Ενας χρόνος από το θάνατο της σπουδαίας τραγουδίστριας
«Να γελάσεις απ' τα βάθη των χρυσών σου ματιών/ είμαστε μες στο δικό μας κόσμο/ Η πιο όμορφη θάλασσα/ είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει/ Τα πιο όμορφα παιδιά/ δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα/ Τις πιο όμορφες μέρες μας/ δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα/ Κι αυτό που θέλω να σου πω/ το πιο όμορφο απ' όλα/ δε στο 'χω πει ακόμα...».
Από συναυλία της στην Αίθουσα Συνεδρίων του ΚΚΕ (4/12/2005), για την οικονομική εξόρμηση του Κόμματος Ενας χρόνος συμπληρώνεται σε λίγες μέρες από τον πρόωρο θάνατο της Μαρίας Δημητριάδη (7/1/2009), της φωνής που μας «ταξίδεψε» σε αμέτρητες «θάλασσες» ποίησης και μουσικής, άλλοτε «φουρτουνιασμένες» και άλλοτε «γαλήνιες», πάντα όμως υπέροχες. Φωνή εξαιρετική, «ολοκληρωτική», όπως τη χαρακτήρισαν, η Μαρία Δημητριάδη σημάδεψε το ελληνικό τραγούδι, κυρίως εκείνο το κομμάτι του που αφουγκραζόταν λαϊκούς πόθους, που εξέφραζε την αντίσταση στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και στο σκοτάδι της καταπίεσης, που γινόταν «λάβαρο» πάλης για κοινωνική δικαιοσύνη και απελευθέρωση. Φωνή με τεράστιο ερμηνευτικό εύρος, που είχε τη δυνατότητα και το πάθος να εκφράζει τη δραματική κάθε φορά συγκυρία, έβαλε το στίγμα της στο πολιτικό τραγούδι, ερμηνεύοντας τραγούδια μεγάλων Ελλήνων συνθετών, σε ποίηση κορυφαίων ποιητών (Ρίτσου, Μαγιακόφσκι, Χικμέτ, Μπρεχτ κ.ά.), καταθέτοντας ερμηνείες αξεπέραστες, πότε λυρικές, τρυφερές, ψιθυριστές και πότε δυναμικές και αγέρωχες. Είτε τραγουδώντας για τους γερόντους της Μακρονήσου που «...δίπλα στα μάτια τους έχουν ένα δεντράκι καλοσύνη/ ανάμεσα στα φρύδια τους ένα γεράκι δύναμη/ κι ένα μουλάρι από θυμό μες στην καρδιά τους/ που δε σηκώνει τ' άδικο...» είτε πως «το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είν' ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει» είτε πως «έτσι κι αλλιώς η Γη θα γίνει κόκκινη...».Ασυμβίβαστη στάση ζωήςΑγέρωχη, ασυμβίβαστη, ιδεολόγος, υπηρέτησε και ταυτίστηκε με δημιουργίες του πολιτικού, στρατευμένου τραγουδιού, ενώ η ίδια ήταν πάντα παρούσα μέσα στα γεγονότα, από τον αντιδικτατορικό αγώνα μέχρι το τέλος. Ανταποκρινόμενη στα αγωνιστικά καλέσματα συνόδευσε με τα τραγούδια της τους εργατικούς και αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες των δεκαετιών '70-'80, αλλά και μετέπειτα. Η φωνή της ήχησε σε θέατρα, γήπεδα, χώρους δουλειάς, εργατικές, αγροτικές, φοιτητικές κινητοποιήσεις. Οι επικές ερμηνείες της - θύελλα και ορμή - έδιναν παλμό σε συναυλίες αλληλεγγύης προς τους αγωνιζόμενους και διωκόμενους λαούς, σε απεργιακούς αγώνες, σε μπλόκα των αγροτών, σε Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Η ίδια της η πορεία μαρτυρούσε ότι στο πρόσωπό της υπήρξε άρρηκτη σύνδεση έργου και στάσης ζωής. Δεν ήταν μόνο μια από τις σημαντικότερες και πιο εκφραστικές Ελληνίδες τραγουδίστριες (για κάποιους η σημαντικότερη), αλλά συνάμα και μια συνεπής αγωνίστρια, πιστή στην κομμουνιστική ιδεολογία. Με αφετηρία την πίστη της στο όραμα μιας δίκαιης κοινωνίας, συμπορεύτηκε με το ΚΚΕ, στηρίζοντας τις θέσεις του και παλεύοντας μαζί του.
Δεν άντεχε την καταπίεση, ιδιαίτερα αυτή που έβλεπε να ζώνει τη χώρα με νέο «περιτύλιγμα». «Η Ελλάδα», έλεγε πριν κάποια χρόνια στον «Ριζοσπάστη», «είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά κυκλωμένη από εχθρό που δε φαίνεται, καμουφλαρισμένο με σελοφάν και φωτάκια, κάτω από το μανδύα της πιο ψεύτικης, της πιο επικίνδυνης ιστορίας που λέγεται Ενωμένη Ευρώπη... Πνίγεται από τη σημερινή εξουσία, που με τη στολή του "εκσυγχρονισμού" είναι η πιο ανάλγητη, η πιο σκληρή εξουσία των τελευταίων χρόνων. Εξουσία των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, των γερμανοτραφέντων καθηγητών και μαθητών και των πνευματικών πατέρων τους, των Αμερικάνων. Ας αντισταθούμε σήμερα στην πιο ρατσιστική, στην πιο απάνθρωπη και απόλυτη εξουσία"».
Ανάλογη ήταν η στάση της και στον καλλιτεχνικό τομέα, καθώς με την ίδια τόλμη και παρρησία αντιστάθηκε στην ευκολία και στα κυκλώματα που λυμαίνονται το χώρο της τέχνης. Δεν της άρεσαν οι εκπτώσεις, ούτε οι πειθαναγκασμοί. Η «εξομολόγησή» της, σε παλιότερη συνέντευξη στον «Ριζοσπάστη» (17/2/2002), αποκαλύπτει το ήθος, την ποιότητα, την αξιοπρέπεια που την διακατείχαν: «Οι συνεργασίες μου είχαν πάντα και κάποιον άλλο λόγο, εκτός από τον καλλιτεχνικό. Υπήρχε ταύτιση, έστω σε κάποιο βαθμό, ιδεολογική, αισθητική. Και χωρίς να υπερηφανεύομαι, δηλώνω ότι δεν έχω κάνει ποτέ ούτε μισή υποχώρηση στη δουλειά μου. Ούτε μισή! Και αυτό το πληρώνω. Υπήρξαν φορές που δεν είχα να καπνίσω τσιγάρο. Αλλά υποχώρηση δεν έχω κάνει. Ούτε μία καλημέρα δεν έχω πει σε κάποιον που δε θέλω να του την πω...».
Τα παραπάνω λόγια της αποκαλύπτουν και το «τίμημα» αυτής της αγωνιστικής στάσης, καθώς βρέθηκε αντιμέτωπη με όλες τις αντιξοότητες που δημιουργεί το σύστημα στους καλλιτέχνες που δεν υποτάσσονται στις επιδιώξεις του. Οχι μόνο κατά την πρώτη, μεταπολιτευτική περίοδο που η αντίδραση συνέχιζε να δείχνει φανερά το «πρόσωπό» της, αλλά και αργότερα στα χρόνια πλέον του «πλαστικού», εύπεπτου, εμπορευματοποιημένου τραγουδιού, που το κατεστημένο δεν ανεχόταν παρουσίες όπως αυτή της ασυμβίβαστης τραγουδίστριας. Εύγλωττα όσα μας ανέφερε στην ίδια συνέντευξη: «Εμένα μου έβαλαν την ετικέτα πολιτική τραγουδίστρια για κακό, τις εποχές που το πολιτικό τραγούδι ήταν υπό διωγμόν. Τη δεκαετία '70-'80 μέχρι αυγά στο κεφάλι έφαγα από διάφορους αντιδραστικούς. Στο Κιλκίς μας πετούσαν πέτρες... Κάναμε πολιτική δουλειά, καθώς οι συναυλίες μας δεν ήταν μόνο καλλιτεχνικά γεγονότα αλλά και μέσο πάλης. Πηγαίναμε στη Λάρυμνα πρωί πρωί, χειμώνα, σε ένα σινεμά καλοκαιρινό και τραγουδούσαμε. Κάθε Κυριακή πρωί τραγουδούσαμε σε κινηματογράφους της Αθήνας για απεργούς, παρόλο το ξενύχτι της προηγούμενης νύχτας στις μπουάτ. Το "πολιτική τραγουδίστρια" σήμαινε λοιπόν μέσα στα γεγονότα... Ομως, μετά το '80 έγινε βρισιά. Δηλαδή, εσύ είσαι πολιτική τραγουδίστρια, έξω από εδώ. Δε θα τραγουδήσεις άλλο, τελείωσες. Κι έχανα το τρένο της ευκολίας, του να ελίσσεσαι...».
Συγκλονιστικές ερμηνείεςΠαρόλο τον αποκλεισμό της, η τραγουδίστρια που συνδέθηκε με μερικές από τις σπουδαιότερες στιγμές της νεότερης ελληνικής δημιουργίας και μας «διηγήθηκε» κάποιες από τις πιο όμορφες και συγκλονιστικές μελωδικές ιστορίες, έχει μείνει βαθιά χαραγμένη στην καρδιά του λαού μας. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Αναμφίβολα κορυφαίες παραμένουν οι καταλυτικές, δραματικές ερμηνείες της σε έργα του Θάνου Μικρούτσικου, όπως τα «Πολιτικά Τραγούδια» (σε ποίηση των Ναζίμ Χικμέτ και Βολφ Μπίρμαν), «Καντάτα για τη Μακρόνησο» (βασισμένη στον «Πέτρινο Χρόνο» του Ρίτσου), «Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκι», στην εξεγερμένη «Φουέντε Οβεχούνα», στα «Τροπάρια για Φονιάδες», όπου ζωντανεύουν οι μορφές των Τσε Γκεβάρα, Ρόζας Λούξεμπουργκ, Καρυωτάκη, Πλουμπίδη, στα «Τραγούδια της Λευτεριάς» σε στίχους Μπρεχτ, Αναγνωστάκη, Ρίτσου, Φώντα Λάδη, Αλκη Αλκαίου...
Ξεκίνησε να τραγουδά από παιδί. Στα 16 της χρόνια δισκογραφεί το «Ενα πρωινό η Παναγιά μου» του Σταύρου Ξαρχάκου (από την ταινία τα «Κορίτσια στον Ηλιο»). Μετά ήρθε ο «Ηλιος ο Πρώτος» και το «Χρονικό» του Γιάννη Μαρκόπουλου, ενώ στο ενδιάμεσο είχε γνωρίσει τον Μίκη Θεοδωράκη, ίνδαλμά της από μικρό παιδί. Μαζί του, κατά την επταετία, περιοδεύει ανά τον κόσμο και συμμετέχει στους δίσκους «Τα Λαϊκά» («Το τρένο φεύγει στις οκτώ») και «Τραγούδια του Αγώνα» («Σαν τον αετό φτερούγαγε στη στράτα»). Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, το 1974, τραγουδά στο δίσκο «Σκλάβοι Πολιορκημένοι» του Νίκου Μαμαγκάκη και το «Αντόνιο Τόρρες Χερέδια» του Γιάννη Γλέζου. Ηδη έχει γνωρίσει τον Θάνο Μικρούτσικο και το 1975 δισκογραφούν τον πρώτο δίσκο του, τα «Πολιτικά Τραγούδια». Ακολουθούν: «Καντάτα για τη Μακρόνησο», «Φουέντε Οβεχούνα», «Τροπάρια για φονιάδες», «Τα τραγούδια της λευτεριάς». Χαρακτηριστικό πως από την κασετίνα των οκτώ δίσκων με τα πολιτικά τραγούδια του συνθέτη που έβγαλε η «Λύρα», πριν λίγα χρόνια, στους πέντε τραγουδάει μόνο η Μαρία Δημητριάδη. Ενας από τους πιο πολυασκουσμένους δίσκους τους ήταν «Τα Αντάρτικα» (1981) - επανεκτελέσεις μαζί με την αδερφή της Αφροδίτη Μάνου. Μετά από κάποια χρόνια κάνει πάλι συναυλίες με τον Μίκη, τον Μαρκόπουλο... Δισκογραφικά συνέχισε με το «Δελτίο καιρού», με τραγούδια πολλών συνθετών σε πρώτη εκτέλεση, τα «Λιανοτράγουδα» του Θεοδωράκη, τον πρώτο δίσκο του Γιώργου Σταυριανού, την «Ελένη» του Χατζιδάκι - τον «πιο σταθερό και ιδεολόγο άνθρωπο» όπως έλεγε - το «Εμπάργκο» του Μικρούτσικου, με άλλους τραγουδιστές, κ.ά. Μετά από το '90-'91 και δύο πολύ μεγάλες περιοδείες με τον Μίκη, άρχισε να αποτραβιέται. Ακολούθησαν δύο χρόνια δουλειάς της στο Βελιγράδι, την περίοδο του εμπάργκο. Εκανε συναυλίες κι ένα δίσκο, που με τη βοήθεια του υπουργείου Πολιτισμού της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τα έσοδά του πήγαν για τους πρόσφυγες. Δύο χρόνια πηγαινοερχόταν στη Γιουγκοσλαβία... Τελευταία δισκογραφική της δουλειά, οι «Δον Κιχώτες» των Παρασκευά Καρασούλου (στίχοι) και Θοδωρή Οικονόμου (μουσική).
- Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Κυριακή 3 Γενάρη 2010
Saturday, January 2, 2010
ΜΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ: Μας «ταξίδεψε» στις «πιο όμορφες θάλασσες»
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment