3 HOURS OF ACOUSTIC-REGGAE-SKA-PUNK-HARDCORE-THRASH DELIRIUM
HEAVY DRINKING...NON STOP DANCING...HARDCORE PARTYING
BRING YOUR FRIENDS GET YOUR ARMORS...
DARK SHOW TRAILER LINK -> http://www.youtube.com/watch?v=xZweU6rj038
spread the word...
Η φωνή του «Love is a Many Splendored Τhing», o Αλ Αλμπερτς, μέλος του ποπ γκρουπ «Τhe Four Αces» («Δε Φορ Εϊσες»), πέθανε σε ηλικία 87 ετών.
Ο τραγουδιστής οδήγησε το κουαρτέτο, που μεσουρανούσε τη δεκαετία του '50, στην επιτυχία με πολλά νούμερο ένα σινγκλς, ανάμεσά τους και το «Τhree Coins in the Fountain» και φυσικά το «Love is a Many Splendored Τhing» που τιμήθηκαν με Οσκαρ τις χρονιές, 1955 και 1956 (και τα δύο τραγούδια είχαν γραφτεί για κινηματογραφικές ταινίες). Το συγκρότημα που έκανε το ντεμπούτο του με το «(Ιts no) Sin and Tell Me Why» είχε πουλήσει εκατομμύρια σινγκλς στην Αμερική.
Τα σεφαραδίτικα τα έμαθε από τον πατέρα της. Το φλαμένκο το αγάπησε για το πάθος του. Τη Ρόζα Εσκενάζυ (1890-1980), τη Σεφαραδίτισσα μούσα του ρεμπέτικου, την ανακάλυψε όταν ο σκηνοθέτης Ρόι Σερ τής ζήτησε να ερμηνεύσει στα λαντίνο (τα ισπανοεβραϊκά των Σεφαραδιτών) μερικά τραγούδια της για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ του.
Την Ελένη Βιτάλη την άκουσε τυχαία, ενθουσιάστηκε και της ζήτησε να συνεργαστούν. Η 34χρονη Ισραηλινή καλλονή Γιασμίν Λεβί είναι, δηλαδή, μία από τις γνήσιες εκπροσώπους ενός σύγχρονου μουσικού fusion.
Τα τραγούδια της κοιτούν βέβαια συχνά προς την παράδοσή της, αλλά και προς το ίδιο της το... πατρικό: η μητέρα της ήταν τραγουδίστρια κι ο πατέρας της, που πέθανε νέος, ήταν ο συνθέτης και ερευνητής της μουσικής λαντίνο, Ισαάκ Λεβί.
Στην Ελλάδα την ξέρουμε από τη συνεργασία της με την Βιτάλη, τη διασκευή της στο «Μπαλαμό» του Διονύση Τσακνή ή τις επιτυχίες της «Una noche mas» και «Me Voy».Την έχουμε όμως ακούσει κι από κοντά, χάρη στο ραδιοσταθμό Kosmos που την έφερε το καλοκαίρι. Θα την ξανακούσουμε στις 7 και 8 Δεκεμβρίου στο Gazarte, με τον καινούργιο δίσκο της «Sentir».
- Πώς εμπνευστήκατε αυτή την ιδιαίτερη μείξη των σεφαριδίτικων με το φλαμένκο;
«Αισθανόμουν εξαρχής ότι από τα σεφαραδίτικα τραγούδια και τον τρόπο ερμηνείας τους λείπει το πάθος. Αυτή τη "φωτιά" την ανακάλυψα στο φλαμένκο: Ως άκουσμα μου ήταν πάντοτε οικείο. Συστηματικότερα όμως ασχολήθηκα όταν θέλησα να μάθω να το χορεύω. Τότε περίπου αποφάσισα να συνδυάσω τους δύο μουσικούς κόσμους, αλλάζοντας για χάρη τους εντελώς τον τρόπο ερμηνείας μου».
- Ποια ήταν η πρώτη φορά που γοητευτήκατε από την παράδοσή σας;
«Σχετικά πρόσφατα. Είχα ήδη ηχογραφήσει δύο άλμπουμ και είχα περάσει δύο χρόνια κάνοντας ό,τι μπορούσα για να... καταστρέψω τη φωνή μου ώστε να ακούγομαι σαν τραγουδίστρια του φλαμένκο. Και ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι, αν και υπάρχουν εκατοντάδες τραγουδιστές του φλαμένκο, ελάχιστοι τραγουδούν λαντίνο. Η ιστορία μας, η μνήμη του πατέρα μου με έκαναν να αντιληφθώ πόσο σημαντικό ήταν να συνεχίσω αυτή την παράδοση. Κι έτσι αφοσιώθηκα στο λαντίνο».
- Επιδιώκετε όμως κι άλλα ακούσματα και συνεργασίες. Η συνεργασία με την Ελένη Βιτάλη πώς έγινε;
«Η Ελένη είναι η βασίλισσά μου. Και μια κορυφαία τραγουδίστρια. Η συνεργασία μας ήταν ένα όνειρο χρόνων. Ο άντρας μου ήρθε σε επαφή με το μάνατζέρ της. Ηρθα στην Ελλάδα ουσιαστικά για ένα βράδυ, για να κάνουμε την ηχογράφηση, και ανάμεσά μας γεννήθηκε μια μεγάλη, αμοιβαία αγάπη».
- Πότε αποφασίσατε να γίνετε τραγουδοποιός και τραγουδίστρια;
«Στην οικογένειά μου η μουσική καταλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας και ίσως γι' αυτό κανείς δεν την αντιμετώπιζε ως μια πιθανή επαγγελματική προοπτική. Αλλά κι ο πατέρας μου, μουσικός ο ίδιος, γνωρίζοντας πόσες δυσκολίες κρύβει αυτός ο δρόμος, δεν ήθελε τα παιδιά του να τον ακολουθήσουν. Εκανα λοιπόν ό,τι μπορούσα για να αποφύγω να γίνω τραγουδίστρια. Εγινα ρεφλεξιολόγος και άνοιξα κλινική. Μόλις στο δεύτερο ραντεβού με τον πρώτο πελάτη μου έπιασα τον εαυτό μου να αδημονεί για το τέλος της συνεδρίας. Οταν μου ζήτησε να κλείσουμε το επόμενο ραντεβού, του απάντησα ότι δεν θα υπάρξει. "Μόλις αποφάσισα", του εξήγησα, "να ακούσω την καρδιά μου και να κάνω αυτό για το οποίο γεννήθηκα: το Τραγούδι"».
- Η μουσική έρευνα του πατέρα σας έπαιξε ρόλο στις μουσικές επιλογές σας;
«Οποτε ετοιμάζω καινούργια τραγούδια, "επιστρέφω" και στους δύο γονείς μου. Βάζω τη μητέρα μου να μου τραγουδάει στην κουζίνα της και την ακούω, μαθαίνοντας από τον τρόπο της. Αντίστοιχα, ανατρέχω στα αρχεία του πατέρα μου ψάχνοντας στα βιβλία του παλιά τραγούδια και στα συρτάρια του ηχογραφήσεις».
- Η καθημερινότητά σας στην Ιερουσαλήμ πώς είναι;
«Το Ισραήλ και ιδιαίτερα η Ιερουσαλήμ είναι το ωραιότερο μέρος του κόσμου για να ζει κανείς. Υπάρχει βέβαια πάντα μια ανησυχία μήπως κάτι συμβεί, αλλά δεν την αφήνουμε να ελέγχει τις ζωές μας. Γι' αυτό όλοι είμαστε ευτυχείς και δημιουργικοί σ' αυτή τη χώρα, που είναι γεμάτη μουσική, πολιτισμό και ήλιο».
- Παρ' όλα αυτά το παλαιστινιακό ζήτημα είναι εδώ και χρόνια μια πραγματικότητα...
«Η κατάσταση μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών μού προκαλεί μεγάλη θλίψη. Τα τραγούδια που λέω προέρχονται από την εποχή που οι Εβραίοι ζούσαν ειρηνικά στην Ισπανία υπό μουσουλμανικό καθεστώς, είναι δηλαδή μια απόδειξη πως η ειρηνική συμβίωση είναι κάτι που μπορεί να συμβεί».
- Η τέχνη μπορεί να είναι μια παρηγοριά;
«Δεν είμαι τόσο αφελής, ώστε να πιστεύω ότι η τέχνη μπορεί να φέρει ειρήνη. Πιστεύω όμως ότι η τέχνη μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να ακούσουν ο ένας τον άλλο και να επιδιώξουν μια αρμονική ζωή. Οποτε παίζω με άλλους μουσικούς, απ' όπου κι αν προέρχονται, διαπιστώνω πόσο ουσιαστικός αλληλοσεβασμός υπάρχει και πόση αποδοχή για ό,τι είναι ο καθένας μας. Την ημέρα που οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι θα κατορθώσουν να κάνουν το ίδιο, αυτή η ταραγμένη περιοχή θα ξαναγίνει ένα από τα ωραιότερα μέρη του κόσμου». *
- Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ, Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009
- Εφυγε στα 78 του χρόνια ο Δημήτρης Βράσκος
Πολλοί μουσικοί παραμένουν «ανώνυμοι» ήρωες στο πλευρό των δημιουργών. Η περίπτωση του Δημήτρη Βράσκου, που πέθανε την Πέμπτη στα 78 του χρόνια, έπειτα από εγκεφαλικό επεισόδιο, διέφερε.
Είχε συνεργαστεί με πολλούς συνθέτες σε συναυλίες και ηχογραφήσεις και είχε μια εξίσου σημαντική παρουσία στη συμφωνική μουσική. Κυρίως, όμως, τον θυμόμαστε ώς το πρώτο βιολί του Μάνου Χατζιδάκι κι έναν από τους σταθερότερους συνεργάτες του. Παίζοντας βιολί ή μαντολίνο, συμμετείχε σχεδόν σε όλες τις ηχογραφήσεις των έργων του.
Γεννήθηκε το 1931 στα Ιωάννινα κι εκεί πήρε τα πρώτα μαθήματα βιολιού. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Ελληνικό Ωδείο και πήρε το δίπλωμά του και πρώτο βραβείο. Ως σολίστ συνεργάστηκε με την Ορχήστρα της Λυρικής Σκηνής, την ΚΟΑ, την ΚΟΘ, τη Συμφωνική της ΕΡΤ (όπου ήταν εξάρχων από το 1984 έως το 1992), την Πειραματική Ορχήστρα και την Ορχήστρα των Χρωμάτων. Συμμετείχε σε πολλές ηχογραφήσεις, με σημαντικότερες αυτές των έργων δωματίου του Νίκου Σκαλκώτα.
Εκτός από τόν Χατζιδάκι, συνεργάστηκε και με τους συνθέτες που συνδέονταν μ' αυτόν: ήταν παρών στην ηχογράφηση της «Λιλιπούπολης» της Πλάτωνος, σε δίσκους του Κυπουργού κ.λπ. Είχε επίσης συνεργαστεί με τους Ελ. Καραΐνδρου, Δ. Μούτση, Θ. Μικρούτσικο, Δ. Σαββόπουλο κ.ά.
- Ν. ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ, Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009
- Η πόλη που τόσο αγάπησε ο διάσημος Αμερικανός τζαζίστας τον τιμά με μια μεγάλη έκθεση γεμάτη ντοκουμέντα
- Αγγελικη Στουπακη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 29/11/2009
Η έκθεση στην Cite de la Musique στο Παρίσι έχει αγγλικό τίτλο - «We Want Miles» («Θέλουμε τον Μάιλς») και γαλλικό υπότιτλο - «Le jazz face a sa legende» («Η τζαζ απέναντι στον θρύλο της»). Και παρακολουθεί τον Μάιλς Ντέιβις σε όλη τη διαδρομή του, από τα παιδικά του χρόνια στη γενέτειρά του, το Ιστ Σεντ Λιούις, μέχρι το τελευταίο κοντσέρτο του στη Λα Βιλιέτ, στο Παρίσι, λίγες εβδομάδες πριν από τον θάνατό του.
Από όλα τα ιερά τέρατα της τζαζ, ο Μάιλς Ντέιβις (1926-1991) είναι ίσως εκείνος που προσφέρεται περισσότερο για μια φιλόδοξη έκθεση όπως αυτή. Από δημιουργική όσο και από επικοινωνιακή άποψη, η διαδρομή του είναι εντυπωσιακή: Οι τολμηρές μουσικές του προσεγγίσεις (από το bebop της δεκαετίας του 1940 μέχρι τη συνάντηση του χιπ-χοπ και της τζαζ στα 1990), η αναγνώρισή του από ένα μεγάλο κοινό που ξεπέρασε τα όρια των εραστών της τζαζ, η ικανότητά του να σκηνοθετεί, να στυλιζάρει τις μουσικές παραστάσεις του, τον ανέδειξαν σε μια ηγετική καλλιτεχνική προσωπικότητα.
Οι εκθέσεις απευθύνονται κατά κύριο λόγο στο μάτι, σ’ αυτή την έκθεση ωστόσο ο επισκέπτης δεν «βλέπει» μόνο αλλά και ακούει τον Μάιλς Ντέιβις. Ακολουθώντας τη δημιουργική του έλικα, τις «evolutions-revolutions» της μουσικής του πορείας, ο επιμελητής της έκθεσης Βενσάν Μπεσιέρ απέφυγε τη φετιχιστική παρουσίαση «αναμνηστικών» που χαρακτηρίζει πολλά άλλα μουσειακά αφιερώματα στη μουσική.
Υπάρχουν βέβαια πολλές τρομπέτες, ανάμεσά τους μια Martin Magna του 1950, βαμμένη με ζωηρόχρωμο μπλε-πράσινο βερνίκι, καθώς και άλλα όργανα από τις ορχήστρες του, όπως ένα ηλεκτρικό πιάνο Fender και ένα μπάσο Fodera Monarch Deluxe, που χρησιμοποιήθηκε στην ηχογράφηση του άλμπουμ «Tutu», το 1986, ένα σύνολο μουσικών οργάνων που δείχνουν τη στενή σχέση της μουσικής του Μάιλς Ντέιβις με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Υπάρχουν επίσης φωτογραφίες, πολλές με την υπογραφή των μεγαλύτερων ονομάτων στον χώρο της μουσικής φωτογραφίας, κοστούμια από παραστάσεις, σπάνιες παρτιτούρες και γραπτά ντοκουμέντα, ανάμεσά τους μια τσαλακωμένη απόδειξη της προκαταβολής για τη μουσική στο «Ασανσέρ για δολοφόνους» του Λουί Μαλ με την υπογραφή «Miles, Davis, motherfucker». Δεν λείπουν, βέβαια, και τα εξώφυλλα δίσκων από την εποχή της καλλιτεχνικής έκρηξης των graphics στις 33 στροφές, από το Birth of the Cool του 1949-1954 μέχρι τους δίσκους της Prestige και της Columbia, καθώς και οι ψυχεδελικές αφίσες της δεκαετίας του 1970.
Ολα τα εκθέματα, πάντως, παρουσιάζονται με προσοχή και διακριτικότητα, χωρίς να δίνεται έμφαση στον «καλτ» χαρακτήρα τους. Και πρωταγωνιστούν ανάμεσά τους τα βίντεο με αποσπάσματα συναυλιών του, που δίνουν στον επισκέπτη τη δυνατότητα να έχει μια ζωντανή εμπειρία των μουσικών του παραστάσεων σε διαφορετικά στάδια, ενώ υπάρχουν επίσης καμπίνες με ακουστικά όπου οι μελομανείς μπορούν ανενόχλητοι να ακούσουν ηχογραφήσεις που τους ενδιαφέρουν.
Ακολουθώντας μια πολυδαίδαλη διαδρομή με χρονολογικό άξονα, η έκθεση παρακολουθεί τον Μάιλς Ντέιβις από τη συνάντησή του με τα είδωλά του, τους μεγάλους δασκάλους του bebop Τσάρλι Πάρκερ και Ντίζι Γκιλέσπι, στα μέσα της δεκαετίας του 1940, έως την ανάδειξή του σε πρωταγωνιστή των σημαντικότερων εξελίξεων που σημειώθηκαν στην τζαζ (cool jazz, hard bop, free jazz, fusion). Στο δρομολόγιο αυτό περιλαμβάνονται μεγάλοι σταθμοί της δισκογραφικής και συναυλιακής του πορείας, αλλά και μουσικοί με τους οποίους συνεργάστηκε. Είναι γνωστό πως πολλοί διάσημοι τζαζίστες έκαναν τα πρώτα τους βήματα ως μέλη των συγκροτημάτων του, ανάμεσά τους ο Τζον Κολτρέιν, ο Χέρμπι Χάνκοκ, ο Μπιλ Εβανς, ο Γουέιν Σόρτερ, ο Τσικ Κορία, ο Τζον Μακλάφλιν, ο Τζέρι Μάλιγκαν και ο Κιθ Τζάρετ.
Η έκθεση «Ο αιώνας της τζαζ», που παρουσιάστηκε την περασμένη άνοιξη στο παρισινό Μουσείο του Κε Μπρανλί είχε ως στόχο να ανιχνεύσει τους δεσμούς ανάμεσα στην τζαζ και τις εικαστικές τέχνες. Το αφιέρωμα στον Μάιλς Ντέιβις δεν εστιάζει σ’ αυτό το θέμα, και παρότι εκτίθενται δύο έργα του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά -το «Bird of Paradise» (1984) και το «Horn Players» (1983)- αυτό γίνεται για να αναδειχθεί η γοητεία που ασκούσαν τόσο στον ζωγράφο όσο και στον τρομπετίστα ο Τσάρλι Πάρκερ και ο Ντίζι Γκιλέσπι.
H ρήξη
Το επίτευγμα της έκθεσης είναι ότι καταφέρνει να αναδείξει τη στενή αλληλοσύνδεση της προσωπικότητας και του έργου του Μάιλς Ντέιβις. Γιατί κάθε περίοδος που θεωρήθηκε «ρήξη» σε σχέση με το παρελθόν, είχε στην πραγματικότητα προαναγγελθεί από την προηγούμενη. Η μόνη πραγματική ρήξη ήταν το πέρασμα από την ακουστική μουσική στην ηλεκτρική, και αυτό αντικατοπτρίζεται στην έκθεση με τη διαδρομή σε δύο επίπεδα: στο πάνω είναι τα «ακουστικά» χρόνια, στο κάτω τα «ηλεκτρικά». Πάνω κυριαρχεί το ασπρόμαυρο, μια εικονογραφία της τζαζ μέσα στη νύχτα. Κάτω, η έκρηξη των χρωμάτων, το στερέωμα με τ’ αστέρια.
Το «We Want Miles» είναι το πρώτο μεγάλων διαστάσεων εκθεσιακό αφιέρωμα στον τελευταίο σταρ της τζαζ. Τα αρχεία του Μάιλς Ντέιβις, που δεν έχουν ακόμα αξιοποιηθεί πλήρως, βρίσκονται στα χέρια φίλων του, της κόρης του, Τσέριλ, και του γιου του, Εριν (δύο από τα τέσσερα παιδιά του, που ζουν στην Καλιφόρνια), καθώς και του ανιψιού του, Βινς Γουίλμπουρν. Ολοι δέχτηκαν να δανείσουν παρτιτούρες που θεωρούνταν χαμένες, επιστολές και φωτογραφίες γι’ αυτή την έκθεση στο Παρίσι, την πόλη που έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή του Μάιλς Ντέιβις.
«Ο Τόλης με αγνοεί και δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί¨»! Το παράπονο του Ζακ Ιακωβίδη, του συνθέτη που έδωσε τις μεγαλύτερες επιτυχίες στον Τόλη Βοσκόπουλο, εκείνου που «έφτιαξε» τον τραγουδιστή, τον έκανε μεγάλη φίρμα, όπως λένε στη γλώσσα του πενταγράμμου, βγαίνει στο φως μέσα από τη βιογραφία του μαέστρου της επιθεώρησης με τίτλο «Θα ζήσω ελεύθερο πουλί», που υπογράφει ο Κώστας Παπασπήλιος και θα κυκλοφορήσει σε μερικούς μήνες.
Η «Espresso της Κυριακής» εξασφάλισε και προδημοσιεύει αποσπάσματα από το βιβλίο, όπου μεταξύ των άλλων ο σπουδαίος μαέστρος της επιθεώρησης Ζακ Ιακωβίδης μιλά για την εξορία στο στρατόπεδο Μπέλσεν (σ.σ.: Ως γνωστόν, η οικογένειά του ήταν Εβραίοι και εκδιώχτηκαν), για την Οντεόν και την Πάρλαφον, τις δισκογραφικές εταιρείες που είχε πάρει τα δικαιώματα ο πατέρας του, ο οποίος ήταν ο πρώτος διευθυντής δισκογραφικής εταιρείας στην Ελλάδα, για το κορίτσι που πήρε, τη σουμπρέτα Κάτια Αθανασίου (βλέπε «Λούνα Παρκ», πέντε κρίκοι ένα τάλιρο), για τον Χρηστάκη και την κανάρα, για την ιστορική επιθεώρηση «Γαργάλα τα», ενώ μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αναβιώνει η ιστορία του ελληνικότατου αυτού είδους.
Ξεχωριστό κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στον πρίγκιπα της νύχτας Τόλη Βοσκόπουλο. Ο Ζακ Ιακωβίδης αναφέρεται στη γνωριμία τους και πώς τον ανέδειξε, όταν τον ανακάλυψε σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής του. Πλέον σήμερα δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα. Και αυτό είναι το μεγάλο παράπονο του μαέστρου.
Ο κ. Παπασπήλιος δεν αναφέρει πουθενά στο βιβλίο του κάτι γι’ αυτήν την παρεξήγηση. Σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχαμε με τον κ. Ιακωβίδη το παραδέχθηκε: «Ο Τόλης με αγνοεί».- Πώς το σχολιάζετε;
Δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί.
«Ο Βοσκόπουλος ήταν άσημος ηθοποιός και τραγουδιστήςς που ζούσε στην ανέχεια... Ο νεαρός τραγουδιστής στην πιο δύσκολη ώρα της ζωής του τραγούδησε «Είναι μια ώρα δύσκολη» για να ξεφύγει από τα οριστικά και τα δύσκολα»«Ο Ζακ Ιακωβίδης αποτελεί μια μοναδική περίπτωση στην ελληνική μουσική. Πάντα πρωτότυπος και ανανεωμένος για εξήντα χρόνια, δεν έπαψε στιγμή να δίνει με επιτυχία το δημιουργικό του παρών. Γράφοντας διαχρονικά τραγούδια, κατέφερε να παραμείνει ιδιαίτερα δημοφιλής στο φιλόμουσο κοινό. Οι νεώτεροι, παρ’ ότι έχουν αφορίσει πεισματικά το παρελθόν, τραγουδούν κάποια σουξέ του, όπως η «Κανάρα», «Είναι μια ώρα δύσκολη», «Να το πάρεις το κορίτσι».
Μοναδικός ανταγωνιστής του υπήρξε ο Γιώργος Μουζάκης, που εδώ και πολλά χρόνια τον άφησε μόνο του στη δράση. Η διαδρομή του αποκτά μεγαλύτερη σημασία, γιατί εκτυλίχτηκε μέσα σε πρωτοφανείς, εναλλασσόμενες ιστορικές και πολιτιστικές συγκυρίες.
Σε κεφάλαιο με τον τίτλο «Γιεγιέδες και μπουζούκια» (σ.σ.: αφορά τίτλο επιθεώρησης) ο Ζακ Ιακωβίδης μιλάει για την πρώτη επαφή που είχε με τον Τόλη Βοσκόπουλο…
«Ο θίασος αποτελείτο από μια πλειάδα αξεπέραστων ηθοποιών, όπως ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Κούλης Στολίγκας, η Σπεράντζα Βρανά, η Ζωζώ Σαπουτζάκη και ο Τάκης Μηλιάδης. Συνηθιζόταν τότε στην επιθεώρηση να παρεμβάλλονται και κάποιοι τραγουδιστές για να δίνουν ανάσες στους θεατές. Σε αυτή την επιθεώρηση τραγουδιστής ήταν ο Γιάννης Πουλόπουλος με τη βελούδινη φωνή. Ατυχώς, δύο μέρες πριν από την πρεμιέρα, ο Πουλόπουλος τσακώθηκε με τον επιχειρηματία Γιάννη Σύλβα και αποχώρησε αφήνοντάς τον στα κρύα του λουτρού. Πάνω στην απόγνωση, έδωσε τη λύση ο Ζακ: “Μην ανησυχείτε, στη θέση του Πουλόπουλου θα βάλουμε τον Βοσκόπουλο”.
Ο Τόλης Βοσκόπουλος, άσημος ηθοποιός και τραγουδιστής, ζούσε στην ανέχεια. Παρά το μεγάλο ταλέντο του, δεν είχε βρει ακόμα την ευκαιρία να αναδειχθεί. Στη συγκεκριμένη παράσταση κρατούσε έναν ρολάκο να βγαίνει στη σκηνή με το μπουζουκάκι, να ρίχνει δύο πενιές και κάτι λίγα φωνητικά. Τώρα, ο Ζακ θα του εμπιστευόταν μερικά από τα ομορφότερα τραγούδια του, που θα έγραφαν ιστορία.Η αποκάλυψη της παράστασης ήταν ο Τόλης Βοσκόπουλος. Νέος, ωραίος και αισθησιακός, κρατώντας το μπουζούκι του έμελλε να γίνει σταρ σε μία νύχτα. Με την ιδιότυπη αισθηματική του φωνή πότε μόνος και πότε ντουέτο με τους ηθοποιούς, έκανε το μπαμ. Την επομένη κλήθηκε να υπογράψει συμβόλαιο στην “Κουίντα” της Φωκίωνος Νέγρη με μεροκάματο 1.500 δρχ. παρακαλώ. Ενθουσιασμένος, δεν παρέλειπε να επαναλαμβάνει στον ευεργέτη του “Ζακ, με έσωσες”».
Στο επόμενο κεφάλαιο που φέρει τον τίτλο «Ο Τόλης σε μία ώρα δύσκολη» γράφει ο Κώστας Παπασπήλιος:
«Δεν πέρασαν τέσσερις μήνες και ο Βοσκόπουλος ανέβηκε στο στούντιο της Κολούμπια για ηχογράφηση. Το πρώτο τραγούδι που έγραψε στο βινίλιο ήταν “Η αρραβωνιάρα” ντουέτο με τη Δούκισσα. Μόλις βγήκε το δισκάκι των 45 στροφών, έγινε κυριολεκτικά ανάρπαστο.
Στη συνέχεια, ο Τόλης ηχογράφησε ένα από τα πιο κλασικά, λαϊκά τραγούδια. Ο νεαρός τραγουδιστής στην πιο δύσκολη ώρα της ζωής του τραγούδησε “Είναι μια ώρα δύσκολη” για να ξεφύγει από τα οριστικά και τα δύσκολα. Αυτό το διαχρονικό τραγούδι του Ζακ σε στίχους Ηλία Λυμπερόπουλου μέχρι τις μέρες μας συγκινεί πολύ το κοινό.
Η συνέχεια για τον Βοσκόπουλο ήταν θριαμβευτική. Φτιάχνοντας “σχολή” με το μοναδικό τραγούδημά του έμελλε για αρκετές δεκαετίες να μεσουρανήσει στο ελληνικό τραγούδι.
Ο Ζακ εκτίμησε πρώτος το τραγουδιστικό ταμπεραμέντο του Τόλη και συνέθεσε και άλλα τραγούδια για τη φωνή του. Ανάμεσά τους τα “Ασε στην πόρτα το κλειδί”, “Γιατί, γιατί”, “Βρέχει ψιλοβρέχει” και “Αν είσαι αριστοκράτισσα” γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Οσο για τη “Γαρδένια”, αυτή πραγματικά αποτέλεσε μια νέα, πρωτότυπη μουσική άποψη».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο του Κώστα Παπασπήλιου σταματάμε…
«Ο Ζακ Ιακωβίδης γεννήθηκε στην πλατεία Αμερικής. Σε αυτήν την πολύβουη περιοχή της Αθήνας μεγάλωσε ήσυχα και απλά. Εκεί ανάμεσα στις άμαξες, στ’ αυτοκίνητα και στην πιάτσα των ταξί, έπαιξε ατελείωτες ώρες κλέφτες κι αστυνόμους, κουτσό και βόλους. Η… σπεσιαλιτέ του όμως ήταν το κρυφτό.
Στην Ε’ Δημοτικού ο Ζακ μεταγράφηκε στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου φοίτησε μέχρι την έλευση των Γερμανών στην Αθήνα. Εκεί ανακάλυψε το θέατρο παρακολουθώντας την “Καταιγίδα” του Σαίξπηρ σε μια εκπληκτική παράσταση. Σκηνοθέτης του έργου ήταν ένα παράξενος καθηγητής αγγλικών. Ο μοναδικός Κάρολος Κουν.
Το 1929 ο πατέρας του Χάιμ Μπενβενίστε μετέφερε τη δισκογραφική εταιρεία Οντεόν στην Αθήνα. Μόνο που τώρα άλλαξε συνέταιρο και στη θέση του Αμπραβανέλ τοποθέτησε τον μέχρι τότε λογιστή της εταιρείας Μίνω Μάτσα. Στην πορεία, ο Μπενβενίστε, η Οντέον και ο Μάτσας θα έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της ελληνικής μουσικής. Στην Κολούμπια ο Ζακ γνώρισε από κοντά μερικούς θρύλους του ελληνικού τραγουδιού. Τη μεγαλύτερη εντύπωση του είχε προξενήσει ο πατέρας τού ρεμπέτικου, ο Μάρκος Βαμβακάρης».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΑΣ«Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος του 1940, τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ. Η οικογένεια του Ζακ λόγω της εβραϊκής του ρίζας ανησυχούσε περισσότερο. Παρά τους κινδύνους, ο Ζακ ήταν έτοιμος να αγωνιστεί για τη λευτεριά της πατρίδας. Πολύ σύντομα, οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ. Κάποιο απόγευμα, κρατώντας μια σχετικά βαριά τσάντα έπεσε πάνω σε γερμανικό μπλόκο.
Ευτυχώς, ήταν και κάποιοι Ελληνες στην περίπολο που επενέβησαν σωτήρια: “Αφήστε το παιδί, είναι δικό μας. Την επόμενη στιγμή, ο Ζακ άνοιξε τις δρασκελιές να φθάσει μια ώρα αρχύτερα στην οργάνωση. Μέσα στην τσάντα του μετέφερε ο αθεόφοβος δέκα ολόκληρες φονικές… χειροβομβίδες».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΜΠΕΛΣΕΝ
«Τελείωνε ο Σεπτέμβρης κι ήταν μεσάνυχτα, όταν οι Γερμανοί μπλόκαραν το σπίτι του. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, διέταξαν να τα μαζέψουν οικογενειακώς και να τους ακολουθήσουν. Ξαφνικά, ένα πρωί η οικογένεια του Ζακ μαζί με άλλους δυστυχισμένους φορτώθηκε σε ένα τρένο γραμμή για τη Γερμανία. Σε όλη τη διαδρομή ο πατέρας προσπαθούσε να τους παρηγορήσει.
Τελικά, το τρένο σταμάτησε στο στρατόπεδο Μπέλσεν, στη Βόρεια Γερμανία. Οποιος ήξερε γι’ αυτό, θα πάγωνε από φόβο, καθώς φημιζόταν για την αγριότητά του.
Το μεγαλύτερο βάσανο των κρατουμένων ήταν η πείνα. Ιδιαίτερα για τα παιδιά, που ήταν στην ανάπτυξη.
Πέρασαν περίπου δυόμισι χρόνια σε αυτό το στρατόπεδο μέχρι να φθάσουν τα καλά νέα. Ηταν το σωτήριο έτος 1944».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΑΓΑΠΟΥΛΑ, ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΕΙΣ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ«Την ερμηνεία του πρώτου τραγουδιού του “Αγαπούλα” ανέλαβε ένας μεγάλος τραγουδιστής με φωνή σπάνιας μελωδικότητας και ευαισθησίας. Το όνομά του, Φώτης Πολυμέρης, που στο άκουσμά του οι Αθηναίοι ακόμα και σήμερα νιώθουν ρίγη ευγένειας και νοσταλγίας.
Τον ίδιο χρόνο, δισκογράφησε και το δεύτερο τραγούδι του “Να το πάρεις το κορίτσι”. Στο στούντιο η έμπειρη Κούλα Νικολαΐδου απέδωσε το τραγούδι έξυπνα και παραστατικά. Οταν κυκλοφόρησε ο δίσκος, πέρασε αστραπιαία στα χείλη του κόσμου.
Μόλις άκουσε το τραγούδι ο Νίκος Γούναρης, μια μυθική φωνή του ελληνικού τραγουδιού, το ζήλεψε. Χωρίς να χάσει χρόνο, μπήκε κι αυτός στο στούντιο να δώσει με την καντσονετίστικη, παιχνιδιάρικη φωνή του μια άλλη διάσταση στο τραγούδι»...
ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΠΑΡΙΣΙ ΣΤΟ ΣΑΛΟΝ ΓΚΡΕΚ
«Σε μια παράσταση στο Ακροπόλ, καθώς ο Ζακ καθόταν στα τελευταία καθίσματα, ένιωσε να τον πλησιάζει μια εντυπωσιακή κυρία. Πέρασαν μερικά λεπτά μεθυσμένα από το έντονο άρωμά της, όταν αισθάνθηκε τα χείλη της στο αυτί του.
- Γράφετε υπέροχη μουσική.
- Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια.
- Είμαι συνάδελφος χορεύτρια στη Γαλλία και λέγομαι Βέτα Κόστα.
Μετά την παράσταση, έφυγαν να δειπνήσουν μαζί σε κάποια γραφική ταβέρνα. Στο τέλος, βρέθηκαν αγκαλιασμένοι και καταϊδρωμένοι να υμνούν τον Θεό του έρωτα. Εναν ολόκληρο μήνα, όσο κράτησαν οι διακοπές της ζουμερής σαραντάρας, ο Ζακ είχε χάσει τα μυαλά του. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Ζακ, που ένιωθε να υποφέρει από την απουσία της, έτρεξε να βγάλει εισιτήριο με την Ολυμπιακή.
Η Βέτα, τρελή και παλαβή μαζί του, δεν έπαψε στιγμή να τον περιποιείται στοργικά. Ως άλλη Καλυψώ, τον έκλεισε στην αγκαλιά της. Με την πεποίθηση να τον κρατήσει για πάντα κοντά της, του νοίκιασε μέχρι και πιάνο.
Την κατάλληλη στιγμή, τον γνώρισε και στην ιδιοκτήτρια του “Σαλόν Γκρεκ”, όπου εργαζόταν και η ίδια.
Μετά από δίμηνη παραμονή στο Παρίσι, ο Ζακ έβγαλε εισιτήριο για την Αθήνα. Μάταια η Βέτα ως άλλη σειρήνα προσπαθούσε να τον μεταπείσει. Ο Ζακ ως άλλος Οδυσσέας είχε τοποθετήσει καλά το βουλοκέρι στ’ αυτιά του…
Στην εποχή μας, ο συνθέτης και ο στιχουργός τείνουν να εξαφανιστούν. Ο Ζακ αυτή την κατάσταση δεν την αποδέχεται με τίποτα. Κόντρα στα τηλεοπολιτιστικά τερτίπια, επιμένει να αντιστέκεται. Απρόσκοπτος ταξιδευτής, τόσες δεκαετίες έμαθε να αγωνίζεται σκληρά και να γεύεται τους χυμούς της δημιουργίας. Σαν τέλειος τζίτζικας, έμαθε μόνο να τραγουδάει. Μα να τραγουδάει ακούραστα μέχρι… τελικής πτώσης»...
- ΣΜΑΡΑΓΔΑ ΜΙΧΑΛΙΤΣΙΑΝΟΥ, Espresso, 29.11.2009
από τον Δημήτρη Δουλγερίδη, φωτογραφίες: Σκεύη Ερωτόκριτου
TA NEA: Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
Δήμος Μούτσης.
Σπάνια δίνει συνεντεύξεις. Με την ίδια συχνότητα ίσως που βγάζει δίσκους. Η πρόσφατη αναδρομική κασετίνα, που καταγράφει τα σαράντα χρόνια της δισκογραφικής του διαδρομής, ήταν μόνο η αφορμή.
Για να κρατήσει αποστάσεις από τη «λαϊκή» του περίοδο, να θίξει ιερά και όσια της τέχνης του και να αποκαλύψει σε ποια φάση βρίσκεται η επόμενη δουλειά του.
Όλα αυτά στο ησυχαστήριό του, όπου πλέον επικοινωνεί με τους φίλους του και μέσω Facebook. Λάτρης της τεχνολογίας από παλιά, όπως αποδεικνύουν τόσες και τόσες ενορχηστρώσεις.Ο Δημήτρης Δουλγερίδης συνάντησε τον Έλληνα συνθέτη και μίλησε μαζί του για τις εμμονές και τα επόμενα σχέδιά του, το συνδικαλισμό του σιναφιού και τον Μάρκο Βαμβακάρη.
Μας υποδέχτηκε στο μικρό γραφείο της μονοκατοικίας του, ανάμεσα σε δύο στήλες με βιβλία ποίησης. Από τη μια οι ξένοι ποιητές –«Ανθολογία Τσέχων» από τον Γιάννη Ρίτσο–, από την άλλη οι Έλληνες – «Έξι και μία τύψεις για τον ουρανό» του Oδυσσέα Ελύτη.
«Είναι και το μόνο που διαβάζω συστηματικά. Με την πεζογραφία ομολογώ ότι δεν τα πάω καλά», λέει και σπεύδει να λύσει την απορία μας για τους κορνιζαρισμένους δίσκους στον τοίχο.
«Δεν είναι δίσκοι. Είναι οι μήτρες πάνω στις οποίες κόπηκαν το 1968 τα αντίτυπα του δίσκου “Κάποιο καλοκαίρι”. Ένιωσα μεγάλη συγκίνηση, επειδή μου τις έφερε ένας άγνωστος από τα ερείπια της Columbia, όταν μπήκαν μέσα να την ισοπεδώσουν».
Η... ποιητική ατμόσφαιρα διαρκεί αρκετή ώρα, μέχρι να έρθει και ο καφές, και το μόνο που τη διακόπτει είναι το γάβγισμα του 11χρονου Άργου, ενός τεράστιου καυκασιανού σκύλου που σουλατσάρει στην αυλή...
- Όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο για να βρω το σπίτι, μου περιγράψατε τη διαδρομή μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Ξέρετε τόσο καλά την Αθήνα;
Καθόλου καλά. Γι’ αυτό και κυκλοφορώ με ταξί, παρόλο που έχω αυτοκίνητο. Ξέρω μόνο τα γνωστά: Εξάρχεια, Κολωνάκι, Λυκόβρυση. Κατά τ’ άλλα τη βγάζω εδώ στο σπίτι μου.
- Αυτό ταιριάζει πολύ με την εικόνα της εθελούσιας «απόσυρσης» για την οποία διαβάζουμε τα τελευταία χρόνια. Σας πνίγει όντως η σιωπή;
Για κανέναν καλλιτέχνη δεν μπορείς να πεις ότι αποσύρθηκε, διότι δεν ξέρεις τι θα κάνει αύριο...
- Φαντάζομαι πάντως ότι το ακούτε. Όχι μόνο για εσάς, αλλά και για τον Χρήστο Λεοντή ή τον Σταύρο Ξαρχάκο ενδεχομένως.
Η «απουσία» του Λεοντή οφείλεται μάλλον στο ότι δεν λειτουργούν αυτά που γράφει. Γιατί κατά τ’ άλλα βγάζει δίσκους αρκετά συχνά. O Ξαρχάκος δεν γράφει, αλλά διευθύνει. Και απ’ ό,τι βλέπω, διευθύνει μόνο Έλληνες συνθέτες: Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Τσιτσάνη και τον εαυτό του.
- Αυτό το λέτε επειδή δεν περιλαμβάνει δικές σας συνθέσεις;
Εγώ δεν είμαι Έλληνας, αλλά φιλέλληνας. Τι να σου πω, αγαπητέ μου; Το κόμπλεξ στους Έλληνες είναι αντιστρόφως ανάλογο του όγκου τους. Αλλά ας πιάσουμε κι εμένα.
Έχω μια δουλειά –πολύ καλή–, την οποία τη γυροφέρνω χρόνια. Πάντοτε έτσι έκανα. Τραβολογούσα τις δουλειές με τρόπο μίζερο, που λένε, αλλά καλό πράγμα έβγαινε.
Μεγαλώνοντας, αρχίζεις και ψάχνεις πολύ αυτό που κάνεις. Δεν έχεις καιρό για λάθη. Ζητάς συνεχώς διευκρινίσεις μέσα σου γι’ αυτό που θέλεις να κάνεις: μήπως δεν λέει τίποτα; Μήπως επαναλαμβάνομαι;
- Αυτό ακούγεται πολύ βασανιστικό...
Πάρα πολύ. Αλλά πάντοτε ψείριζα τα πράγματα. Στο «Να!» έγραφα κι έσβηνα ένα χρόνο. Βγήκε, όμως, μια σπουδαία δουλειά, που μελωδικά ήταν διαφορετική από τις προηγούμενες. Ποιοτικά αναβαθμισμένη.
- Αυτό ψάχνετε και στους υπόλοιπους δημιουργούς; Να προσθέτουν κάτι καινούριο κάθε φορά στη δουλειά τους;
Σαφώς. Όχι με την έννοια ότι κάθε μέρα πρέπει να βγαίνουν καινούρια πράγματα. Αλλά με την έννοια ότι το καλό είναι καινούριο από μόνο του. Δεν κοιτάς εάν κάποιος προσθέτει άλλη μία νότα για να χειροκροτήσεις.
Το καλό πράγμα φτάνει στ’ αφτιά σου θες, δεν θες. Στο ταξί, στο σπίτι... Μόνο στην τηλεόραση δεν θα τ’ ακούσεις. Σκέψου ότι την εποχή του «Άγιου Φεβρουάριου» δεν ήμουν μόνος.
Ήταν ο Σαββόπουλος με τον «Μπάλλο», ο Μαρκόπουλος με την «Ιθαγένεια», ο Κηλαηδόνης με τα «Μικροαστικά». Όλα μαζί όμως. Μύριζε το πράγμα. Είχε ένα αίτημα η εποχή.
Έμπαινες σ’ ένα σπίτι και είχες έναν κοινό φθόγγο με τους νοικοκυραίους: να φύγει ο Παπαδόπουλος. Έστω αυτό το κλισέ. Μην κοιτάς που στη συνέχεια φτάσαμε στο άλλο άκρο: ένας άνθρωπος, μόνος του, να τραγουδάει μπροστά σε χιλιάδες άλλους ανθρώπους, μόνους.
Ενώ τώρα ποιο αίτημα υπάρχει; Να δώσει την ψήφο του ο Αβραμόπουλος στον Σαμαρά; Αυτά είναι ανόητα πράγματα...
- Δεν μπορεί, όμως. Όλο και με κάποια τραγούδια θα έχετε «κολλήσει» τα τελευταία χρόνια...
Όπως το είπες. Είμαι ένας άνθρωπος που κολλάω. Κάποτε, για παράδειγμα, είχα κολλήσει με το «Όχι, δεν πρέπει να συναντηθούμε» του Μαρκόπουλου. Ύστερα ήταν το «Άσπρη μέρα και για μας», ο «Καημός», η «ΕΦΕΕ». Σπουδαία πράγματα.
Τώρα, αν σου πω το τελευταίο κομμάτι που μου άρεσε, θα βάλεις τα γέλια: είναι ο «Γάτος» του Μαχαιρίτσα. Μην ακούς που λένε ότι είναι «τραλαλά». Ξέρεις πολλά χαριτωμένα «τραλαλά»; Τα σοβαρά δεν ακούγονται, έτσι κι αλλιώς. Είναι κάτι βαρύγδουπα, που νομίζεις ότι θα μπουκάρουν τα τανκς.
- Oι αδερφοί Κατσιμίχα σας άρεσαν;
Πάρα πολύ. Νομίζω ότι μετά την εποχή τη δική μου και των υπολοίπων αυτοί ήταν ένα ορόσημο. Με πολλή ευαισθησία.
- Ας γυρίσουμε στη δουλειά που ετοιμάζετε. Η wikipedia γράφει ότι θα συμμετάσχει η Χάρις Αλεξίου και πιθανότατα ο Δημήτρης Μητροπάνος...
Αυτές οι σκέψεις ήταν πριν από τρία χρόνια. Τα πράγματα όμως αλλάζουν ορμητικά. Έχω φύγει απ’ αυτό. Η Χαρούλα πήρε το δικό της δρόμο, λέει δικούς της στίχους. O Μανώλης Λιδάκης ήταν μια σκέψη, επειδή τότε είχα στ’ αφτιά μου την ερμηνεία του στο «Άστρα, μη με μαλώνετε».
Όταν τον άκουσα, όμως, δεν ήταν αυτό που περίμενα. Γι’ αυτό και έχω μεγάλο πρόβλημα. Από τα νέα τραγούδια μόνο δύο μπαλάντες μπορώ να πω. Και ένα να δώσω σε κάποιο συγκρότημα -στα Κίτρινα Ποδήλατα ίσως. Από εκεί και πέρα είναι άλλα εφτά τραγούδια.
- Διορθώστε με αν κάνω λάθος, αλλά έχετε ένα «θέμα» με τιςμεγάλες φωνές; Σαν να νιώθετε ότι προδίδουν αυτό που έχετε κατά νου.
Ή ότι δεν μπορούν να καταφέρουν κάτι παραπάνω... Πρέπει να σου πω ότι ίσως είμαι ο μοναδικός –όπως λένε– που δεν μπορώ να κάνω δεύτερες εκτελέσεις. Είναι τέλεια καμωμένα όσα έγιναν την πρώτη φορά.
O Μητσιάς στην «Τετραλογία»: είναι ακοπιάριστος δίσκος. Η Άλκηστις Πρωτοψάλτη που πρωτοεμφανίζεται εκεί: δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να ξανατραγουδήσει τον Σεφέρη όπως το κάνει εκεί. O συγχωρεμένος ο Χρήστος Λεττονός επίσης.
Η Δήμητρα Γαλάνη στο «Τρένο» και κάποια άλλα σε συναυλίες. Αυτά σκέφτομαι και λέω: ή με τους ίδιους θα τα ξανακάνω –και αν είναι στις καλές τους, θα πετύχουν την ίδια εκτέλεση– ή θα υπάρξουν εκπτώσεις.
Από το 1982 που σταμάτησα τη σχέση με τους τραγουδιστές –η Μπέλλου ήταν η τελευταία–, τώρα πρόσφατα χρειάστηκε πάλι να σκεφτώ φωνές. Ε, λοιπόν, μπλοκάρισα. Όχι μόνο στους τραγουδιστές, αλλά και στους στιχουργούς. Σαν να ερχόμουν από άλλο πλανήτη.
- Στην αναδρομική κασετίνα επιλέξατε μόνο ένα τραγούδι της Νάνας Μούσχουρη, τον «Ταξιδιώτη του παντός». Δεν θέλατε να ξαναθυμίσετε αυτή τη συνεργασία;
Η ίδια η Μούσχουρη, όταν της τηλεφώνησε η παραγωγή, είπε «βάλτε όσα θέλετε, αρκεί να μπουν πρώτα στο CD». Αλλά μια και αναφερόμαστε σ’ εκείνο το άλμπουμ, πρέπει να σου πω ότι εγώ είχα ήδη ηχογραφήσει με τη δική μου φωνή όλα τα κομμάτια σε μια κασέτα.
Και μετά ζήτησα από τη Μούσχουρη να τα μιμηθεί. Ε, λοιπόν, σήμερα θεωρώ καταπληκτικό τον τρόπο με τον οποίο τα τραγούδησα εγώ. Τη δουλειά με τη Μούσχουρη δεν τη θεωρώ και τόσο συνεργασία. Έγινε από μακριά. Όταν πήγα στο Παρίσι, είχε ήδη τραγουδήσει τα περισσότερα.
- Νομίζω ότι μόνο για τη φωνή του Μπιθικώτση έχετε μιλήσει με μεγάλη θέρμη...
Του Μπιθικώτση η φωνή είχε αυτό που λέμε «ανημπόρια». Αυτό που χαρακτηρίζει όλη την αρχαία ελληνική τέχνη. Βλέπεις τα αγάλματα και τους λείπει η δύναμη που έχουν τα ρωμαϊκά.
Σαν να έχουν την αίσθηση ότι υπόκεινται σ’ ένα νόμο της φύσης: ότι κάποτε θα φθαρούν. Και αυτή η ανημπόρια να αντισταθούν τους δίνει μια τρυφερότητα. Η φωνή του Μπιθικώτση το είχε αυτό το στοιχείο, όπως το έχει εν μέρει η Αλεξίου και η Μπέλλου.
- Ποιος είναι ο δημιουργός που σας επηρέασε νωρίς στην προσωπική σας διαδρομή;
O Μάρκος Βαμβακάρης. Είναι η πέτρα πάνω στην οποία στηρίχτηκε όλο το μετέπειτα νεοελληνικό τραγούδι. O Τσιτσάνης έχει γράψει καταπληκτικά τραγούδια, αλλά ο Μάρκος είναι τα θεμέλια. Όχι όλα του τα τραγούδια, οφείλω να ομολογήσω. Αλλά, εάν επιχειρήσεις να πάρεις κάτι απ’ αυτόν, πρέπει να τον πάρεις όλο.
- Από τα δικά σας τραγούδια για ποιο έχετε ομολογήσει ότι «εδώ έκανα κάτι σπουδαίο»;
Στα τόσα χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά, η μοναδική φορά που το είπα ήταν για το «Όνειρο» και τη «Φυσαρμόνικα». Εκεί κόλλησα. Έπαθα πολύ μεγάλη πλάκα μ’ αυτά τα δύο. Τόσο πολύ, που δεν θυμάμαι πώς ήμουν.
Συνήθως όλο και κάτι θυμάμαι: πού καθόμουν στο στούντιο, τι είχα φάει πριν, αστεία πράγματα. Εδώ δεν θυμάμαι ούτε σε τι χαρτί τα έγραψα.
- Μια και μιλάμε για τραγούδια, θυμάστε ποιο κομμάτι ήταν στην άλλη πλευρά της «Ελευσίνας»;
Όχι.
- Ήταν το «Αναβοσβήνουν οι φωτιές» σε στίχους Δημήτρη Ιατρόπουλου. Έχετε παράπονο ως δημιουργός που κάποια τραγούδια μένουν πάντοτε στην πίσω πλευρά της δισκογραφίας;
Όχι. Τα καλά μου τα τραγούδια ακούστηκαν πάντοτε.Ίσως με το «Για πούλημα λοιπόν» του 1994 συνέβη αυτό που λες, αλλά δεν το κυνήγησα κι εγώ. Είχα μόλις περάσει από το «Να!» χωρίς να έχω ξεθολώσει εντελώς.
- Με το «Ενέχυρο» βρεθήκατε εκτεθειμένος απέναντι σ’ ένα κοινό που πιθανότατα είχε καλομάθει στο «Φεβρουάριο» και δεν μπορούσε να ακολουθήσει...
Ναι, ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα ρεμπέτης. Με την έννοια «εγώ, η άποψή μου και όλα όσα κουβαλάω». Αυτή είναι η γλώσσα μου, αυτές οι νότες μου και αυτό μπορώ να κάνω στη ζωή μου.
Είναι μεγάλο πράγμα να το ανακαλύπτεις αυτό ύστερα από τόσα χρόνια δουλειάς και τόσες επιτυχίες, που δεν είναι εύκολο να τις παρατήσεις. Μη νομίζεις ότι δεν μου καίγεται καρφί. Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή, γιατί ζω απ’ αυτή τη δουλειά.
Ας πούμε, όμως, ότι είναι η μοίρα μου όλα να ξεκινούν αργά. Όταν έκανα τον «Άγιο Φεβρουάριο», μου έλεγαν «τι τα θέλεις αυτά και δεν κάνεις ξανά μια “Ελευσίνα”;». Όταν έκανα την «Τετραλογία», ζητούσαν το «Φεβρουάριο». Και στο «Φράγμα» μού έλεγαν «τι φωνή είναι αυτή;».
- Από την κουβέντα μας καταλαβαίνω ότι ναι μεν δεν αποκηρύσσετε τη λαϊκή περίοδο, αλλά κρατάτε σαφείς αποστάσεις.
Αυτό ισχύει. Μόνο όταν κάνεις όλη τη δουλειά –στίχους και μελωδία–, νιώθεις δημιουργός. Είναι σαν να θέλεις να πεις σε μια κοπέλα «σ’ αγαπώ», αλλά, επειδή τραυλίζεις, βάζεις έναν καλλίφωνο. Όσο καλά και να το πει, σαν κι εσένα δεν θα το κάνει ποτέ.
- Στην πρώτη περίοδο, πάντως, τη «λαϊκή», συνεργάζεστε με τον Νίκο Γκάτσο. Ήταν μια σχέση δημιουργών μόνο;
Είχαμε πολύ στενή σχέση. Τα τραγούδια που μου έγραψε δεν ήταν όλα καλά, μη γελιόμαστε. O άνθρωπος το έκανε για βιοποριστικούς λόγους. Άλλωστε και οι δικές μου οι μελωδίες της πρώτης περιόδου δεν ήταν όλες καλές.
Έχω την εντύπωση ότι τα καλύτερα κομμάτια τα έδωσε στον Χατζιδάκι. Ωστόσο, είχα ένα πολύ στενό δέσιμο μαζί του. Και καμιά φορά με θλίβει που πολλοί λένε στις μέρες μας «ο Νίκος».
Παρόλο που, όσο ζούσε, τον έβλεπαν από δέκα τραπέζια μακριά στου «Φλόκα». Για να λέμε αλήθειες, αυτή η περίφημη παρέα του «Φλόκα» –όσο καιρό πήγαινα εγώ– ήταν ο Ελύτης, ο Τσαρούχης, ο Λουκιανός, ο Μανώλης Μητσιάς και ο Γιώργος Πηλιχός (σ.σ. παλιός δημοσιογράφος των «ΝΕΩΝ»).
Αργότερα προστέθηκε και η Αγαθή Δημητρούκα. Άσε που «Νίκο» τον έλεγαν μόνο ο Χατζιδάκις, ο Ελύτης και ο Τσαρούχης. Oι φίλοι του δηλαδή. Όλα τα υπόλοιπα είναι λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Μια φορά, να φανταστείς, με φώναξαν σε μια εκπομπή να μιλήσω για... τα μάτια του. Είχα μείνει άφωνος.
- Σήμερα κάνετε παρέα με ανθρώπους του σιναφιού;
Καθόλου. Κατ’ αρχάς, όλοι για λεφτά μιλάνε. Oι μόνοι που μιλάνε για μουσική είναι φίλοι μου: γιατροί, δικηγόροι, καθηγητές...
- Τελευταία συναυλία ή πρόγραμμα στο οποίο βρεθήκατε;
Πρόπερσι το χειμώνα είχα πάει σε μια μπουάτ, όπου μάλιστα έλεγαν και τραγούδια μου. Σαν δημόσιοι υπάλληλοι βέβαια. Με μια βαριεστημάρα του στυλ «να πάρουμε το μεροκάματο και να φύγουμε».
Θλίψη και κατήφεια κάτω από ωραία φώτα. Όταν έκανα με τον Μητσιά και τη Γαλάνη την πρώτη μπουάτ στην Πλάκα το 1970, ερχόταν κόσμος μετά το πρόγραμμα και μας έλεγε ότι στο συγκεκριμένο κομμάτι κάναμε λάθος.
Ενώ σήμερα... Να σου πω, είναι μεγάλο το σπίτι μου. Τη βγάζω μια χαρά εδώ. Κάνω ένα μήνα να βγω. Και μαγειρεύω για φίλους.
- Τηλεόραση παρακολουθείτε;
Κυρίως αθλητικά. Είμαι και ΑΕΚτζής φανατικός συν τοις άλλοις.
- Τις νέες αγγλόφωνες μπάντες και τη σκηνή του χιπ-χοπ;
Τ’ ακούω, αλλά δεν τα ξέρω. Μπορεί ο αγγλόφωνος στίχος να είναι καλός, αλλά εγώ γελάω με το επιχείρημα ότι κάποιος γράφει τέτοια κομμάτια επειδή ξέρει καλά εγγλέζικα.
- Το «Ο Χάρος βγήκε παγανιά» θα το δίνατε για μια χιπ χοπ εκτέλεση;
O «Χάρος» είναι ένα πολύ ροκ τραγούδι και μπορούν να το πουν πολλοί: «από... μέχρι...», που λέμε. Είναι ο ρυθμός του τέτοιος και τα λόγια δεμένα.
- Θα μπαίνατε στον κόπο να πιέσετε μαζί με άλλους τον καινούριο υπουργό Πολιτισμού για όσα αφορούν τη δουλειά σας;
Όσους ασχολούνται με τα συνδικαλιστικά δεν τους θεωρώ συναδέλφους, αλλά συνδικαλιστές. Ωραία και τα δικαιώματα, δεν λέω, αλλά να κατέβω στο δρόμο για τα ποσοστά μου, δεν το κάνω. Έτσι είναι ο χαρακτήρας μου.
Ή να ζητήσω συναυλίες απ’ τον καινούριο υπουργό, που ακόμη δεν έκλεισε δυο μήνες; Να κάνω δηλαδή ό,τι ο Σαμαράς ως υπουργός Πολιτισμού, που έδωσε πέρσι το Ηρώδειο στον κουμπάρο του.
Κι έτσι ξανακούσαμε την «Ελευσίνα» για πολλοστή φορά. Λες και δεν υπάρχει άλλο τραγούδι όλα αυτά τα χρόνια... Για κάτι τέτοια λέω ότι το τραγούδι δεν υποφέρει από τους υπουργούς, αλλά από τους δημιουργούς.
- Info
- Στην τετραπλή κασετίνα «Δήμος Μούτσης - Ταξιδιώτης του παντός», συμπαραγωγή των Universal, Λύρα και Warner, περιέχονται αποσπά-σματα από το «Συνοικισμό Α’», τις «Στροφές», τον «Ταξιδιώτη», το «Για πούλημα λοιπόν!», καθώς και τα άλμπουμ «Άγιος Φεβρουάριος», «Φράγμα», «Ενέχυρο» και «Να!».
- Οι συνθήκες είναι ζόρικες αλλά το κοινό διψάει για live, λένε οι Rosebleed, που βγάζουν σε λίγο το «White balloons»
Τους Rosebleed τούς ανακαλύψαμε στο Schoolwave το 2006. Ηταν η χρονιά που κέρδισαν και το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό του Ωδείου «Φίλιππος Νάκας». Υπέγραψαν κατευθείαν συμβόλαιο στη Sony και λίγο μετά έβγαλαν ένα ΕΡ με τίτλο «Stories». Σε λίγες μέρες κυκλοφορούν το πρώτο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ, το «White balloons». Ξεκινούν και περιοδεία σχεδόν σε όλη την Ελλάδα.
«Ο κόσμος στην επαρχία διψάει για live πολύ περισσότερο από εκείνον της Αθήνας», εξηγούν. «Συναντάς πιο ανοιxτό και πιο ζεστό κοινό, ενώ οι συναυλίες μαζεύουν περισσότερο κόσμο από αντίστοιχες σε μικρούς χώρους στην Αθήνα. Οι συνθήκες ωστόσο είναι ζόρικες, τα περισσότερα μαγαζιά είναι πολύ μικρά και δεν είναι φτιαγμένα για live. Γεγονός που δυσκολεύει τους μουσικούς ως προς τον ήχο που θέλουν να πετύχουν. Απειρα προβλήματα μπορούν να παρουσιαστούν από το πουθενά. Πρέπει να είσαι οργανωμένος και οπλισμένος με θετική ενέργεια. Στο τέλος βέβαια το διασκεδάζουμε και έχουμε να θυμόμαστε πολλά από τα gigs της περιφέρειας. Είναι, πάντως, αξιοσημείωτη η αλλαγή προς το καλύτερο σε πολλά μαγαζιά της περιφέρειας που φτιάχτηκαν αποκλειστικά για live».
Το πρώτο τους άλμπουμ ακούγεται πολύ δυναμικό. Αγγλόφωνο, εννοείται, ενώ σ' ένα κομμάτι συμμετέχει και ο Φίλιππος Πλιάτσικας. «Ο μόνος λόγος που δεν παίζουμε ελληνόφωνα τραγούδια, ή "ανατολική" μουσική όπως τη λέμε εμείς, είναι διότι έτυχε η μουσική μας παιδεία και κουλτούρα να μην έχει να κάνει με τους ελληνικούς ήχους. Θύματα της παγκοσμιοποίησης, αν θέλετε, και όχι επειδή δεν μας αρέσει. Απλώς αργήσαμε να ακούσουμε ελληνική μουσική. Υπάρχουν, όμως, πολλοί Ελληνες καλλιτέχνες τους οποίους θαυμάζουμε και οφείλαμε να έχουμε ακούσει από πριν από τη στιγμή που θέλουμε να λεγόμαστε μουσικοί και μουσικόφιλοι».
Θα τους ακούσουμε να τραγουδούν κι ελληνικά στο μέλλον; Who knows. Ενα πράγμα μόνο δεν θα έκαναν: «Οτιδήποτε πρόσβαλλε την αισθητική μας ή την ίδια μας τη συνείδηση». Και τα ερεθίσματα που τους επηρεάζουν ώστε να γράψουν τραγούδια; «Από ένα καινούργιο, γελοίο νομοσχέδιο ώς μια κοπέλα που κυκλοφορεί με ρούχα που δεν σ' αφήνουν να αγιάσεις! Ολα, κάποια στιγμή, θα παίξουν στα κομμάτια σου. Οσο τουλάχιστον η μουσική βγαίνει από μέσα σου».
Ποιο είναι το βιβλίο και ποιος ο δίσκος που σας σημάδεψαν;
«Από βιβλίο, "Τα πάθη του κόσμου" του Σοπενχάουερ. Οι δίσκοι, τώρα, είναι πολλοί αλλά θα αρκεστούμε σε έναν: το "Dark side of the moon" των Pink Floyd».
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας ως συγκρότημα;
«Το τέλος του κόσμου, το 2012»...
info: απόψε παίζουν Αλεξανδρούπολη (Cafe Balkan), αύριο Καβάλα (Jazz Rock), την Κυριακή στη Θεσσαλονίκη (με Puressence, στον Μύλο), την Τρίτη στις Σέρρες (Οτρο), την Τετάρτη στη Λάρισα (με Puressence, στο Μύλο ν1927), την Πέμπτη στην Πάτρα (με Puressence στην Πολιτεία), την Παρασκευή στο Αγρίνιο (Oz Rock Stage) και έπεται συνέχεια. Στην Αθήνα θα εμφανιστούν στον Σταυρό του Νότου τη Δευτέρα στις 7 του Δεκέμβρη.
- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
Από τον Κώστα ΖουγρήΣχετικά πρόσφατα διαβάσαμε μια έρευνα για το ποια από τις μέρες της εβδομάδας θεωρούν οι άνθρωποι τη χειρότερη στον εβδομαδιαίο αυτό κύκλο, ο οποίος δημιουργήθηκε καθαρά για να οριοθετεί τον χρόνο, και ουσιαστικά οι διαφορές που υπάρχουν στην κάθε μέρα, έχουν σχέση με τις καθημερινές ασχολίες του καθενός από εμάς.
Από μικρός πίστευα ότι η Κυριακή συγκέντρωνε τις προτιμήσεις μου για την καλύτερη, αλλά και για τη χειρότερη μέρα. Αυτό βέβαια συνέβαινε για καθαρά προσωπικούς λόγους. Ως την καλύτερη χρονική περίοδο αυτής της ξεχωριστής, για πολλούς λόγους, ημέρας της εβδομάδας θα επέλεγα όλη τη διάρκεια της μέρας μέχρι αργά το απόγευμα. Οταν όμως έπεφτε η νύχτα θυμάμαι ότι μια ανεξήγητη μελαγχολία τριγύριζε χωρίς λόγο στην ατμόσφαιρα, ίσως γιατί πλησίαζε η Δευτέρα και τελείωναν οι ανέμελες ώρες του Σαββατοκύριακου.
Στα τραγούδια η Κυριακή μαζί με το Σάββατο κρατάνε σταθερά την πρώτη θέση, γιατί ο ελεύθερος χρόνος που υπάρχει σ' αυτό το 48ωρο δίνει τη δυνατότητα στον συνθέτη να δημιουργήσει διαφορετικές ιστορίες, κάτι που μάλλον δεν το επιτρέπουν οι υπόλοιπες μέρες της εβδομάδας, λόγω εργασίας ή σπουδών.
Ο Kris Kristofferson εύστοχα περιγράφει αυτό το συναίσθημα της μοναξιάς που νιώθει κανείς στους άδειους δρόμους ενός κυριακάτικου πρωινού, με το Sunday Morning Comin'Down, που έκανε πιο γνωστό με την ερμηνεία του ο Johnny Cash.
Το Gloomy Sunday είναι ένα άλλο απαισιόδοξο τραγούδι που η ιστορία του βασίζεται σε ένα ουγγρικό ποίημα της δεκαετίας του '30 και η ερμηνεία της Billie Holiday από το 1941 είναι ίσως η πιο γνωστή. Στη δεκαετία του '40 η μετάδοση του τραγουδιού είχε απαγορευθεί από το ραδιόφωνο, γιατί το τραγούδι είχε οδηγήσει σε πολλές αυτοκτονίες πολλούς από τους απογοητευμένους ερωτικά νέους της εποχής.
Για την Κυριακή δεν έχει τα καλύτερα συναισθήματα και ο Morrissey, όπως φαίνεται από τους στίχους τού Everyday Is Like Sunday, από το άλμπουμ Viva Hate.
Κακές αναμνήσεις από την Κυριακή έχουν και οι U2, που μας τις περιγράφουν στο Sunday Bloody Sunday, που αναφέρεται στις ταραχές που ξέσπασαν κάποια Κυριακή στην Ιρλανδία, όπου βρετανοί στρατιώτες σκότωσαν ιρλανδούς διαδηλωτές στην πόλη Derry.
Το συγκρότημα των Spanky and Our Gang με το Sunday Will Never Be The Same περιγράφει την άποψή του ότι η Κυριακή δεν μπορεί να είναι η ίδια ύστερα από μια ερωτική απογοήτευση, αφού δεν είσαι πια με αυτόν-ή που αγαπάς.
Για τον ίδιο λόγο δεν είναι αισιόδοξο και το Sunday Girl των Blondie, που ήταν από τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες του συγκροτήματος.
Στα αισιόδοξα τραγούδια για την Κυριακή περιλαμβάνονται το Easy των Commodores και το Lazy Sunday των Small Faces.
Για τους φίλους του γαλλικού τραγουδιού, ο Enrico Macias τραγουδούσε το 1967 το Les Millionnaires Du Dimanche και στην Ιταλία την ίδια δεκαετία η νεαρή Rita Pavone τραγουδούσε το La Partita De Ballone, με αναφορά στα ποδοσφαιρικά παιχνίδια της Κυριακής.
Στον χώρο του ελληνικού τραγουδιού η Κυριακή έχει, μαζί με το Σάββατο, όπως και σε όλη τη διεθνή δισκογραφία, τη μεγαλύτερη παρουσία.
Στα τέλη της δεκαετίας του '50, ο Τζίμης Μακούλης έκανε επιτυχία το τραγούδι του Γεράσιμου Λαβράνου Τ' απόγευμα της Κυριακής:
Τ' απόγευμα της Κυριακής δεν ήξερα τι κάνω, δεν ήθελα ούτε να ζω, ούτε και να πεθάνω.
Ο Γιάννης Πουλόπουλος γνώρισε μία από τις μεγάλες επιτυχίες του με το Ξημερώνει Κυριακή των Μ. Πλέσσα - Λ. Παπαδόπουλου, από το άλμπουμ Ο Δρόμος. Για το ξημέρωμα της Κυριακής τραγουδούσαν στις αρχές της δεκαετίας του '60 και η Ρένα Βλαχοπούλου με τον Ντίνο Ηλιόπουλο στην ταινία Μερικοί το προτιμούν κρύο (Σαν ξημερώνει Κυριακή).
Ο Γιάννης Σπανός είναι ο συνθέτης του τραγουδιού Οι Κυριακές στην Κατερίνη, στίχοι Λ. Παπαδόπουλου και ερμηνεία από τη Χάρις Αλεξίου (1977). Οι ίδιοι έχουν γράψει και το Μια Κυριακή, για το ομώνυμο άλμπουμ του 1969.
Η Κυριακή, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, από την ταινία του 1966 Η κόρη μου η σοσιαλίστρια, σε μουσική Γ. Ζαμπέτα και στίχους Α. Σακελλάριου, ήταν ακόμη ένα πετυχημένο τραγούδι από τον χώρο του κινηματογράφου με αναφορά στη μέρα της εβδομάδας που προκαλεί τις περισσότερες προσδοκίες.
Κυριακή Απόγευμα, του Χρήστου Κυριαζή, από τα τραγούδια που έδωσαν κύρος στο Φεστιβάλ της Κέρκυρας το 1981.
Η Συννεφιασμένη Κυριακή του Βασίλη Τσιτσάνη είναι για το λαϊκό μας τραγούδι μία από τις κορυφαίες στιγμές του.
Τέλος, Τα παιδιά του Πειραιά του Μάνου Χατζιδάκι έκαναν διεθνή καριέρα σαν τραγούδι μέσω της ομώνυμης ταινίας του Ντασσέν με τον αγγλικό τίτλο Never On Sunday.
Το ότι η Δευτέρα δεν έχει την καλύτερη φήμη από τις ημέρες της εβδομάδας είναι γνωστό, και αυτό φαίνεται και από τα διάφορα τραγούδια που γράφτηκαν γι' αυτήν: Stormy Monday Blues-Muddy Water, Ι Don't Like Mondays-Boomtown Rats, Blue Monday-New Order, τον ίδιο τίτλο έχει και το τραγούδι τού Fats Domino, Rainy Days And Mondays-Carpenters, Manic Monday-Bangles. Αντιθέτως, αισιόδοξα είναι τα New Moon On Monday-Duran Duran, Monday, Monday-Mamas and The Papas.
Από την Τρίτη ξεχωρίζουν τα Ruby Tuesday-Rolling Stones, Tuesday Afternoon-Moody Blues, Love You Till Tuesday-David Bowie και Everything's Tuesday με τους Chairmen Of The Board.
Η Τετάρτη δεν είναι ιδιαίτερα αγαπημένη για τους μουσικοσυνθέτες, ξεχώρισαν μόνο τα Wednesday Week των Undertones και Wednesday Morning 3 Α.Μ. των Simon And Garfunkel. Τετάρτη πρωί είναι βέβαια και για το She's Leaving Home των Beatles.
Για την Πέμπτη έχουν γραφτεί μερικά τραγούδια, χωρίς όμως να ξεχωρίσει κάποιο ιδιαίτερα, εκτός ίσως από το Thursdays Child του David Bowie.
Προχωρώντας προς το τέλος της εβδομάδας, οι στροφές ανεβαίνουν και η Παρασκευή είναι αισιόδοξη μέρα, αλλά όχι για όλους, με πρώτον τον ήρωα του τραγουδιού Την Παρασκευή το βράδυ (Στέλιος Καζαντζίδης), που περνάει δύσκολες στιγμές, σύμφωνα με την έμπνευση του στιχουργού Πυθαγόρα.
Black Friday-Steely Dan, Friday Ι'm In Love-Cure, Just Got Paid (Friday Nite)-Johnny Kemp και πάνω απ' όλα το Friday On My Mind των Αυστραλών Easybeats είναι οι μεγαλύτερες επιτυχίες για μια μέρα που μας προετοιμάζει για το Σάββατο, που είναι η πιο χαρούμενη μέρα της εβδομάδας, τουλάχιστον σύμφωνα με τα τραγούδια.
Το Σάββατο είναι βέβαια η πιο τραγουδισμένη μέρα, με δεκάδες τραγούδια, συνήθως με αισιόδοξο περιεχόμενο, που στην πλειονότητά τους αναφέρονται στο βράδυ του Σαββάτου. 1Ο:15 Saturday Night-Cure, Almost Saturday Night-John Fogerty, Saturday Night's Allright For Fighting-Elton John, Another Saturday Night-Sam Cooke, (Looking For) The Heart Of Saturday Night-Tom Waits, Same Old Saturday Night-Frank Sinatra, Saturday Nite-Earth, Wind and Fire, Saturday Night at The Movies-Drifters, Saturday Night Special-Lynyrd Skynyrd. Αλλα τραγούδια για το Σάββατο είναι τα Ι Love Saturday-Erasure, Drive-In-Saturday-David Bowie, Saturday In The Park-Chicago, Saturday Love-Cherelle και Alexander Ο'Neal κι ένα ολόκληρο άλμπουμ με αφορμή την ταινία Saturday Night Fever.
Sabato Sera-Bruno Filippini, Sabato Pomeriggio-Claudio Baglioni και Sabato Triste-Adriano Celentano ξεχωρίζουν στο ιταλικό τραγούδι.
Το Σάββατο έχει σημαντική συνεισφορά και στο δικό μας τραγούδι, με πιο γνωστά ίσως τα: Σαββατόβραδο του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη και Σαββατόβραδο στην Καισαριανή του Σταύρου Ξαρχάκου σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου· το τελευταίο ερμηνεύει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και το πρώτο ο Στέλιος Καζαντζίδης, όπως και το Μωρό μου σε μουσική του Β. Βασιλειάδη και στίχους του Πυθαγόρα: Σαββάτο σήμερα, μα σε καλό μου γιατί δεν φάνηκε το μωρό μου, κι απ' τα νεύρα μου θα σκάσω και δεν ξέρω πού θα φτάσω.
Λευτέρης Παπαδόπουλος και Μίκης έχουν συνεργαστεί στα Πικροσάββατα, με τραγουδιστή τον Δ. Μητροπάνο.
Υπάρχουν και μερικά τραγούδια που αναφέρονται σε όλες τις μέρες της εβδομάδας, όπως τα Seven Days του Graig David και πρόσφατα το Ι Gotta Feeling των Black Eyed Peas.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
Από τον Γιάννη ΠετρίδηΣυμπληρώθηκε φέτος μισός αιώνας από την ημέρα που ο Paul McCartney πρότεινε στον John Lennon να πάρουν σαν κιθαρίστα τον George, στο συγκρότημα των Quarrymen.
Ο Harrison τότε ήταν 16 ετών, δηλαδή έναν χρόνο μικρότερος από τον McCartney και τρία από τον Lennon, ο οποίος αρχικά είχε αντιρρήσεις για τη χρησιμοποίησή του στο συγκρότημα, θεωρώντας τον πιτσιρικά για να αναλάβει αυτή τη θέση. Τελικά ο McCartney τον έπεισε λέγοντάς του ότι ο Harrison μπορούσε να παίξει με την κιθάρα του την κιθαριστική επιτυχία της εποχής Raunchy. Ο Harrison έγινε μέλος του συγκροτήματος, που άλλαξε το όνομά του σε Beatles, αλλά οι υπόλοιποι για αρκετά χρόνια τον έβλεπαν ως τον νεότερο της παρέας.
Το νεαρό της ηλικίας του δεν του επέτρεψε αρκετές φορές να ταξιδέψει με το υπόλοιπο συγκρότημα στις επισκέψεις του στο Αμβούργο.
Οταν ανέλαβε ως μάνατζέρ τους ο Brian Epstein, ο Harrison είχε πια συμμετοχή στις δραστηριότητες του συγκροτήματος, και μάλιστα ήταν από τα δημοφιλέστερα μέλη του, λαμβάνοντας χιλιάδες γράμματα από τα νεαρά κορίτσια που το παρακολουθούσαν.
Στις αρχές του 1963 οι Beatles κατάφεραν να πείσουν τον παραγωγό τους George Martin να τους δώσει την ευκαιρία να γράψουν οι ίδιοι το επόμενο τραγούδι τους, που θα ήταν η συνέχεια του Love Me Do, τραγούδι που τουλάχιστον στη Βρετανία ήταν μέτρια επιτυχία και ο Martin ήθελε να τους βάλει να τραγουδήσουν το μετέπειτα Νο 1 των Gerry and The Pacemakers, How Do You Do It. Τελικά, οι Lennon-McCartney έγραψαν το Please Please Me σαν επόμενο σινγκλ κι έτσι άρχισε η αλυσίδα επιτυχιών με δικιές τους συνθέσεις. Τα περιθώρια όμως για τη συμμετοχή τραγουδιών στα άλμπουμ τους από τα δύο υπόλοιπα μέλη του γκρουπ ήταν μικρά και χρειάστηκε να φτάσουμε στο άλμπουμ Help!, όπου άρχισε ο Harrison να έχει από ένα τραγούδι σε κάθε πλευρά των τότε δίσκων βινιλίου του συγκροτήματος.
Το πρώτο του τραγούδι για τους Beatles ήταν το Don't Bother Me για το άλμπουμ With The Beatles. Στο Help! τα τραγούδια που έγραψε ήταν τα Ι Need You και You Like Me Τοο Much.
Η συμμετοχή της κιθάρας στον ήχο που διαμόρφωσε το συγκρότημα ήταν καθοριστική, αλλά ως συνθέτης δεν είχε τις ευκαιρίες συμμετοχής στα άλμπουμ των Beatles, στα οποία μοιραία οι Lennon και McCartney είχαν τον πρώτο λόγο. Στο Revolver του 1966 κατάφερε να έχει τρία τραγούδια με τα Taxman, Love You Τοο και Ι Want Το Tell You· στο ίδιο άλμπουμ θα αρχίσει και την πρώτη επαφή του με την Ινδική μουσική παρουσιάζοντας για πρώτη φορά στην Ευρώπη το σιτάρ, ανοίγοντας νέους μουσικούς ορίζοντες για τα υπόλοιπα μέλη των Beatles, που θα πλησιάσουν στα επόμενα χρόνια την ινδική μουσική και φιλοσοφία με τις σχέσεις τους με τον Maharici. Στην ινδική μουσική τον είχε μυήσει ο φίλος του David Crosby, μέλος των Byrds, ο οποίος και τον γνώρισε στον Ravi Shankar.
Το 1967 στο Sgt. Peppers Lonely Hearts Club Band, η συμμετοχή του θα περιοριστεί στο Within You Without You, στο οποίο έπαιζε μόνος του και ο ήχος του ήταν εντελώς διαφορετικός από τα υπόλοιπα τραγούδια του άλμπουμ.
Στο Λευκό άλμπουμ, του 1968, η συμμετοχή του ανέβηκε στα 4 τραγούδια, βασικά λόγω του ότι ήταν διπλό, η σχέση του όμως με τα υπόλοιπα μέλη είχε αρχίσει να κλονίζεται και στις αρχές της χρονιάς αποχώρησε για δέκα μέρες από το συγκρότημα, στο οποίο επανήλθε ύστερα από συνεχείς συζητήσεις.
Η αναγνώριση του ταλέντου του ως συνθέτη από τον John και τον Paul ήλθε στο τελευταίο άλμπουμ που ηχογράφησε μαζί το συγκρότημα και που ήταν το Abbey Road. Τα τραγούδια του Harrison, Here Comes The Sun και Something θεωρούνται κλασικά, το δεύτερο μάλιστα χαρακτηρίστηκε από τον Frank Sinatra το καλύτερο ερωτικό τραγούδι των τελευταίων 50 ετών.
Η τελευταία μέρα που συμμετείχε ο Harrison σε ηχογράφηση των Beatles ήταν στις 4 Ιανουαρίου του 1970, ο Lennon μάλιστα είχε κόψει τους δεσμούς του με το συγκρότημα από τον Σεπτέμβριο του 1969.
Ο Harrison ήταν και το πρώτο μέλος των Beatles που κυκλοφόρησε προσωπικό άλμπουμ, το Wonderwall Music, που ήταν η μουσική για την ταινία Wonderwall. Το άλμπουμ αυτό άρχισε να το δουλεύει στη Βομβάη τον Ιανουάριο του 1968 και κυκλοφόρησε στα τέλη Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς. Από αυτόν τον τίτλο δανείστηκαν την πρώτη λέξη οι Oasis για να γράψουν το ομώνυμο τραγούδι τους, οι οποίοι ήταν φανατικοί φίλοι της μουσικής των Beatles.
Το 1969 κυκλοφορεί ένα ακόμη προσωπικό άλμπουμ με τον τίτλο Electronic Sound και την ίδια χρονιά το ενδιαφέρον του για τις θρησκείες της Ινδίας αντανακλάται στη συνεργασία του με τους Hare Krishna Temple και το άλμπουμ Hare Krishna Mantre κάνοντας γνωστές στη Δύση τις ιδιαιτερότητες, σε μουσική και θρησκευτικές παραδόσεις, της Ινδίας.
Το καλοκαίρι του 1971 θα βοηθήσει στην οργάνωση του κονσέρτου για τη βοήθεια στο Bangla Desh, που θα γίνει στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης, με τη συμμετοχή γνωστών καλλιτεχνών της εποχής, και θα οδηγήσει στην κυκλοφορία ενός τριπλού επιτυχημένου άλμπουμ.
Την ίδια χρονιά, με παραγωγό τον Phil Spector, θα κυκλοφορήσει το επίσης τριπλό άλμπουμ All Things Must Pass, που θα γίνει Νο 1 χαρίζοντάς του καλές κριτικές, σημαντικές πωλήσεις και αρκετά βραβεία. Στο άλμπουμ αυτό υπάρχει η μεγάλη επιτυχία του My Sweet Lord, η οποία το 2002, μετά τον θάνατο του Harrison, θα γίνει ένα από τα ελάχιστα τραγούδια με δύο κύκλους επιτυχίας, όταν επέστρεψε στην πρώτη θέση του βρετανικού καταλόγου επιτυχιών, 31 χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση εκεί.
Ακολούθησαν αρκετά ακόμα άλμπουμ, στα οποία σε μόνιμη βάση υπήρχαν 2-3 πετυχημένα τραγούδια, όπως το Living In The Material World, με το Give Me Love (Give Me Peace On Earth), το Dark Horse, με το ομώνυμο τραγούδι που κυκλοφόρησε αμέσως μετά τον χωρισμό του από την πρώτη του γυναίκα Patty Boyd, ή το άλμπουμ του 1987 Cloud Nine, που ήταν ουσιαστικά και το τελευταίο πετυχημένο του. Στο άλμπουμ αυτό υπάρχει η πετυχημένη διασκευή του στο Ι Got My Mind Set On You του James Ray, που έφτασε στην κορυφή του αμερικανικού καταλόγου με τα πιο πετυχημένα τραγούδια. Ηταν το τελευταίο τραγούδι με κάποιο από τα μέλη των Beatles που θα το πετύχαινε.
Εναν χρόνο αργότερα συνεχίζει τις αναζητήσεις του και γίνεται ο βασικός υπεύθυνος για τη δημιουργία των Traveling Wilburys, συγκρότημα στο οποίο συμμετείχαν οι Bob Dylan, Tom Petty, Roy Orbison, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί στα πρώτα βήματα της καριέρας των Beatles ανοίγοντας τις συναυλίες του στη Μ. Βρετανία, και τον Jeff Lynne, που ήταν το βασικό μέλος των Electric Light Orchestra -και αυτός φανατικός φίλος της μουσικής των Beatles. Ο Lynne μάλιστα έχει επηρεαστεί σημαντικά από τα φωνητικά του Harrison, όπως άλλωστε και οι Paul Simon και το συγκρότημα των Νεοζηλανδών Crowded House.
Την περίοδο 1978-1994 η κινηματογραφική εταιρεία Hand Made, που έφτιαξε με τον φίλο του Denis Ο'Brien, για να βοηθήσει βασικά τους Monty Python να ξεπεράσουν τα οικονομικά τους προβλήματα και να γυρίσουν την ταινία Life Of Brian, δημιούργησε συνολικά 23 ταινίες.
Η διάλυση των Beatles ωφέλησε περισσότερο από κάθε άλλο μέλος τους τον Harrison, ο οποίος δεν έδειξε να είναι ιδιαίτερα δυστυχισμένος γι' αυτό. Αντιθέτως μπόρεσε να δείξει τις δυνατότητες του ταλέντου του και να αποτελέσει μια σημαντική παρουσία στα μουσικά πράγματα μέχρι τον θάνατό του, στις 29 Νοεμβρίου του 2001.
Μετά τη διάλυση του συγκροτήματος, έγραψε τρεις μεγάλες επιτυχίες για τον Ringo Starr, It Don't Come Easy, Photograph και Back Off Boogaloo, έπαιξε σε πέντε τραγούδια στο άλμπουμ Imagine του Lennon και, μετά τον θάνατο του τελευταίου, «μάζεψε» τους άλλους δύο Beatles και ηχογράφησαν μαζί το All Those Years Ago.
Φαινομενικά ο Harrison ήταν το μέλος των Beatles που πάντα φρόντιζε να μένει στο περιθώριο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχε σημαντική προσφορά στο συγκρότημα, στο οποίο πάντα κυριαρχούσαν, βέβαια λόγω του μέγεθους του ταλέντου τους, οι Lennon και McCartney.
Πριν από έναν μήνα, ο Jim James (Yim Yames), των My Morning Jacket, κυκλοφόρησε ένα ΕΡ με διασκευές σε τραγούδια του Harrison που τα είχε ηχογραφήσει το 2001, λίγες μέρες μετά τον θάνατο του μεγάλου κιθαρίστα.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Βιβλιοθήκη, Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
- Το αρχαιότατο, ερωτικό ποίημα «Ασμα Ασμάτων» με την καίρια και τρυφερή του απόδοση στα νεοελληνικά από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, είχε γνωρίσει κατά καιρούς διαφορετικές απόπειρες μελοποίησης, πάντα, όμως, αποσπασματικά.
Από το 1985, όταν ο Παπαδόπουλος το είχε μεταφράσει για την παράσταση της Ειρήνης Παπά που, με τη σκηνοθεσία του Ανδρέα Βουτσινά και τη μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου είχε ενθουσιάσει το ιταλικό κοινό στο ιστορικό θέατρο «Φενίτσε» της Βενετίας, ποτέ μέχρι σήμερα δεν υπήρξε μια ολοκληρωμένη και ενιαία μελοποίηση.
Την επιχείρησε ο Μάριος Στρόφαλης για τη μουσική παράσταση που σκηνοθέτησε η Ράια Μουζενίδου στο «Δίπυλον». Και χθες κυκλοφόρησε (από τη Legend) και ο δίσκος με τα 27 τραγούδια, που ηχογραφήθηκαν ζωντανά στο θέατρο και ερμηνεύουν οι τρεις νέοι πρωταγωνιστές της παράστασης, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Αντονι Μπερκ και Αναστασία Μολυβδά.
Με μουσική ευαισθησία που, παραπέμποντας άλλοτε σε πιο δυτικότροπες μελωδικές γραμμές και άλλοτε σε λαϊκές μνήμες, συναντά την ερωτική τρυφερότητα των ποιημάτων, ο Στρόφαλης χρειάστηκε τρεις μήνες και τη συνδρομή του κουαρτέτου του (Β. Βεργωτής-ακορντεόν, Λ.Κοκολάνης-βιολί, Αλ. Στούνι-βιολί, Φ. Νικολοπούλου-βιολοντσέλο) για να ολοκληρώσει το έργο που του ανέθεσε ο ίδιος ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Ο τελευταίος, αναζητώντας τον κατάλληλο μελωδό γι' αυτά τα πολύ ιδιαίτερα ποιήματα, είχε ακούσει από διάφορες πλευρές γι' αυτόν τον «νεαρό συνθέτη, που αποδείχτηκε ένας από τους πιο ταλαντούχους νέους δημιουργούς». Ετσι ξεκίνησε το καινούργιο ταξίδι του ποιήματος...
Το «Ασμα Ασμάτων» γράφτηκε στα εβραϊκά μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού. Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα ποιος ήταν ο δημιουργός του, αν και η εκδοχή που επικρατεί, το αποδίδει στον βασιλιά Σολομώντα. Για να μη χαθεί, οι Εβραίοι το ενέταξαν στην Παλαιά Διαθήκη και από 'κει το ανέσυραν Ιουδαίοι ελληνιστές και το μετάφρασαν γύρω στο 96 π.Χ. στα ελληνικά και στα λατινικά. Ακολούθησε η μετάφραση του βυζαντινού λόγιου Μιχαήλ Ψελλού (1018-1096). Στα νεότερα χρόνια μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Στη νεότερη ελληνική αποδόθηκε από τους Κ. Φριλίγγο, Γ. Ελιγιά, Ολ. Περάνθη και βέβαια από τον Γιώργο Σεφέρη (εκδόσεις «Ικαρος»).
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στη δική του απόδοση θέλησε να δώσει έμφαση στον ερωτισμό του ποιήματος. Πιο άμεση, λαϊκή και απέραντα ερωτική, η μετάφραση κυκλοφόρησε το 1994 από τον «Καστανιώτη» με την εικονογράφηση του Αλέκου Φασιανού, κάνοντας πλήθος επανεκδόσεων. «Εγώ ζητούσα να βρω τον άνθρωπο που θα μπορούσε να το μελοποιήσει έτσι ώστε το έργο να φτάσει τραγουδιστικά στον κόσμο», εξήγησε χθες ο Λ. Παπαδόπουλος. Κι αυτό βρήκε στον Στρόφαλη.
Ο Μάριος Στρόφαλης, δοκιμασμένος μουσικά, κυρίως στο θέατρο, είχε έρθει ξανά σε επαφή με το «Ασμα Ασμάτων» όταν από το Εθνικό Θέατρο του είχαν ζητήσει να το μελοποιήσει στην απόδοση του Σεφέρη. Αλλά εκεί «τα πράγματα ήταν τόσο ακαδημαϊκά, που δεν μπορούσα να σκεφτώ πώς αυτό μπορεί να γίνει τραγούδι». Τα κατάφερε με την απόδοση του Παπαδόπουλου και χθες ευχαρίστησε «τον Θεό-"πρόεδρο" όχι μόνο γιατί μου εμπιστεύτηκε το ποίημα αλλά και γιατί μου επιτρέπει να τον συναναστρέφομαι».
Εργο που ανταποκρίνεται πλήρως στα «ωραία που σκεφτόμουν ότι μπορούμε να κάνουμε όταν πρωτοέφτιαξα το "Δίπυλο"», χαρακτήρισε τη μελοποίηση η Ράια Μουζενίδου. Συνέστησε τη μοναχική ακρόαση διότι έτσι, η ίδια τουλάχιστον, απολαμβάνει όλες τις εικόνες και τα χρώματα της μουσικής προσέγγισης.
Η Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου και η Αναστασία Μολυβδά ερμήνευσαν χθες μερικά τραγούδια με τον συνθέτη στο πιάνο. Εκλεισαν την παρουσίαση με το «ωραιότερο ερωτικό ποίημα όλων των εποχών» να δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό του με δύο γυναικείες φωνές που υπενθύμιζαν ότι «Είν' δυνατή σα θάνατος η αγάπη».
- ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ, Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
- Ζωντανά στον αέρα έκανε πρόταση γάμου σήμερα ο δημοφιλής βρετανός τραγουδιστής Ρόμπι Γουίλιαμς στη σύντροφό του Αΐντα Φιλντ, αφήνοντας κατάπληκτους τους ακροατές του αυστραλιανού ραδιοφωνικού σταθμού.
Η Φιλντ ήταν μαζί με τον Γουίλιαμς στο στούντιο για το "Κάιλ και Τζάκι 'Ο" σόου του ραδιοσταθμού 2DayFM του Σίδνεϊ, στο πλαίσιο της προώθησης του νέου του άλμπουμ με τίτλο "Reality Killed the Video Star" και την εμφάνισή του στα βραβεία Aria.
Κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικής του συνέντευξης, η παρουσιάστρια Τζάκι Χέντερσον είπε στον τραγουδιστή ότι το Σίντνεϊ φημίζεται για τις προτάσεις γάμου διασημοτήτων.
Τότε ο Ρόμπι Γουίλιαμς στράφηκε προς τη Φιλντ και είπε: "Υπάρχει κάποιος που θες να παντρευτείς;" και όταν εκείνη απάντησε: “Αυτό είναι πολύ περίεργο”. Ο Ρόμπι όμως δεν πτοήθηκε και συνέχισε: “Θέλεις να με παντρευτείς;”.
Μετά από μία σύντομη παύση, η 30χρονη Φιλντ είπε: "Ναι, θα σε παντρευτώ".
Ο Γουίλιαμς δεν είχε μαζί του δαχτυλίδι να της προσφέρει, οπότε η Χέντερσον τους έδωσε ένα δαχτυλίδι σε σχήμα βατράχου που φορούσε και το πέρασε στο δάχτυλο της Φιλντ.
Ο μάνατζερ του Γουίλιαμς δήλωσε αργότερα ότι η πρόταση έγινε για πλάκα.
Ο τραγουδιστής, ο οποίος τώρα ζει στο Λος Άντζελες, είχε μείνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια, ενώ το Μάρτιο του 2007 υπεβλήθη σε αποτοξίνωση για εθισμό σε συνταγογραφούμενα φάρμακα. Το νέο του άλμπουμ είναι το πρώτο που κυκλοφορεί τα τελευταία τρία χρόνια.
Πριν λίγες μέρες ο Γουίλιαμ δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι πίστευε ότι θα έμενε εργένης για πάντα, μέχρι που γνώρισε την Φιλντ.
"Μου γνώρισαν την Άιντα και τα πράγματα άλλαξαν. Είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και είμαι ερωτευμένος", είπε. [enet.gr, 13:08 Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009]
Ο Μπομπ Ντίλαν αναπολεί το παρελθόν του, με την παραδοσιακή χριστουγεννιάτικη γαλοπούλα και τα αγαπημένα του τραγούδια, σε μία σπάνια συνέντευξη του που δημοσιεύθηκε στο The Big Issue, το περιοδικό των αστέγων της Βρετανίας, και σε άλλες εφημερίδες δρόμου στη Βόρεια Αμερική.
Ο 68χρονος τραγουδιστής προκάλεσε έκπληξη σε κοινό και κριτικούς με το τελευταίο του άλμπουμ που έχει τίτλο "Christmas in the Heart", μία συλλογή με κάλαντα και παραδοσιακά τραγούδια. Όλα τα έσοδα θα διατεθούν σε φιλανθρωπικές οργανώσεις αστέγων σε ΗΠΑ, Βρετανία και άλλες 80 χώρες.
Ερωτηθείς γιατί διάλεξε τις οργανώσεις αυτές, ο Ντίλαν απάντησε: "Γιατί δίνουν φαγητό απ' ευθείας στον κόσμο. Χωρίς να ανακατεύονται στρατιωτικές οργανώσεις, χωρίς γραφειοκρατία, χωρίς κυβερνήσεις".
Ο Ντίλαν -κατά κόσμον Ρόμπερτ Άλεν Ζίμερμαν- εξήγησε ότι αν και Εβραίος, ποτέ δεν ένιωσε αποκομμένος από τα Χριστούγεννα στη Μινεσότα όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια. [enet.gr, 13:33 Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009]
- Τη γνωρίσαμε ως φωνή των «Film». Τώρα η Ελένη Τζαβάρα ή καλύτερα Etten παρουσιάζει το ηλεκτρονικό της ντεμπούτο «Ι Know You Are Behind Me But Ι'm Not Scared»
- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
«Ο τίτλος του δίσκου «Ι Know You Are Behind Me But Ι'm Not Scared» είναι από μια φράση που έλεγα μικρή στον εαυτό μου. Την έλεγα από μέσα μου όταν περπατούσα στον δρόμο και φοβόμουν καθώς οι σκιές πίσω μου γίνονταν τέρατα. Προσπαθούσα με αυτήν να διώξω τον φόβο. Και για κάποιο λόγο πάντα έπιανε».
Η Etten -δηλαδή η Ελένη Τζαβάρα-, γνωστή στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή ως η φωνή των «Film», παρουσιάζει απόψε ζωντανά με την μπάντα της τον ατμοσφαιρικό ηλεκτρονικό της δίσκο στο Taf- The Art Foundation. Στον ίδιο χώρο πραγματοποιείται έκθεση με τα έργα του εικαστικού καλλιτέχνη Η.Ο.Ρ.Ε. που φιλοτέχνησε το artwork του δίσκου.
Μικρή βασάνιζε το πιάνο του σπιτιού της, ύστερα συμμετείχε σε σχολικές χορωδίες και μπάντες φίλων μέχρι που συνεργάστηκε με τους «Film» και κυκλοφόρησαν δύο δίσκους. «Η μπάντα είναι όπως κάθε ανθρώπινη σχέση», εξηγεί η Ελένη. «Καθώς περνάει ο καιρός αλλάζεις, θες άλλα πράγματα, ψάχνεις κάτι καινούργιο. Τελικά νομίζω ότι ήταν αναζωογονητικός ο χωρισμός και για τους «Film» και για μένα».
Οπότε συνέχισε μόνη. «Εγραφα κατά καιρούς στίχους και μουσική σε ένα παλιό αναλογικό σινθεσάιζερ. Δεν είχα σκοπό να βγάλω δίσκο. Δεν σχεδιάζω ποτέ το μέλλον. Αλλά ενώ δούλευα με τον Μιχάλη Δέλτα στον δικό του δίσκο, που θα κυκλοφορήσει σύντομα, μου ζήτησε να του δείξω τη δουλειά μου. Ντρεπόμουν στην αρχή αλλά,τελικά, του έδειξα τα τραγούδια, του άρεσαν και προσφέρθηκε να κάνει την παραγωγή. Στην πορεία ξαναβρεθήκαμε και με τον Coti Κ, που του άρεσε το υλικό μου και δούλεψε και αυτός κάποια κομμάτια». Ετσι προέκυψε αυτή η ατμοσφαιρική πειραματική ποπ του ντεμπούτου της. «Είναι καλύτερος ο δίσκος από αυτό που ονειρευόμουν», λέει. «Και οι δύο παραγωγοί δεν προσπάθησαν να μου επιβάλουν το δικό τους ύφος. Δεν με καπέλωσαν. Αντίθετα βοήθησαν να αναδειχθεί η μουσική μου».
Ο δίσκος ολοκληρώθηκε αφού πρώτα μεσολάβησε και η συνεργασία της Ελένης με τη Λένα Πλάτωνος. «Βρεθήκαμε όταν έψαχνε μια κοπέλα για να τραγουδήσει ένα τραγούδι της με αγγλικό στίχο, το "Redrosy"», διηγείται. «Η Πλάτωνος είναι από τις μεγάλες μου αγάπες και όταν πήγα σπίτι της και το ηχογραφήσαμε ήταν μία από τις πιο ωραίες εμπειρίες της ζωής μου. Μέσα σε τρεις ώρες διδάχθηκα χιλιάδες πράγματα. Υστερα συνέχισα με τις συναυλίες της στο "Κύτταρο"».
Τώρα έχουν σειρά οι δικές της. «Στη σκηνή νιώθεις σαν να μπαίνεις σε μια άλλη διάσταση», λέει η Ελένη, «που είναι δική σου αλλά παρουσιάζεται μόνον όταν ανεβαίνεις εκεί πάνω. Μπορεί να είναι λίγος ο κόσμος ή να αδιαφορεί για σένα, αλλά όταν πατάς το πόδι σου, ανοίγει η πύλη για ένα άλλο μαγικό μέρος. Εκεί νιώθω ότι μπορώ να βγάλω πράγματα που έχω μέσα μου, μέσα σε μερικές νότες».
* 8.30 μ.μ. στην Taf- The Art Foundation (Νορμανού 5, Μοναστηράκι). Είσοδος ελεύθερη. Ενα τραγούδι της υπάρχει στο www.myspace.com/elenitzavara **
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. «Τζάκο Λεβαντάτε» με τη μελωδία του ρεμπέτικου «Ελενίτσα» τραγουδούσε χθες το μεσημέρι η σεφαραδιτικής καταγωγής Γιασμίν Λεβί και η ανατολίτικη φωνή της στα στενά της αγοράς Μοδιάνο γύριζε τον χρόνο πίσω, στις αρχές του περασμένου αιώνα, στην καρδιά της εβραϊκής συνοικίας όπου έσμιγαν τα ελληνικά, τα σεφαραδίτικα, τα τουρκικά.
Λίγες ώρες αργότερα σε ρεμπετάδικο της πόλης, τα τραγούδια «Δημητρούλα» και «Γκαρσόνα» αναβίωναν την ατμόσφαιρα της νύχτας και μαζί μ’ αυτήν, τη ζωή της μυθικής κάποτε ερμηνεύτριας του ρεμπέτικου και του σμυρναίικου τραγουδιού, Ρόζας Εσκενάζυ.
Στη Θεσσαλονίκη στήθηκαν οι παραπάνω σκηνές για τα τελευταία γυρίσματα της ταινίας «Μy Sweet Canary» (αρχικός τίτλος από το «Καναρίνι μου γλυκό») - το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του Ισραηλινού σκηνοθέτη Ρόι Σερ που καταγράφει την πολυτάραχη ζωή της Ισπανοεβραίας, Τουρκάλας, Ελληνίδας τραγουδίστριας.
Στο οδοιπορικό σε αγορές, σοκάκια και καπηλειά της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης, στην Αθήνα και στο Στόμιο της Κορινθίας (όπου ο τάφος της), η Ρόζα Εσκενάζυ πλανάται ως «μνήμη». Η ταινία δεν είναι μυθοπλασία. Δεν υποδύεται κανείς τη Ρόζα, ούτε τους μουσικούς αλλά οι ηθοποιοί είναι σύγχρονοι ερμηνευτές.
«Η ιδέα γεννήθηκε το 2004 σ’ ένα ρεμπετάδικο της Ιερουσαλήμ. Ερωτεύτηκα τη μουσική και ανακάλυψα τη Ρόζα Εσκενάζυ -μια Εβραία, κάτι ασυνήθιστο στο χώρο του ρεμπέτικου. Είναι μια έρευνα στο ρεμπέτικο και τη Ρόζα με μαρτυρίες προσώπων που την γνώρισαν. Ελάχιστα στοιχεία ήταν γνωστά. Ως «άπατρις» εμφανίζεται εξάλλου στον κατάλογο του πλοίου όταν ταξίδεψε στην Αμερική το ’52. Συμβολικό, γιατί τελικά η Ρόζα δεν ανήκε πουθενά», ανέφερε χθες ο σκηνοθέτης.
«Δεν είναι μια ταινία μόνο για την Εσκενάζυ, είναι η πολιτιστική ιστορία της ευρύτερης περιοχής του ρεμπέτικου και του σεφαραδίτικου τραγουδιού», πρόσθεσε η Λεβί που μεγάλωσε με ελληνική μουσική και με τη σεφαραδίτικη παράδοση.
- Της Γιωτας Mυρτσιωτη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 26/11/2009
14213653Έχουμε καλά νέα και μέτρια νέα. Ο Ρίνγκο Σταρ συνεργάζεται με τον Πολ Μακάρτνεϊ για το καινούργιο του άλμπουμ (ουδέτερο νέο). Οι Dead Weather έβαλαν μπροστά για το δεύτερό τους (πολύ καλό).
Ο Ντέιβ Γκρολ (δεξιά) ήταν ο ντράμερ των Νirvana πριν πιάσει κιθάρα στους Foo Fighters και τώρα επιστρέφει και πάλι πίσω στα ντραμς.
Μαζί του, στους Τhem Crooked Vultures ο μπασίστας των Led Ζeppelin Τζον Πολ Τζόουνς (αριστερά) και ο κιθαρίστας και τραγουδιστής των Queens Οf Τhe Stone Αge Τζος ΧομΤο θεριό των Led Ζeppelin ξυπνά, και όχι μόνο από την παρουσία του κυρίου Τζόουνς (θα ήταν βέβαια αρκετή). Συμβαίνει να βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο άλλοι δυο ορκισμένοι Ζeppelinόπληκτοι- λες και θα μπορούσε κάποιος να αναπνέει ροκ αέρα χωρίς να φουσκώνουν τα πνευμόνια του από Ρage/Ρlant φωτιές. Δεν υπάρχει κι άλλος δρόμος στο παθιασμένο ροκ, όλοι περνάνε από εκεί. Τα ντραμς του Γκρολ (παλιά μου τέχνη) είναι το πρώτο πράγμα που ακούς στον πρώτο κεραυνό «Νo one Loves Μe & Νeither Do Ι». Χαλασμός κόσμου και ακροβασίες σε ροκ σκοινί. Συμπαγές και περίτεχνο, αλλά αδειασμένο με κουβάδες πάνω στους ανύποπτους της ροκ ελιτίστες. Ένας μυώδης ροκ κόμβος. Στη 70s νοσταλγία; Όχι, στο ακριβώς αντίθετο, στην εξέλιξη του είδους.
- Ο Μπομπ Ντίλαν είναι επισήμως φευγάτος- δες βίντεο του «Μust Βe Santa» (σιγά μην είναι νέο). Η Κόρτνεϊ Λαβ ξαναμπαίνει στο στούντιο (αυτό κι αν είναι νέο!). Όλα συμβαίνουν κάτω από τη νέα σελήνη και στη σκιά των Led Ζeppelin (ξανά).
- Κάποιοι πονηροί το είχαν κρατήσει. Ο Dave Grohl είχε δηλώσει σε μια συνέντευξη πως κάποια στιγμή θα έφτιαχναν ένα γκρουπ, ο John Paul Jones ( των Led Ζeppelin), o Josh Ηomme (των Queens Οf Τhe Stone Αge) και η αφεντιά του. Φοβερό σαν ιδέα. Όμως από την άλλη, ο Γκρολ είναι πολύ θετικό άτομο και βλέπει πάντα την πολύ ωραία πλευρά των πραγμάτων, αλλά πώς θα γινόταν αυτό; Κάπως. Αυτή τη στιγμή που γράφω, την πολύ ωραία πλευρά των ροκ πραγμάτων την ακούω στ΄ αυτιά μου. Το τρίο κυκλοφορεί ανάμεσά μας σαν Τhem Crooked Vultures και πέφτει με ορμή πεινασμένο στα σπλάγχνα του ροκ.
Τhem Crooked Vultures «Τhem Crooked Vultures» (Sony)Έχω ξεχωρίσει τον Α.Α. Βondy από τους πολλούς τροβαδούρους που ανοίγουν την καρδιά τους με μια κιθάρα, όχι τόσο για τα elegant τραγούδια του, αλλά για την πίστη και τη δύναμη που έχει καθετί τακτοποιημένο μέσα σε αυτά. Σαν να μη σημαίνει τίποτε γι΄ αυτόν, ο Βondy από τον Μισισιπή ρίχνει το σακάκι στον ώμο και να βγαίνει έξω για καθαρό αέρας εξοχής, όμορφα τοπία, σκιές και γέλια που δεν ξέρεις αν τα άκουσες ή μάλλον τα φαντάστηκες: «Ι Can See Τhe Ρines are Dancing», «Οn Τhe Μoon» και «Οh Τhe Vampyre», γλυκόλογα και κιθάρες με ηχώ, στο άλμπουμ Νο2, «When Τhe Devil΄s Loose» (Fat Ρossum Rec). Το είχα μυριστεί - ότι κάπου είχε βάλει ο διάολος την ουρά του.
Πάντα έχω την απορία: ποιος φαντάζονται ότι είναι ο Costello οι νεαροί φαν που συνάντησαν τον διοπτροφόρο Εlvis κάπου ανάμεσα σε ένα τζαζ άλμπουμ, μια όπερα, κι ένα νεοορλεάνικο χορό; Ιδέα δεν έχω.
Υποθέτω (ειδικά κιόλας αν δεν έχουν ακούσει) ότι προσπερνάνε γρήγορα. Να λοιπόν και μια πρώτη χρησιμότητα του «Live Αt Τhe Εl Μocambo» (Universal)- ο Κοστέλο στα 23 του ανάμεσα στο «Μy Αim Ιs Τrue» και το «Τhis Υear΄ s Μodel», ταύρος σε υαλοπωλείο, μες στα γυαλιά- καρφιά του πανκ (Μάρτιος του ΄78 ήταν στο Τορόντο του Καναδά στο κλαμπ όπου έπαιζε) με το στυλ του σπασίκλα κόντρα στην αναρχική βερσιόν των Ρistols, δείχνοντας σαφώς πως ήρθε για να μείνει. Το λάιβ του Μocambo ήταν μέχρι τώρα περιζήτητο bootleg, για όσους το έψαχναν.
Μeeeerdre! Είναι η πρώτη λέξη που Βασιλιάς Ubu λέει. Και μετά έγινε πανδαιμόνιο με γιουχαΐσματα και επευφημίες από το κοινό (όπως Ντίλαν όταν πρωτόπαιξε ηλεκτρικά) στη πρώτη παράσταση του θρυλικού έργου του Αλφέρντ Ζαρί στο Παρίσι του 1896. Μerdre!
λέει και ο Ντέιβιντ Τόμας των Pere Ubu που επιστρέφει με ροκ όπερα (ή κάτι σαν κι αυτό) το «Long Live Ρere Ubu» (C/V) και τη Σάρα Τζέιν Μόρις (πού την ξετρύπωσε;). Η πρωτοπορία κουράζεται, ξαποσταίνει και ξανά προς τη δόξα τραβά.
Έχει φεγγάρι...
●«White Lunar: Νick Cave & Warren Εllis». Κομμάτια για ταινίες. Ανάμεσά τους, έξι από το «Τhe Road» (η συνέχεια στην οθόνη).
● «Τhe Whole of the Μoon». Yπήρχε ζωή στο φεγγάρι και πριν από τη διαφήμιση. Την είχαν βρει οι Waterboys.
● Από την Βarbara Luna, το «Luna», απλά πράγματα.
● «Shooting the moon» από τους Οk Go. Και το soundtrack του Νew Μoon.
● «Μeet Μe on the Εquinox» των Death Cab For Cutie, από τη σελήνη κι αυτό.
- Της Μαρίας Μαρκουλή, ΤΑ ΝΕΑ, 25/11/2009