Η μαμά της της έδωσε το όνομα Εντίθ για να τιμήσει μια βρετανίδα πατριώτισσα. Το piaf, που στη γαλλική αργκό σημαίνει σπουργιτάκι, το «κληρονόμησε» από την «κατασκευή» της: είχε ύψος μόλις 1,47. Γεννήθηκε στον αριθμό 72 της οδού Μπελβίλ, πλάι σε ένα φανάρι.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής της τα πέρασε στον οίκο ανοχής της γιαγιάς της, όπου φρόντισαν για την επέμβαση στα μάτια της, αφού ώς τότε δεν μπορούσε να δει. Στα έξι της χρόνια μάζευε κέρματα στο καπέλο του ακροβάτη πατέρα της. Δέκα ετών έδινε ήδη τις δικές της παραστάσεις στους δρόμους. Αλλά χωρίς ακροβατικά. Το μόνο που ήθελε ήταν να τραγουδά. «Τούτο το παιδί τα 'χει όλα μέσα στο λαρύγγι, τίποτα στα ποδάρια», της καταλόγιζε ο πατέρας της.
Η γυναίκα που έγραψε το «La vie en rose», που υπήρξε συνώνυμο του γαλλικού τραγουδιού, περιπλανήθηκε για χρόνια σε αξιοθρήνητες μπουάτ στη Μονμάρτρη. Επαιξε σε καμπαρέ. Επιδόθηκε σε ατελείωτα κυνηγητά με τους αστυνομικούς. Γλίτωσε στο παρά πέντε από την πορνεία. Υποκλινόταν στον Τσάρλι Τσάπλιν, αγαπούσε το μοβ, την κλασική και είχε πάντα μαζί της μια εικόνα της Αγίας Τερέζας κι ένα σταυρό με επτά σμαράγδια που της δώρισε κάποτε η αγαπημένη της Μαρλέν Ντίτριχ.
Ηταν ανυπόμονη, παθιασμένη, επιρρεπής στην ασωτία κι εξαιρετικά εύθραυστη. Η αδελφή της το διάστημα 1951-1963 είχε απαριθμήσει: 4 τροχαία, 1 απόπειρα αυτοκτονίας, 4 θεραπείες αποτοξίνωσης, 7 εγχειρήσεις, 2 βρογχοπνευμονίες, 3 νευρικούς κλονισμούς, 3 μεταφορές σε νοσοκομεία για ηπατικό κώμα. Δεν μπορούσε καν να απαλλαγεί από τα «σύνδρομα» του πεζοδρομίου: πίστευε ότι το μπάνιο είναι βλαβερό. Οτι το νερό έχει μικρόβια. Οτι μόνο το αλκοόλ σκοτώνει τα σκουλήκια... Ενώ -σύμφωνα πάντα με μαρτυρίες- το πρωί ξυπνούσε άφωνη κι έπρεπε να κάνει γαργάρες για να τραγουδήσει.
Λέμπερ και Τσανακλίδου
Πριν η Μαριόν Κοτιγιάρ διηγηθεί κινηματογραφικά τη σπαρακτική ζωή της γαλλίδας τραγουδίστριας, δεκάδες συγγραφείς, βιογράφοι, συνάδελφοι και φίλοι επιχείρησαν να ανιχνεύσουν το φαινόμενο Εντίθ Πιαφ. «Τα γαλάζια μάτια της ήταν η μισή της γοητεία, το γέλιο και η φωνή η άλλη μισή...», έγραφε ο γάλλος ηθοποιός Ζαν-Κλοντ Μπριαλί στην αυτοβιογραφία του. Και θυμόταν ότι του έλεγε: «Το ιδανικό για μένα θα ήταν να κάνω εμφάνιση με τον Αλέν Ντελόν, γιατί είναι ο ωραιότερος, να γελάω μαζί σου γιατί είσαι ο πιο αστείος και να γυρίσω το βράδυ στο σπίτι με τον Μπελμοντό, γιατί φαίνεται να είναι πρώτος στο κρεβάτι».
Η αλήθεια είναι πως η παρουσία των ανδρών τής ήταν απαραίτητη. «Σπίτι χωρίς άντρα είναι χειρότερο κι από μέρα χωρίς ήλιο», έλεγε. «Σπίτι όπου δεν βλέπεις κάλτσες, μια γραβάτα, ένα σακάκι πεταμένο, μοιάζει με σπίτι χήρας. Είναι πληκτικό».
Οι Γάλλοι ακόμα αναζητούν την τραγουδίστρια που θα την εκθρονίσει από την καρδιά τους. Και οι ερμηνευτές σε κάθε γωνιά του κόσμου έχουν επιχειρήσει εκατοντάδες διασκευές: Η Ούτε Λέμπερ πέρασε δύο χρόνια μελετώντας τον τρόπο που θα ερμηνεύσει τραγούδια της Πιαφ στα γαλλικά. Τελικά, παρουσίασε στο Φεστιβάλ Τζάζ του Μοντρέ του 2004 την παράσταση «Ψευδαισθήσεις», φόρο τιμής σε δύο θρυλικές γυναίκες που συνδέονταν με μια βαθιά φιλία: την Ντίτριχ και την Πιαφ. «Επρεπε να επιστρατεύσω αρκετό κουράγιο για να αγγίξω το ρεπερτόριό της», έλεγε τότε. «Η Πιαφ, σε αντίθεση με την Ντίτριχ, που ήταν γεμάτη αυτοπεποίθηση, έμοιαζε με θύμα: η φωνή των απόκληρων και του περιθωρίου. Πώς λοιπόν να προσεγγίσεις τραγούδια στιγματισμένα από την ερμηνεία και τη συναισθηματική της φόρτιση, όπως το "Non je ne regrette rien";».
Η Αννα Σαλαζάρ ταίριαξε το θρήνο του φλαμένκο με τη μελαγχολία του Παρισιού, στολίζοντας επιτυχίες της με ανδαλουσιανούς ήχους. Οι Ιταλίδες Μίλβα και Μπίμπι Φερέιρα της αφιέρωσαν ολόκληρα άλμπουμ. Μέχρι κι ο Γουίλι Ντεβίλ παραμέρισε για λίγο τις μπλουζ και σόουλ αναφορές του για να ερμηνεύσει το «The lovers» («Les amants»). Η Μιρέιγ Ματιέ χάρισε πιο τρυφερούς τόνους στα τραγούδια της. Το γνωστότερό της, «La vie en rose», έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 10 γλώσσες, ενώ το έχουν ηχογραφήσει από τον Τζακ Νίκολσον μέχρι την Ντόνα Σάμερ, την Γκρέις Τζόουνς, τη Λίζα Μινέλι και τον Σεμπ Μαμί. Οσο για τις υπόλοιπες επιτυχίες που σφράγισε με τη φωνή της, στο παρελθόν τις τραγούδησαν από τον Νατ Κίνγκ Κόουλ μέχρι τη Λετίσια Καστά.
Στη χώρα μας, μεγάλη θαυμάστριά της έχει δηλώσει εδώ και χρόνια η Τάνια Τσανακλίδου: την υποδύθηκε στο θέατρο, κυκλοφόρησε το 1981 άλμπουμ με τραγούδια της, ενώ και σήμερα τη μνημονεύει στις παραστάσεις της. Τη «γνωριμία» της με την Πιαφ τη χρωστάει στο Γιάννη Φέρτη.
«Ημουν τότε πολύ ερωτευμένη κι εκείνος μου έφερε δώρο για το καινούριο μου πικάπ τρεις δίσκους: έναν δικό της, το «Μεγάλο ερωτικό» του Χατζιδάκι και τα «Νυχτερινά» του Σοπέν. Δεν μπορώ να πω ότι τη λάτρεψα από το πρώτο άκουσμα. Ημασταν ακόμα πωρωμένοι με το πολιτικό τραγούδι. Επεσε και πλάι στον Χατζιδάκι και ατύχησε», μας είχε πει παλαιότερα. Το 1981, όμως, που της προτάθηκε να υποδυθεί την «Πιαφ» στο Αθηναϊκό Κηποθέατρο την ανακάλυψε ξανά. «Πήγα στην ΕΡΤ, είδα ό,τι αρχειακό υλικό υπήρχε, διάβασα βιβλία, άρχισα να μαθαίνω γαλλικά. Κατάλαβα ότι πρόκειται για μια συγκλονιστική προσωπικότητα. Με συγκίνησε η τόλμη της στη φωτιά. Πρώτα καιγόταν η ίδια και μετά ζέσταινε τις καρδιές των άλλων. Νομίζω ότι ένας μεγάλος καλλιτέχνης μόνο από αυτό το υλικό είναι φτιαγμένος». *[ΚΥΡ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Επτά, Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010]
No comments:
Post a Comment