ΕΦΥΓΕ ΣΤΑ 96 ΤΗΣ Η ΔΑΝΑΗ
Από τη μάντρα του Αττίκ στη Χιλή του Νερούδα
Της ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
«Δανάη, η μεγάλη αρτίστα», έλεγε ο Πάμπλο Νερούδα. «Με κιθάρα να τα λέει η Δανάη και κάθε πέτρα να πονάει», έλεγε ο Αττίκ για το αηδόνι των τραγουδιών του.
Γυναίκα με πολλαπλές ιδιότητες -τραγουδίστρια, τραγουδοποιός, δημοσιογράφος, καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Λαογραφίας στο πανεπιστήμιο Σαντιάγο της Χιλής, μεταφράστρια του «Κάντο Χενεράλ» του Νερούδα, ποιήτρια, αγωνίστρια- η Δανάη Στρατηγοπούλου πέθανε χθες σε ηλικία 96 ετών.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1913 αλλά πέρασε τα παιδικά της χρόνια στη Γαλλία (Παρίσι και Μασσαλία). Τελειώνοντας το σχολείο, παρακολούθησε για ένα χρόνο Οικονομικές Επιστήμες και γράφτηκε στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, ενώ πήρε δίπλωμα της Γαλλικής Ακαδημίας. Το πάθος της, όμως, ήταν το τραγούδι. Σπούδασε ορθοφωνία και φωνητική μουσική και στράφηκε από νωρίς στο ελαφρό τραγούδι.
Το 1935 πρωτοεμφανίστηκε ως δημοσιογράφος. Με αυτή την ιδιότητα γνώρισε τον Αττίκ, όταν τον ακολούθησε σε ένα ταξίδι του στην Αίγυπτο. «Πήγα δημοσιογραφίσκη -κατά το παιδίσκη- και γύρισα επαγγελματίας τραγουδίστρια, γιατί εισέπραττα κάθε βράδυ κάποιο ποσό. Μου έδιναν ένα κατοστάρικο, ενώ στην εφημερίδα έπαιρνα ένα τάλιρο και πήγαινα με τον Λουντέμη σ' ένα ταβερνάκι και μοιραζόμαστε μια φασολάδα...», έλεγε σε συνέντευξή της στον Δημήτρη Γκιώνη.
Την τέχνη του τραγουδιού η Δανάη τη διδάχθηκε από τη Μάγγη Καρατζά. Τραγούδησε όλους σχεδόν τους συνθέτες της εποχής, από τον Χαιρόπουλο μέχρι τον Γιαννίδη, αλλά ξεχώρισε ως ερμηνεύτρια του Αττίκ και ταυτίστηκε με τις μεγάλες στιγμές του: «Ας ερχόσουν για λίγο», «Τ' οργανάκι», «Μαραμένα τα γιούλια», «Αδικα πήγαν τα νιάτα μου», «Της μιας δραχμής τα γιασεμιά». Σύστησε στο ελληνικό κοινό και ξένα τραγούδια, όπως το περίφημο «Amapola» ή το «Antonio Vargas Heredia». Και η ίδια είχε γράψει πολλά τραγούδια, σε αρκετά από αυτά και τους στίχους.
Οταν ξέσπασε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος κατέφυγε στα Τρίκαλα, όπου έμενε η αδελφή της. Την περίοδο της Κατοχής, η αντιστασιακή της δράση την οδήγησε στις φυλακές Αβέρωφ. Ενταγμένη στο ΕΑΜ, έκρυβε συναγωνιστές της, οργάνωνε συσσίτια, τραγουδούσε στα νοσοκομεία.
Στην περίοδο της χούντας πήγε στη Χιλή, όπου δίδασκε η αδελφή της Μουσικολογία στο πανεπιστήμιο. Επεδίωξε να γνωρίσει τον Πάμπλο Νερούδα. Είχε ήδη μεταφράσει το έργο του «Τα υψώματα του Μάτσου Πίτσου». Η μεγάλη της συνεισφορά όμως ήταν η μετάφραση του «Κάντο Χενεράλ». Τέσσερα χρόνια τής πήρε η έρευνα και η μετάφραση. Παράλληλα, δίδασκε ελληνική δημοτική ποίηση στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγο. Και αργότερα, επέστρεφε συχνά στη Χιλή και έδινε διαλέξεις σε πανεπιστήμια και ρεσιτάλ με ελληνικά τραγούδια. Τιμήθηκε με ειδικό βραβείο της Προεδρίας της Χιλής -επί Αλιέντε- στο Φεστιβάλ του χιλιανού ελαφρού τραγουδιού, το 1972. Πριν από μερικά χρόνια πήρε το παράσημο του ελευθερωτή της Χιλής Μπερνάντο Ο' Χίγκινς -το ανώτερο της Χιλής.
Πλούσια ήταν η λογοτεχνική της δραστηριότητα. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές («Αντιδράσεις»), μελέτες («Για ένα ζευγάρι ρόδα», «Ελληνίδες ηρωίδες στο δημοτικό τραγούδι») και μεταφράσεις («Νύχτα του Σαββάτου» του Μπερναβέντε, «Η μαύρη βίβλος της βορειοαμερικανικής επέμβασης στη Χιλή» του Αρμάνδο Ουρίβε, «Η Χιλή θα νικήσει» του Χουάν Φοντό).
Είχε παντρευτεί τον Γιώργο Χαλκιαδάκη και απέκτησαν μια κόρη, τη Λήδα, που με τον Σπύρο Βλασσόπουλο είχαν δημιουργήσει το 1972 το συγκρότημα «Λήδα & Σπύρος».
Η κηδεία της θα γίνει την Τετάρτη, στις 3.30 μ.μ., στο Α' Νεκροταφείο. *
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1913 αλλά πέρασε τα παιδικά της χρόνια στη Γαλλία (Παρίσι και Μασσαλία). Τελειώνοντας το σχολείο, παρακολούθησε για ένα χρόνο Οικονομικές Επιστήμες και γράφτηκε στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, ενώ πήρε δίπλωμα της Γαλλικής Ακαδημίας. Το πάθος της, όμως, ήταν το τραγούδι. Σπούδασε ορθοφωνία και φωνητική μουσική και στράφηκε από νωρίς στο ελαφρό τραγούδι.
Το 1935 πρωτοεμφανίστηκε ως δημοσιογράφος. Με αυτή την ιδιότητα γνώρισε τον Αττίκ, όταν τον ακολούθησε σε ένα ταξίδι του στην Αίγυπτο. «Πήγα δημοσιογραφίσκη -κατά το παιδίσκη- και γύρισα επαγγελματίας τραγουδίστρια, γιατί εισέπραττα κάθε βράδυ κάποιο ποσό. Μου έδιναν ένα κατοστάρικο, ενώ στην εφημερίδα έπαιρνα ένα τάλιρο και πήγαινα με τον Λουντέμη σ' ένα ταβερνάκι και μοιραζόμαστε μια φασολάδα...», έλεγε σε συνέντευξή της στον Δημήτρη Γκιώνη.
Την τέχνη του τραγουδιού η Δανάη τη διδάχθηκε από τη Μάγγη Καρατζά. Τραγούδησε όλους σχεδόν τους συνθέτες της εποχής, από τον Χαιρόπουλο μέχρι τον Γιαννίδη, αλλά ξεχώρισε ως ερμηνεύτρια του Αττίκ και ταυτίστηκε με τις μεγάλες στιγμές του: «Ας ερχόσουν για λίγο», «Τ' οργανάκι», «Μαραμένα τα γιούλια», «Αδικα πήγαν τα νιάτα μου», «Της μιας δραχμής τα γιασεμιά». Σύστησε στο ελληνικό κοινό και ξένα τραγούδια, όπως το περίφημο «Amapola» ή το «Antonio Vargas Heredia». Και η ίδια είχε γράψει πολλά τραγούδια, σε αρκετά από αυτά και τους στίχους.
Οταν ξέσπασε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος κατέφυγε στα Τρίκαλα, όπου έμενε η αδελφή της. Την περίοδο της Κατοχής, η αντιστασιακή της δράση την οδήγησε στις φυλακές Αβέρωφ. Ενταγμένη στο ΕΑΜ, έκρυβε συναγωνιστές της, οργάνωνε συσσίτια, τραγουδούσε στα νοσοκομεία.
Στην περίοδο της χούντας πήγε στη Χιλή, όπου δίδασκε η αδελφή της Μουσικολογία στο πανεπιστήμιο. Επεδίωξε να γνωρίσει τον Πάμπλο Νερούδα. Είχε ήδη μεταφράσει το έργο του «Τα υψώματα του Μάτσου Πίτσου». Η μεγάλη της συνεισφορά όμως ήταν η μετάφραση του «Κάντο Χενεράλ». Τέσσερα χρόνια τής πήρε η έρευνα και η μετάφραση. Παράλληλα, δίδασκε ελληνική δημοτική ποίηση στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγο. Και αργότερα, επέστρεφε συχνά στη Χιλή και έδινε διαλέξεις σε πανεπιστήμια και ρεσιτάλ με ελληνικά τραγούδια. Τιμήθηκε με ειδικό βραβείο της Προεδρίας της Χιλής -επί Αλιέντε- στο Φεστιβάλ του χιλιανού ελαφρού τραγουδιού, το 1972. Πριν από μερικά χρόνια πήρε το παράσημο του ελευθερωτή της Χιλής Μπερνάντο Ο' Χίγκινς -το ανώτερο της Χιλής.
Πλούσια ήταν η λογοτεχνική της δραστηριότητα. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές («Αντιδράσεις»), μελέτες («Για ένα ζευγάρι ρόδα», «Ελληνίδες ηρωίδες στο δημοτικό τραγούδι») και μεταφράσεις («Νύχτα του Σαββάτου» του Μπερναβέντε, «Η μαύρη βίβλος της βορειοαμερικανικής επέμβασης στη Χιλή» του Αρμάνδο Ουρίβε, «Η Χιλή θα νικήσει» του Χουάν Φοντό).
Είχε παντρευτεί τον Γιώργο Χαλκιαδάκη και απέκτησαν μια κόρη, τη Λήδα, που με τον Σπύρο Βλασσόπουλο είχαν δημιουργήσει το 1972 το συγκρότημα «Λήδα & Σπύρος».
Η κηδεία της θα γίνει την Τετάρτη, στις 3.30 μ.μ., στο Α' Νεκροταφείο. *
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 19/01/2009
No comments:
Post a Comment