Sunday, November 1, 2009

«Απλώς παίζουμε»... O σαξοφωνίστας Μπράνφορντ Μαρσάλις μιλάει για την τζαζ με αφορμή την εμφάνισή του στο Παλλάς

συνεντευξη στον ΣΑΚΗ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2009

Τελικά όλοι οι κορυφαίοι μουσικοί της τζαζ έχουν λίγο- πολύ την ίδια πορεία. Δεν εμφανίζονται, δηλαδή, από το πουθενά και μας εντυπωσιάζουν με την αρτιότητα στο παίξιμό τους, τις νέες ιδέες και τις εξαιρετικές ηχογραφήσεις τους. Εχουν προηγηθεί τα νεανικά χρόνια, κατά τα οποία έχουν εντυπωσιάσει με τη βιρτουοζιτέ τους και κυρίως προτού τραβήξουν τον δικό τους δρόμο έχουν συνεργαστεί με τα σπουδαιότερα ονόματα του είδους. Αυτή ακριβώς είναι και η πορεία του σαξοφωνίστα Μπράνφορντ Μαρσάλις, ο οποίος είχε βεβαίως την τύχη να αποτελεί μέλος μιας από τις μεγαλύτερες οικογένειες της τζαζ. Γιος του πιανίστα Ελις Μαρσάλις Τζούνιορ και αδελφός του ντράμερ Τζέισον Μαρσάλις, του τρομπονίστα Ντελφέγιο Μαρσάλις και βεβαίως του ακόμη πιο διάσημου τρομπετίστα Γουίντον Μαρσάλις. Από την ηλικία των επτά άρχισε το κλαρινέτο για να το αλλάξει με το σαξόφωνο αργότερα. Ενώ ακόμη ήταν φοιτητής στο περίφημο Βerklee College περιόδευσε στην Ευρώπη παίζοντας βαρύτονο σαξόφωνο με το μεγάλο σχήμα του ντράμερ Αρτ Μπλέικι. Την επόμενη χρονιά ακολούθησε η συμμετοχή του στις big bands των Λάιονελ Χάμπτον και Κλαρκ Τέρι, αλλά και η πρώτη σημαντική συνεργασία με τον Γουίντον στους Jazz Μessengers του Μπλέικι και πάλι. Μια περιοδεία στην Ιαπωνία με τον Χέρμπι Χάνκοκτον έβαλε σε νέους κόσμους, πιο πειραματικούς, ενώ η επισημοποίηση του ταλέντου του έγινε προφανώς με τις συμμετοχές του σε εμφανίσεις του Μάιλς Ντέιβις Στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 ήταν εκείνος που έδωσε το τζαζ χρώμα στις πρώτες σόλο αναζητήσεις του Στινγκ μετά τη διάλυση των Ρolice. Κάνοντας χρήση του ψευδωνύμου του κορυφαίου σαξοφωνίστα Τζούλιαν “Κάνονμπολ” Εϊντερλι, δημιουργεί το 1994 ένα από τα πιο πρωτοποριακά συγκροτήματα των τελευταίων 30 χρόνων, τους Βuckshot Le Fonque, και ηχογραφεί δύο άλμπουμ. Την τελευταία δεκαετία κύρια ενασχόλησή του είναι το κουαρτέτο του αλλά και η δισκογραφική εταιρεία του, η Μarsalis Μusic, μέσω της οποία έχουν κυκλοφορήσει τις δουλειές τους καλλιτέχνες όπως οΧάρι Κόνικ Τζούνιορ, ο Τζίμι Κομπ αλλά και η Κλάουντια Ακούνια. Στην Αθήνα εμφανίζεται με το κουαρτέτο του, όπου θα παρουσιάσει, ανάμεσα σε άλλα, κομμάτια από το πρόσφατο άλμπουμ του «Μetamorphosen». Ο Μπράνφορντ Μαρσάλις μίλησε σχετικά στο «Βήμα της Κυριακής».
- Επειτα από τις εξελίξεις ενός αιώνα στην τζαζ μουσική, ποιο είναι εκείνο το στοιχείο, πιστεύετε, το οποίο θα κινούσε το είδος προς μια νέα κατεύθυνση;
«Δεν νιώθω την πίεση να κάνω κάτι διαφορετικό. Υπάρχει μια άρρωστη εμμονή με το νέο, ασχέτως ποιότητας. Η δουλειά μου είναι να παίζω μουσική με υψηλή ποιότητα και όσο πιο αυθεντική γίνεται. Αν κάτι από αυτά τύχει να είναι νέο, η ιστορία έχει αποδείξει ότι λίγοι θα το αντιληφθούν και πολύ αργότερα, ούτως ή άλλως».
- Τι προσπαθήσατε να επιτύχετε με το τελευταίο άλμπουμ σας «Μetamorphosen»;
«Αυτό που κάνουμε είναι να παίζουμε τη μουσική που υπάρχει μπροστά στα μάτια μας. Εκ των υστέρων μπορούμε να εξακριβώσουμε αν είναι διαφορετική ή καλύτερη από όσα έχουμε κάνει στο παρελθόν. Αυτό λοιπόν που διαπίστωσα με το τέλος της ηχογράφησης είναι ότι ως συγκρότημα εξελιχθήκαμε τόσο ώστε να λέμε αυτό που έχουμε να πούμε σε λιγότερο χρόνο. Τα κομμάτια είναι πιο ουσιαστικά και με μεγαλύτερο αντίκτυπο».
- Γιατί διαλέξατε το σαξόφωνο και όχι ένα χαμηλού προφίλ όργανο;
«Αρχισα να παίζω κλαρινέτο σε ορχήστρα και εμβατηριακές μπάντες από την ηλικία των επτά, οπότε η συνέχεια στο σαξόφωνο φαίνεται ως μια λογική επιλογή. Εκείνες τις ημέρες δεν είχα καμία εκτίμηση ή ιδέα περί “υψηλού” ή “χαμηλού” προφίλ».
- Ποια είναι η εμπειρία σας ως μέλος στα συγκροτήματα του Αρτ Μπλέικι και του Λάινελ Χάμπτον;
«Επειδή ακριβώς ήμουν ένας ποπ σαξοφωνίστας στην εφηβεία μου, έμαθα από αυτούς τι ακριβώς είναι η τζαζ και πόσο δύσκολο είναι να παίζεις τζαζ. Εκτοτε έχουν συμβεί πολλά».
- Προέρχεστε από μια οικογένεια της οποίας τα μέλη είναι καταξιωμένοι μουσικοί.Παίζοντας με αυτούς γίνατε περισσότερο ανταγωνιστικός;
«Οταν είσαι σε ένα συγκρότημα ή σε μια ορχήστρα ο ανταγωνισμός αφορά ένα πρόσωπο ή μία ομάδα προσώπων που παίζουν το ίδιο όργανο με σένα. Για μένα ο ανταγωνισμός υπήρχε με τους συμφοιτητές μου Ντέιβιντ Βίτερ (σ.σ.: πλέον αμερικανός γερουσιαστής) και Ντάνι Μαγκάρι (σ.σ.: τώρα πια γιατρός)».
- Πόσο διαφορετικό είναι να ηχογραφείς για τη δική σου ετικέτα κι όχι για μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία;
«Δεν διαφέρει και πολύ. Πάντοτε ηχογραφούσα ό,τι ήθελα εγώ, ακόμη και στην Columbia».
- Αν και έχετε την ελευθερία, δεν ηχογραφείτε συχνά. Γιατί;
«Οι τζαζ δίσκοι ποτέ δεν θα έχουν την εμπορική απήχηση των ποπ δίσκων, και έτσι δεν υπάρχει το εμπορικό κίνητρο να ηχογραφήσεις. Αυτό που ουσιαστικά κάνουμε είναι μια καταγραφή της προόδου μας ως μουσικοί. Οταν έχουμε κάτι ουσιαστικό να πούμε, φτιάχνουμε έναν νέο δίσκο, σωστά;».
- Θα επιχειρούσατε σήμερα κάτι αντίστοιχο με ό,τι κάνατε με τον Στινγκ πριν από τρεις δεκαετίες;
«Λατρεύω τον Στινγκ. Αγαπώ τη δημιουργικότητά του και το ταλέντο του στη σύνθεση. Αλλά δεν θα έδινα ενάμιση χρόνο από την καριέρα μου ξανά προκειμένου να παίξω με έναν μουσικό που δεν είναι τζαζίστας. Λιγότερο χρόνο, μπορεί».
- Νιώθετε ότι χάνετε ένα μέρος της καλλιτεχνικής ελευθερίας σας όταν ηχογραφείτε ή παίζετε κλασική μουσική;
«Υπάρχει μεγαλύτερη αίσθηση οργάνωσης και συγκρότησης στην τζαζ απ΄ ό,τι πιστεύει ο περισσότερος κόσμος. Απεναντίας υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία στην κλασική μουσική από αυτό που πιστεύει ο κόσμος. Αν δεν υπήρχε ελευθερία, αν αγόραζες τρεις διαφορετικές ηχογραφήσεις του ίδιο έργου μουσικής με τρεις διαφορετικές ορχήστρες και μαέστρους θα ακούγονταν ακριβώς το ίδιο. Αλλά δεν είναι έτσι. Η ελευθερία είναι στη μελωδία και στην ενορχήστρωση».
- Πόσο τυχαία ήταν η δημιουργία κάτι τόσο επαναστατικού όσο οι Βackshot Le Fonque;
«Ποτέ δεν τους θεώρησα επαναστατικούς. Ηταν απλώς ένα τζαζ συγκρότημα που δούλεψε έχοντας την ίδια φιλοσοφία για τη μουσική που έχω όταν ηχογραφώ τζαζ δίσκους. Προσπαθούσαμε διαρκώς να βελτιωνόμαστε και δεν χρησιμοποιήσαμε ποπ ευκολίες για να γίνουμε πιο προσιτοί».
- Ζηλεύετε πράγματα που έχουν κάνει άλλοι στην τζαζ και στα οποία δεν έχετε εμπλακεί εσείς;
«Οι μόνες επιθυμίες μου είναι να είχα ακούσει τον Τσάρλι Πάρκερ, τον Σίντνεϊ Μπεσέκαι τον Τζον Κολτρέιν. Η μόνη στιγμή που ζηλεύω είναι όταν ακούω τον Λέστερ Γιανγκ να παίζει με την Μπίλι Χολιντέι. Εύχομαι να ήμουν εγώ στη θέση του».
- Δεν σας έχουμε δει για καιρό στην Αθήνα.Τι θα παρουσιάσετε αυτή τη φορά;
«Παλιά μουσική, νέα μουσική, κάποια πράγματα από το “Μetamorphosen”. Ο,τι μας έλθει εκείνη την ώρα στο μυαλό. Δεν έχουμε κάποια λίστα επάνω στην οποία να βασίζουμε τις εμφανίσεις μας. Απλώς παίζουμε».

Ο Μπράνφορντ Μαρσάλις εμφανίζεται την Τρίτη 3 Νοεμβρίου στο Παλλάς. Προπώληση εισιτηρίων: Βουκουρεστίου 5, Αθήνα, τηλ.210 3213.100, με πιστωτική κάρτα στο 210 8108.181 και μέσω Ιnternet στη διεύθυνση www.ellthea.gr

No comments: