- Η πόλη που τόσο αγάπησε ο διάσημος Αμερικανός τζαζίστας τον τιμά με μια μεγάλη έκθεση γεμάτη ντοκουμέντα
- Αγγελικη Στουπακη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 29/11/2009
Η έκθεση στην Cite de la Musique στο Παρίσι έχει αγγλικό τίτλο - «We Want Miles» («Θέλουμε τον Μάιλς») και γαλλικό υπότιτλο - «Le jazz face a sa legende» («Η τζαζ απέναντι στον θρύλο της»). Και παρακολουθεί τον Μάιλς Ντέιβις σε όλη τη διαδρομή του, από τα παιδικά του χρόνια στη γενέτειρά του, το Ιστ Σεντ Λιούις, μέχρι το τελευταίο κοντσέρτο του στη Λα Βιλιέτ, στο Παρίσι, λίγες εβδομάδες πριν από τον θάνατό του.
Από όλα τα ιερά τέρατα της τζαζ, ο Μάιλς Ντέιβις (1926-1991) είναι ίσως εκείνος που προσφέρεται περισσότερο για μια φιλόδοξη έκθεση όπως αυτή. Από δημιουργική όσο και από επικοινωνιακή άποψη, η διαδρομή του είναι εντυπωσιακή: Οι τολμηρές μουσικές του προσεγγίσεις (από το bebop της δεκαετίας του 1940 μέχρι τη συνάντηση του χιπ-χοπ και της τζαζ στα 1990), η αναγνώρισή του από ένα μεγάλο κοινό που ξεπέρασε τα όρια των εραστών της τζαζ, η ικανότητά του να σκηνοθετεί, να στυλιζάρει τις μουσικές παραστάσεις του, τον ανέδειξαν σε μια ηγετική καλλιτεχνική προσωπικότητα.
Οι εκθέσεις απευθύνονται κατά κύριο λόγο στο μάτι, σ’ αυτή την έκθεση ωστόσο ο επισκέπτης δεν «βλέπει» μόνο αλλά και ακούει τον Μάιλς Ντέιβις. Ακολουθώντας τη δημιουργική του έλικα, τις «evolutions-revolutions» της μουσικής του πορείας, ο επιμελητής της έκθεσης Βενσάν Μπεσιέρ απέφυγε τη φετιχιστική παρουσίαση «αναμνηστικών» που χαρακτηρίζει πολλά άλλα μουσειακά αφιερώματα στη μουσική.
Υπάρχουν βέβαια πολλές τρομπέτες, ανάμεσά τους μια Martin Magna του 1950, βαμμένη με ζωηρόχρωμο μπλε-πράσινο βερνίκι, καθώς και άλλα όργανα από τις ορχήστρες του, όπως ένα ηλεκτρικό πιάνο Fender και ένα μπάσο Fodera Monarch Deluxe, που χρησιμοποιήθηκε στην ηχογράφηση του άλμπουμ «Tutu», το 1986, ένα σύνολο μουσικών οργάνων που δείχνουν τη στενή σχέση της μουσικής του Μάιλς Ντέιβις με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Υπάρχουν επίσης φωτογραφίες, πολλές με την υπογραφή των μεγαλύτερων ονομάτων στον χώρο της μουσικής φωτογραφίας, κοστούμια από παραστάσεις, σπάνιες παρτιτούρες και γραπτά ντοκουμέντα, ανάμεσά τους μια τσαλακωμένη απόδειξη της προκαταβολής για τη μουσική στο «Ασανσέρ για δολοφόνους» του Λουί Μαλ με την υπογραφή «Miles, Davis, motherfucker». Δεν λείπουν, βέβαια, και τα εξώφυλλα δίσκων από την εποχή της καλλιτεχνικής έκρηξης των graphics στις 33 στροφές, από το Birth of the Cool του 1949-1954 μέχρι τους δίσκους της Prestige και της Columbia, καθώς και οι ψυχεδελικές αφίσες της δεκαετίας του 1970.
Ολα τα εκθέματα, πάντως, παρουσιάζονται με προσοχή και διακριτικότητα, χωρίς να δίνεται έμφαση στον «καλτ» χαρακτήρα τους. Και πρωταγωνιστούν ανάμεσά τους τα βίντεο με αποσπάσματα συναυλιών του, που δίνουν στον επισκέπτη τη δυνατότητα να έχει μια ζωντανή εμπειρία των μουσικών του παραστάσεων σε διαφορετικά στάδια, ενώ υπάρχουν επίσης καμπίνες με ακουστικά όπου οι μελομανείς μπορούν ανενόχλητοι να ακούσουν ηχογραφήσεις που τους ενδιαφέρουν.
Ακολουθώντας μια πολυδαίδαλη διαδρομή με χρονολογικό άξονα, η έκθεση παρακολουθεί τον Μάιλς Ντέιβις από τη συνάντησή του με τα είδωλά του, τους μεγάλους δασκάλους του bebop Τσάρλι Πάρκερ και Ντίζι Γκιλέσπι, στα μέσα της δεκαετίας του 1940, έως την ανάδειξή του σε πρωταγωνιστή των σημαντικότερων εξελίξεων που σημειώθηκαν στην τζαζ (cool jazz, hard bop, free jazz, fusion). Στο δρομολόγιο αυτό περιλαμβάνονται μεγάλοι σταθμοί της δισκογραφικής και συναυλιακής του πορείας, αλλά και μουσικοί με τους οποίους συνεργάστηκε. Είναι γνωστό πως πολλοί διάσημοι τζαζίστες έκαναν τα πρώτα τους βήματα ως μέλη των συγκροτημάτων του, ανάμεσά τους ο Τζον Κολτρέιν, ο Χέρμπι Χάνκοκ, ο Μπιλ Εβανς, ο Γουέιν Σόρτερ, ο Τσικ Κορία, ο Τζον Μακλάφλιν, ο Τζέρι Μάλιγκαν και ο Κιθ Τζάρετ.
Η έκθεση «Ο αιώνας της τζαζ», που παρουσιάστηκε την περασμένη άνοιξη στο παρισινό Μουσείο του Κε Μπρανλί είχε ως στόχο να ανιχνεύσει τους δεσμούς ανάμεσα στην τζαζ και τις εικαστικές τέχνες. Το αφιέρωμα στον Μάιλς Ντέιβις δεν εστιάζει σ’ αυτό το θέμα, και παρότι εκτίθενται δύο έργα του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά -το «Bird of Paradise» (1984) και το «Horn Players» (1983)- αυτό γίνεται για να αναδειχθεί η γοητεία που ασκούσαν τόσο στον ζωγράφο όσο και στον τρομπετίστα ο Τσάρλι Πάρκερ και ο Ντίζι Γκιλέσπι.
H ρήξη
Το επίτευγμα της έκθεσης είναι ότι καταφέρνει να αναδείξει τη στενή αλληλοσύνδεση της προσωπικότητας και του έργου του Μάιλς Ντέιβις. Γιατί κάθε περίοδος που θεωρήθηκε «ρήξη» σε σχέση με το παρελθόν, είχε στην πραγματικότητα προαναγγελθεί από την προηγούμενη. Η μόνη πραγματική ρήξη ήταν το πέρασμα από την ακουστική μουσική στην ηλεκτρική, και αυτό αντικατοπτρίζεται στην έκθεση με τη διαδρομή σε δύο επίπεδα: στο πάνω είναι τα «ακουστικά» χρόνια, στο κάτω τα «ηλεκτρικά». Πάνω κυριαρχεί το ασπρόμαυρο, μια εικονογραφία της τζαζ μέσα στη νύχτα. Κάτω, η έκρηξη των χρωμάτων, το στερέωμα με τ’ αστέρια.
Το «We Want Miles» είναι το πρώτο μεγάλων διαστάσεων εκθεσιακό αφιέρωμα στον τελευταίο σταρ της τζαζ. Τα αρχεία του Μάιλς Ντέιβις, που δεν έχουν ακόμα αξιοποιηθεί πλήρως, βρίσκονται στα χέρια φίλων του, της κόρης του, Τσέριλ, και του γιου του, Εριν (δύο από τα τέσσερα παιδιά του, που ζουν στην Καλιφόρνια), καθώς και του ανιψιού του, Βινς Γουίλμπουρν. Ολοι δέχτηκαν να δανείσουν παρτιτούρες που θεωρούνταν χαμένες, επιστολές και φωτογραφίες γι’ αυτή την έκθεση στο Παρίσι, την πόλη που έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή του Μάιλς Ντέιβις.
Saturday, November 28, 2009
Το Παρίσι συναντά πάλι τον Μάιλς Ντέιβις
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment