιώνονται από ένα ευρύ φάσμα επιλογών, από την προπολεμική τζαζ ώς το ροκ και το φανκ. «Ο μόνος τρόπος να έρθεις σ' επαφή με το κοινό σου», λέει, «και σιγά σιγά να σ' αγαπήσει, είναι το λάιβ. Ακόμα και σήμερα, την εποχή του Ιντερνετ, το "στόμα με στόμα" κυριαρχεί».

No comments: