Ο Χάρης Σαββίδης έχει κάνει μερικά απ' τα καλύτερα πλάνα για βιντεοκλίπ διασημοτήτων της ποπ, όσο και για φιλμ μεγάλων σκηνοθετών. Ο ελληνοκύπριος διευθυντής φωτογραφίας μιλάει για τη γοητεία του σινεμά και τις Σειρήνες της διαφήμισης.
Κρύβεται πίσω από πετυχημένες διαφημίσεις κι η υπογραφή του βρίσκεται σε διάσημα βιντεοκλίπ, της Μαντόνα, του Μάικλ Τζάκσον, των Ρόλινγκ Στόουνς.
Το οξυδερκές βλέμμα του έχει συλλάβει εικόνες αποσύνθεσης στο «Closer» των Nine Inch Nails, ωμού ρεαλισμού στο «Criminal» της Φιόνα Απλ, μοναξιάς και αποξένωσης στο «Ι Might Be Wrong» των Radiohead και ζεστών, φιλικών χρωματισμών στο «Speed of Sound» των Coldplay, «αν και το αγαπημένο βιντεοκλίπ από ολόκληρη την καριέρα μου», εκμυστηρεύεται, «είναι ένα που γύρισα για λογαριασμό του Τομ Γουέιτς».
Οι κινηματογραφικές του συνεργασίες είναι ακόμη πιο εντυπωσιακές. Δούλεψε με τον Γουόνγκ Καρ Βάι στο υποβλητικό νυχτερινό φιλμάκι που έκανε ο ασιάτης εστέτ για λογαριασμό της BMW, βοήθησε τον Ντέιβιντ Φίντσερ να συλλάβει τις εκπληκτικές νυχτερινές ατμόσφαιρες του «Zodiac», υπηρέτησε επάξια τον μινιμαλισμό και την αφαίρεση του Γκας Βαν Σαντ στον «Ελέφαντα», τις «Τελευταίες Μέρες» και το «Milk», έχτισε παρέα με τον Τζόναθαν Γκλέιζερ τις αυστηρές, παγερές γεωμετρίες της «Γέννησης», αναβίωσε με γλαφυρότητα τη δεκαετία του 1970 για λογαριασμό του Ρίντλεϊ Σκοτ στο «American Gangster» και τώρα έδωσε χρώμα στις γήινες, αστικές παλέτες του Γούντι Άλεν και της νέας του κομεντί με τίτλο «Whatever Works».
Πίσω από τα πιο αξιομνημόνευτα πλάνα των ταινιών αυτών βρίσκεται ο ευτραφής μουσάτος κύριος που έχω μπροστά μου. Ελληνοκύπριος στην καταγωγή, 52 ετών και με ένα από τα πιο ζηλευτά βιογραφικά στον τομέα της διεύθυνσης φωτογραφίας, ο Χάρης Σαββίδης έχει μόνο ενθουσιώδη λόγια για καθέναν από τους παραπάνω δημιουργούς.
Από τη μόδα στα βιντεοκλίπ
«Η τρανταχτή αντίθεση στο στυλ του καθενός και οι διαφορετικές εργασιακές τους μέθοδοι έδωσαν εύρος στη δουλειά μου και έσπρωξαν εμένα τον ίδιο να δοκιμαστώ και να αναζητήσω τα όριά μου», λέει.
Τις δικές του αισθητικές αρχές, ο Σαββίδης τις εξερεύνησε μέσα από μια πολυμορφική καριέρα. Ξεκίνησε ως φωτογράφος μόδας στο Μιλάνο και το Παρίσι προτού μεταπηδήσει στη Νέα Υόρκη, στον τομέα του βιντεοκλίπ, στον προσοδοφόρο κόσμο της διαφήμισης κι από εκεί στο χόμπι του σινεμά. «Γιατί μόνο ως χόμπι μπορείς να το δεις» ισχυρίζεται ο ίδιος. «Λατρεύω τον κινηματογράφο. Απλώς δεν σου προσφέρει πολλές εργασιακές ευκαιρίες και δεν είναι καθόλου εύκολο να ζήσεις από αυτόν».
- Από πού αντλεί εκείνος τα έσοδά του;
«Χρόνια τώρα εξακολουθώ να τα κερδίζω από τις διαφημίσεις». Του λέω πως τις ωραιότερες δουλειές του τις έχει, παρ' όλα αυτά, πραγματοποιήσει στο σινεμά, και μάλιστα σε ιδιαίτερες και ασυμβίβαστες ταινίες που ως επί το πλείστον δεν βρήκαν αντίκρισμα στα ταμεία. «Υπάρχει, βέβαια, κάτι που με ανησυχεί σε αυτό το φαινόμενο» συμπληρώνει εκείνος, αστειευόμενος. «Οι περισσότερες ταινίες στις οποίες έχω δουλέψει έτυχαν παρεξήγησης στις αίθουσες. Μοιάζει σαν ένα είδος κατάρας. Η κατάρα του Χάρη Σαββίδη! Δούλεψε μαζί του και θα σου χαντακώσει την ταινία!»
«Οι Αμερικανοί απλώς καταναλώνουν»
- Γιατί πιστεύει ότι οι καλλιτεχνικές ταινίες δεν έχουν ελπίδα μεγάλης ανταπόκρισης από το αμερικανικό κοινό;
«Οι Ευρωπαίοι έχουμε αυτόν τον σνομπισμό να κατηγορούμε τους Αμερικάνους ότι είναι ανίκανοι να εκτιμήσουν τη σοβαρή, πραγματική τέχνη», απαντά. «Κι όμως, τις πιο πολλές φορές ισχύει όντως κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν μάθει να καταναλώνουν οτιδήποτε τους σερβίρουν. Εχουν αμελήσει πια να εμπιστεύονται το ένστικτό τους. Είναι η νοοτροπία των ημερών. Οι περισσότερες ταινίες στις οποίες πηγαίνει ο κόσμος είναι εκείνες ακριβώς στις οποίες τον σπρώχνει η διαφήμιση και η σωστή προώθηση. Δεν είναι απαραιτήτως οι καλές ταινίες».
- Ποιο θεωρεί ότι είναι το μυστικό τού να μην ακολουθείς την πεπατημένη;
«Το παν είναι να αδιαφορείς για τα όσα ξέρεις, για εκείνα που γνωρίζεις πως πρέπει να πράξεις για να κάνεις τη δουλειά σου όπως πρέπει. Το μυστικό ίσως να είναι στο να γνωρίζεις καλά τους κανόνες. Να τους ξέρεις καλά, ώστε να μπορείς μετά να τους αγνοήσεις καλύτερα».
Μου εξομολογείται πόσο λατρεύει να κοιτάζει πέρα από το στημένο πλάνο, τη σχολαστικότητα του σωστού φωτισμού, τις περιττές λεπτομέρειες που σκοτώνουν κάθε αυθορμητισμό σε μια εικόνα.
«Συνήθιζα να λειτουργώ κάπως έτσι παλιά, συνειδητοποίησα, όμως, ότι άρχισα συχνά να χάνω την ουσία του πράγματος με το οποίο καταπιανόμουν. Εχανα την αντικειμενική του αίσθηση. Τελευταία, άλλωστε, νιώθω εντονότερο έναν κορεσμό που κρύβεται πίσω από τις εικόνες και τις γρήγορες εναλλαγές των πλάνων. Μου αρέσει πλέον η δυνατότητα του να μπορείς να διηγηθείς μια ιστορία χωρίς να χρησιμοποιείς καθόλου λόγια. Αυτό είναι το πραγματικό στοίχημα...» *
Saturday, November 7, 2009
Από τη Μαντόνα, στον Γούντι
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment