Πενήντα ένα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον θάνατο του Απόστολου Χατζηχρήστου, μιας μοναδικής φυσιογνωμίας με ξεχωριστά χαρακτηριστικά στον χώρο του ρεμπέτικου τραγουδιού.
Ηταν κυρίως συνθέτης και τραγουδιστής, αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικός μπουζουξής και στιχουργός. Εκτός όμως απ' το καλλιτεχνικό μέρος, επρόκειτο για έναν γλυκύτατο άνθρωπο, έναν τρυφερό και δίκαιο πατέρα-οικογενειάρχη, έναν πιστό φίλο και ...ακραία γενναιόδωρο χαρακτήρα, ακόμα και μέσα στην περίοδο της Κατοχής, αλλά και στα κατοπινά χρόνια της φτώχειας. Ετσι, για παράδειγμα, έδινε το ρολόι του (σαν «ταυτότητα») σε κάποιον γνωστό του με ανάγκες και τον έστελνε στο σπίτι του, στη γυναίκα του, για να του δώσει εκείνη ένα δικό του παντελόνι ή ένα σακάκι να φορέσει...
Ο Απόστολος Χατζηχρήστος γεννήθηκε το 1904 στο Κοκαριαλί, ένα όμορφο προάστιο της Σμύρνης. Η οικογένειά του ήταν πλούσια και γι' αυτό τού δόθηκε από παιδί η δυνατότητα να ασχοληθεί με τη μουσική, μαθαίνοντας πιάνο, κιθάρα και ακορντεόν. Εφηβος ακόμα και ενθουσιασμένος με την παρουσία τού ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, έγινε εθελοντής στην εκστρατεία. Το 1922 με τη φωτιά, τον χαλασμό και τον διωγμό, κι ενώ η οικογένειά του έφευγε αφήνοντας πίσω την περιουσία της και τα άγια χώματα, ο δεκαοχτάρης τότε Απόστολος άφησε ξαφνικά τους δικούς του και προσπάθησε να βοηθήσει κάποια παιδάκια βάζοντάς τα μέσα σε βάρκες σωτηρίας. Οταν τον αντιλήφθηκαν οι Τούρκοι, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν για εκτέλεση σε στρατόπεδο, με βρομιές, ψείρες και άθλια φαγητά. Για τρία χρόνια τον είχαν χαμένο οι δικοί του, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν φτάσει στην Ελλάδα. Ο Απόστολος δραπέτευσε από το στρατόπεδο των Τούρκων κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες. Συγκεκριμένα, λίγο πριν τον εκτελέσουν, ένας ηλικιωμένος θείος του και συγκρατούμενός του στο στρατόπεδο, τον άφησε να πατήσει στις πλάτες του, να σκαρφαλώσει στον τοίχο της περίφραξης και να βρεθεί εκτός στρατοπέδου ελεύθερος. Ηταν ανήμερα του Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου. Τη μέρα αυτή της σωτηρίας του τη θεωρούσε ιερή ο Χατζηχρήστος και γι' αυτό κάθε χρόνο του Σταυρού δεν έτρωγε ούτε έπινε τίποτε όλη μέρα, κάτι που «κράτησε» στην υπόλοιπη ζωή του.
Μετά το στρατόπεδο πήγε στην Τζιά, όπου ήταν οι γονείς του, και ύστερα όλοι μαζί βρέθηκαν στον Πειραιά στο Τουρκολίμανο, γιατί εκεί το κράτος τούς έδωσε ένα παράπηγμα (παράγκα). Η πρώτη δουλειά που έκανε, και μάλιστα για κάμποσα χρόνια, ήταν ηλεκτροσυγκολλητής. Το 1929 παντρεύτηκε τη Γαρουφαλλή και απ' το γάμο αυτόν απέκτησαν δύο κόρες, την Ευαγγελία και την Πόπη.
Γύρω στα 1929 φαίνεται να άρχισε με το μπουζούκι και να δόθηκε ολοκληρωτικά σ' αυτό. Στην αρχή μετέτρεψε ένα μαντολίνο σε μπουζούκι και την ...εγχείρηση αυτή την έκανε ο περίφημος οργανοποιός της εποχής Κυριάκος Λαζαρίδης. Ταυτόχρονα άρχισε να γράφει τραγούδια. Στην αρχή εμφανιζόταν σε μικροταβερνάκια του Πειραιά, με τους ελάχιστα γνωστούς τότε Μ. Γεννίτσαρη, Γ. Κωνσταντινίδη, Η. Ποτοσίδη, Λ. Γουναρόπουλο κ.ά. Σύντομα μπήκε και στα μεγάλα κέντρα διασκέδασης, όπως στο «Δάσος», στον Βοτανικό, στην «Μπίρα του Πίκινου» στο Θησείο, στου «Μάριου», στην Ομόνοια, κ.ά., μαζί με όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής. Στον Βοτανικό συγκεκριμένα ήταν μαζί με τον Μάρκο, τον Στράτο, τον Παπαϊωάννου, τον Κηρομύτη, τον Δελιά, τον Μπαγιαντέρα, τον Μπάτη, ...καταλαβαίνετε.
Στη δισκογραφία μπήκε το 1938 με τα τραγούδια «Γιατί σκληρή και άπονη» και «Εχω βαθιά τον πόνο» σε δικούς του στίχους και μουσική και με ερμηνευτές τον εαυτό του και τον παλιό του συνεργάτη «Μακαρόνα» (Γιώργο Κωνσταντινίδη). Συνολικά ο Απόστολος Χατζηχρήστος δισκογράφησε 85 τραγούδια ως συνθέτης, τα περισσότερα των οποίων τραγούδησε ο ίδιος, συχνότατα με συν-τραγουδιστές. Αν οι μελωδίες από κάποια τραγούδια του σάς θυμίσουν άλλα γνωστά, μην εκπλαγείτε. Τον Χατζηχρήστο τον έχουν αντιγράψει πολλές φορές. Αυτό όμως που δεν μπορούσε να αντιγράψει ποτέ κανείς ήταν η μαγική και μοναδική, γεμάτη αύρες, φωνή του. Φωνή εκφραστική, με μεγάλη έκταση και άλλες φυσικές δυνατότητες, με άρτια τεχνική και γεμάτη από συναίσθημα. Γι' αυτό διάφοροι συνάδελφοί του συνθέτες τον εμπιστεύτηκαν για να ερμηνεύσει δικά τους τραγούδια. Οι περισσότερες συνεργασίες ήταν με τον Μάρκο και τον Περιστέρη, όμως τον εμπιστεύτηκαν και ο Τσιτσάνης, ο Παπαϊωάννου, ο Σκαρβέλης, ο Καπλάνης, ακόμα και ο Γούναρης. Συνολικά αποτύπωσε τη φωνή του σε πάνω από 125 τραγούδια. Και κάτι τελευταίο για τη φωνή του Απόστολου. Ηταν μαγικός ακόμα κι όταν έκανε δεύτερες φωνές...
Τους στίχους από τα τραγούδια του τούς έγραφε συνήθως ο ίδιος, αλλά συνεργάστηκε και με τον Γιώργο Φωτίδα, τον Κώστα Μάνεση, τον Γιάννη Λελάκη, τον Χαράλαμπο Βασιλειάδη και κάποιους άλλους.
Και τώρα λίγα λόγια και για το παίξιμο του μπουζουκιού από τον Χατζηχρήστο. Ηδη είπα ότι καταπιάστηκε με το μπουζούκι το 1929 και λόγω της τριβής του από μικρός με τη μουσική και τα όργανα, αλλά και του ταλέντου του, έγινε σύντομα δεξιοτέχνης. Το μπουζούκι του το ακούμε βεβαίως στα τραγούδια του που δισκογράφησε. Ειδικότερα όμως το απολαμβάνουμε σε δύο οργανικά του, τον «Σέρβικο χορό», ένα χασάπικο από το 1940, και το «Αλέγκρο», ένα χασαποσέρβικο από το 1947. Το παίξιμο του Απόστολου λοιπόν είναι άνετο, διαυγές, αεράτο, χαρούμενο και «πιστό» στη μελωδία του. Δεν την «πουλάει» δηλαδή τη μελωδία κάνοντας επικίνδυνες ακροβασίες επίδειξης...
Ο Απόστολος Χατζηχρήστος έχει ξεχωριστό ύφος στη σύνθεση και θα έλεγα ότι μαζί με τον Μάρκο είναι οι μόνοι από τους πολυγράφους δημιουργούς του ρεμπέτικου, που το μεγαλύτερο μέρος του έργου τους είναι (ακουστικά) τόσο πολύ αναγνωρίσιμο. Κάτι όμως ιδιαίτερα χαρακτηριστικό για τον Χατζηχρήστο είναι σίγουρα το κατεξοχήν «κανταδόρικο», θα ονόμαζα, ύφος του. Πράγματι από τα 85 τραγούδια του, περίπου τα 60 έχουν το ύφος της καντάδας και όλα αυτά έχουν ερμηνευτεί στους δίσκους με περισσότερους από έναν τραγουδιστή. Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι τα περισσότερα απ' αυτά τα 60 «κανταδόρικα» του Χατζηχρήστου είναι ζεϊμπέκικα και όχι χασάπικα (τετράσημα), όπως οι καντάδες.
Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Χατζηχρήστος έγραψε τρία πατριωτικά τραγούδια, με πιο γνωστό το χασάπικο «Στης Αλβανίας τα βουνά», καθώς επίσης και τα λιγότερο γνωστά «Αέρα οι φαντάροι μας» και «Αποχαιρετισμός στην Αλβανία». Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής εντάχτηκε ενεργά σε ομάδες αντίστασης και ταυτόχρονα, βέβαια, εργαζόταν σε κέντρα για τον επιούσιο της φαμίλιας του, όπως για παράδειγμα στην «Μπίρα του Πίκινου». Το 1941 δούλεψε στο κέντρο «Αμφισσα», απέναντι από το θρυλικό «Κοτοπούλη», στην Ομόνοια. Μέσα στην Κατοχή έγραψε δύο σημαδιακά κομμάτια. Το ένα είναι η «Φτώχεια», τραγούδι άκρως βιωματικό, αφού ο Χατζηχρήστος έζησε διπλά τη φτώχεια, δηλαδή και σαν πρόσφυγας αλλά και στην Κατοχή, και το άλλο είναι «Η μανούλα», που το έγραψε για την απώλεια της δικής του μανούλας.
Μετά τον πόλεμο και την Κατοχή, ο Χατζηχρήστος συνέχισε με τη δουλειά στα πάλκα και τη δισκογραφία. Στενή συνεργασία είχε με τους φίλους του Παπαϊωάννου και Μάρκο, αλλά και με τον Τσιτσάνη, τον Στράτο, τον Μητσάκη, τον Κηρομύτη κ.ά. Γνωστά μαγαζιά που δούλεψε, τότε, ήταν η «Ταβέρνα του Τζίμη του χοντρού», η «Φλόριδα», το «Ελατο», το «Πιγκάλ» ο «Φοίνικας», ο «Πράσινος Μύλος» στον Πειραιά κ.ά. Φαίνεται πως για κάποιο διάστημα ο Χατζηχρήστος είχε ανοίξει ταβέρνα με τον Παπαϊωάννου στη Δραπετσώνα και μαζί τους δούλεψε ο Μπιρ-Αλλάχ. Μάλιστα με τον Παπαϊωάννου, τον Στεφανάκη και τον Παπαδόπουλο, αφού έπαιξαν πρώτα στη Θεσσαλονίκη, έφυγαν μετά για περιοδεία σε πολλά μέρη. Τη δεκαετία του '50, με την υποχώρηση του ρεμπέτικου και την άνοδο του «γυφτο»-λαϊκού, αναγκάστηκε, όπως ένα σωρό άλλοι, να κάνει περιοδείες στην Ελλάδα, από Βορρά στον Νότο και στα νησιά.
Ο Απόστολος Χατζηχρήστος προσβλήθηκε από καρκίνο στους πνεύμονες και πέθανε τον Ιούνιο του 1959. Η οικογένειά του, για να αντεπεξέλθει στα έξοδα για τις ακτινοβολίες, πούλησε το αγαπημένο του μπουζούκι στον Μπιθικώτση αντί 1.000 δραχμών.
Ελεγα στην αρχή αυτού του κειμένου για τη γενναιοδωρία αλλά και την ευαισθησία του Απόστολου Χατζηχρήστου. Στα τραγούδια, όμως, η γενναιοδωρία του αυτή πληρώθηκε ακριβά. Σας αναφέρω μόνο δύο περιπτώσεις, επιβεβαιωμένες και από τις κόρες του Ευαγγελία Χατζηχρήστου και Πόπη Μπάρδη. Τα τραγούδια «Φέρε μας κάπελα κρασί» και το «Μινόρε της αυγής» είναι συνθέσεις του Α. Χατζηχρήστου από τα χρόνια της Κατοχής, αλλά κυκλοφόρησαν με άλλα ονόματα...
Τέλος, δύο δυσάρεστα περιστατικά «κλοπής» συνέβησαν μετά τον θάνατό του. Συγκεκριμένα, δύο γνωστοί ρεμπετοσυλλέκτες, ξεχωριστά ο καθένας, «δανείστηκαν» από την οικογένεια όλους τους δίσκους του 78 στροφών που είχε, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος από το φωτογραφικό του υλικό και παρά τις υποσχέσεις τους, δεν επέστρεψαν τίποτε. Η οικογένεια μιλάει για λεηλασία...
Περισσότερα, γι' αυτούς του σφετερισμούς, θα βρείτε στο Διαδίκτυο. Ψάξτε το κειμενάκι μου: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟΣ, Ο ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΟΣ....
[Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 21 Μαΐου 2010]
No comments:
Post a Comment