Sunday, October 3, 2010

Τζιμ Σκλαβούνος: Καλύτερα στη μουσική παρά στο πορνείο

Απολαμβάνει την ελληνική καταγωγή του και ακούει ρεμπέτικα. Είναι το δεξί χέρι του Νικ Κέιβ. Πιστεύει ότι τα περισσότερα από αυτά που ακούγονται σήμερα είναι μέτρια και υπακούουν στη λογική των μίντια και της κουλτούρας των διασημοτήτων

Ο Τζιμ Σκλαβούνος είναι το δεξί χέρι του Νικ Κέιβ. Μισός Ελληνας, μισός Ιταλός, γεννήθηκε στο Μπρούκλιν όπου και μεγάλωσε ακούγοντας όλα τα σπουδαία που συνέβαιναν στη ροκ μουσική από το τέλος των σίξτις. Εχει θητεύσει ως ντράμερ και πολυοργανίστας σε μερικά από τα πιο αξιόλογα συγκροτήματα, όπως είναι οι Cramps, οι Sonic Υouth και οι Βad Seeds του Νικ Κέιβ, και πλέον είναι στο εκπληκτικό συγκρότημα που δημιούργησε ο Κέιβ, τους Grinderman. Τόσο ο πρώτος δίσκος τους όσο και ο δεύτερος που μόλις κυκλοφόρησε με τον διόλου ευφάνταστο τίτλο «Grinderman 2» έχουν αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές από τον διεθνή Τύπο, ενώ μεγάλη συζήτηση έγινε για το πολύ έξυπνο και προβοκατόρικο βιντεοκλίπ που σκηνοθέτησε ο Τζον Χίλκοουτ για το τραγούδι «Ηeathen Child». Πανύψηλος, ευγενής και με χιούμορ, ο Τζιμ Σκλαβούνος μίλησε στο «Βήμα» για την ελληνική καταγωγή του αλλά και για το νέο άλμπουμ τους.
- Πόσο δημοκρατικοί μπορεί να είστε σε ένα συγκρότημα όπου συμμετέχει ο Νικ Κέιβ;
«Ο Νικ δεν αισθάνεται καθόλου άνετα με τη δημοκρατία. (γελώντας) Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μου αρέσει κι εμένα, κι εκεί υψώνω τη φωνή μου με τον παλιό κλασικό ελληνικό τρόπο. Η αλήθεια είναι ότι το δημοκρατικό μοντέλο δεν είναι ιδανικό όταν θέλεις να κάνεις μια δουλειά ή να έχεις ένα συγκρότημα. Είναι άβολο. Από την άλλη, δεν πρόκειται για το βόλεμα, γιατί έτσι θα καθόταν ο καθένας σπίτι του και δεν θα έκανε τίποτε. Πιστεύω ότι υπάρχει ένας μαγικός τρόπος που ορίζει το πώς λειτουργούν τα πράγματα σε ένα συγκρότημα».
- Εχετε κάποιους συγκεκριμένους ρόλους που μοιράζεστε στο συγκρότημα;
«Είμαστε ευέλικτοι, θα έλεγα. Από την άλλη, ο Νικ θέλει να επιβλέπει το εικαστικό κομμάτι της δουλειάς, το κάλυμμα του δίσκου, τα βιντεοκλίπ, αλλά σε γενικές γραμμές έχουμε μοιράσει τους ρόλους». 
- Γιατί ο δίσκος ονομάζεται απλά «Grinderman 2»;
«Οσους τίτλους και αν προσπαθήσαμε να βρούμε, όλοι έδιναν την αίσθηση ενός θεματολογικού άλμπουμ και αυτό δεν το θέλαμε. Οι τίτλοι 1 και 2 προσδίδουν μια αίσθηση συνέχειας, θα ακολουθήσει το τρίτο και το τέταρτο και βλέπουμε. Είναι σαν τα σίκουελ του κινηματογράφου, το “Spider-Μan” και το “Superman”. Συνειδητά επίσης θέλαμε να ξεχωρίζουν τα άλμπουμ όχι από τον τίτλο, αλλά από την εικόνα που τα κοσμεί. Το πρώτο ήταν του πιθήκου και το δεύτερο του λύκου».
- Υπήρχε κάποιου είδους μανιφέστο όταν δημιουργήσατε τους Grinderman;
«Θεωρήσαμε αυτονόητο από την αρχή ότι δεν θα έχει σχέση με τις προηγούμενες δουλειές του Νικ. Του είπαμε ότι στους στίχους δεν θα μιλάει για τον έρωτα και για τον Θεό και δεν θα παίζει πιάνο αλλά κιθάρα, πράγματα τα οποία έκανε. Ξέραμε όμως από την αρχή ότι ο ήχος μας θα ήταν διαφορετικός».
- Σε τι διαφέρει το δεύτερο άλμπουμ από το πρώτο;
«Πιστεύω ότι είναι λιγότερο άμεσο και πιο πολύπλοκο αυτό το άλμπουμ και οι συνθέσεις είναι πιο δουλεμένες».
- Διάβασα στον βρετανικό Τύπο ότι αυτό το άλμπουμ το κυκλοφορήσατε προκειμένου να μην επισκεφθείτε τον ψυχίατρο ή το πορνείο όπου θα αντιμετωπίζατε τις σεξουαλικές δυσλειτουργίες σας... Υπάρχει αλήθεια σε αυτό;
(γελώντας) «Προφανώς ο δημοσιογράφος μιλάει για τον εαυτό του... Εχω πάει στη ζωή μου μία μόνο φορά σε πορνείο και μου ήταν αρκετή γιατί ήταν σκέτη αποτυχία. Αν είχε καταλήξει αλλιώς, σε διαβεβαιώ ότι θα ήμουν τακτικός πελάτης. Είναι αλήθεια ότι στη ζωή μου περισσότερο με έχουν κυνηγήσει οι γυναίκες παρά εγώ αυτές· και τέλος, δεν έχω πάει ποτέ σε ψυχίατρο και όντως ένα κομμάτι τέχνης μπορεί να σου κάνει την καλύτερη ψυχανάλυση».
- Ο άγριος ήχος σας είναι μια υποσυνείδητη αντίδραση στις ελαφρές, πιο ποπ, ημέρες που ζει το τραγούδι σήμερα;
«Δεν θα έλεγα ότι είναι πιο ποπ, αλλά πιο μπανάλ. Η ποπ μουσική δεν ήταν πάντα κάτι βαρετό και κακό όπως σήμερα. Στη δεκαετία του ΄60 ήταν συναρπαστική και περιπετειώδης. Μεγάλωσα ακούγοντας ποπ μουσική στο ραδιόφωνο τη δεκαετία του ΄70. Σήμερα δυστυχώς τα περισσότερα που ακούγονται είναι μέτρια και καθοδηγούνται από τη λογική των μίντια και των διασημοτήτων. Μια ακόρεστη δίψα για αναγνώριση και διασημότητα που δεν οδηγεί σε γόνιμα μονοπάτια».

  • «Μου απαγόρευαν να μιλάω ελληνικά»
- Πόσο Ελληνας νιώθετε;
«Είναι δύσκολη ερώτηση επειδή μεγάλωσα στη Νέα Υόρκη. Δεν είχα άμεση επαφή με την ελληνοευρωπαϊκή κουλτούρα και την εποχή όπου μεγάλωσα η ελληνοαμερικανική κουλτούρα ήταν ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. Την εποχή όπου μεγάλωνα η Ελλάδα βίωνε μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση, όπως ήταν η χούντα, και το περιβάλλον το δικό μου στην Αμερική ήταν πολύ απομονωμένο και μακριά από όλα αυτά. Ο πατέρας μου, από την άλλη, είχε βιώσει όλες τις προκαταλήψεις σχετικά με τους Ελληνες αλλά και τους άλλους μετανάστες στην Αμερική και αυτό που τον ενδιέφερε πιο πολύ ήταν να αμερικανοποιηθεί. Μου απαγόρευε να μιλάω ελληνικά. Δεν ήθελε να μάθω ελληνικά και μου απαγόρευε ακόμη και να πηγαίνω στην ορθόδοξη εκκλησία- με έστελνε στην καθολική, αν και ο ίδιος ήταν έλληνας ορθόδοξος».
- Και τι άλλαξε στη συνέχεια; 
«Οταν μεγάλωσα θεώρησα σχεδόν υποχρέωσή μου να εξερευνήσω τις ρίζες μου, να μάθω από πού κατάγομαι. Αρχισα να μαθαίνω ελληνικά, πράγμα που δεν ήταν εύκολο, και τελικά βρήκα μεγάλο ενδιαφέρον και στη μουσική και ιδιαίτερα στα ρεμπέτικα. Αρχισα να διαβάζω λογοτεχνία, κυρίως τους κλασικούς, Σοφοκλή, Ομηρο, Ευριπίδη, αλλά ποιος δεν τους έχει διαβάσει αυτούς... Δυστυχώς δεν γνωρίζω τίποτε από τη σύγχρονη λογοτεχνία».
- Ποια είναι η σχέση σας πλέον με την Ελλάδα;  
«Είναι μια συνειδητή επιλογή μου και την απολαμβάνω ως τέτοια. Δεν είναι καταναγκαστική λόγω οικογενειακών δεσμών, όπως γίνεται συνήθως. Οταν βρίσκομαι στην Ελλάδα νιώθω όμορφα και οικεία, και ίσως έτσι τελικά να είναι και καλύτερα».

No comments: