- Μπορεί κανείς να υποστηρίζει ότι οι Μπιτλς κατέστρεψαν (!) το ροκ εν ρολ νοθεύοντας τη μαύρη του ταυτότητα; Ο Ελάιζα Γουόλντ έγραψε ένα βιβλίο για να εξηγήσει την άποψή του
Το 1969, στο Γούντστοκ, από τους 33 καλλιτέχνες που εμφανίστηκαν στη σκηνή μόνο τρεις ήταν μαύροι! Κι απ' αυτούς ο Τζίμι Χέντριξ και ο Ρίτσι Χέιβενς έπαιζαν με λευκούς μουσικούς τραγούδια που απευθύνονταν σε ένα κατά βάση λευκό ακροατήριο.
Δύο χρόνια νωρίτερα, στο Μόντερεϊ, έξι από τα 32 καλλιτεχνικά σχήματα ήταν μαύρα και έπαιζαν μπροστά σ' ένα κοινό από χίπις που άκουγαν μάλλον αδιάφορα τον Οτις Ρέντινγκ.
*Πώς, όμως, έγινε το ροκ ένα μουσικό είδος αποκλειστικά «λευκό»; Σ' αυτό το ερώτημα απαντάει ο Ελάιζα Γουόλντ στο βιβλίο του «Πώς οι Μπιτλς κατέστρεψαν το ροκ εν ρολ» (εκδ. Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 2009), ξεκινώντας την προσέγγισή του από την αρχή του εικοστού αιώνα, από την εποχή που οι μεγάλες μπάντες έπαιζαν τη μουσική των μαύρων με ανάμεικτους μουσικούς, συχνά και με λευκούς μαέστρους επικεφαλής.
* Φτάνοντας στη δεκαετία του '50 που γεννιέται το ροκ εν ρολ, λευκοί και μαύροι καλλιτέχνες απευθύνονται στο ίδιο κοινό. Οι δίσκοι του Λιτλ Ρίτσαρντ και του Τσακ Μπέρι αγοράζονται από τους ίδιους ανθρώπους που αγοράζουν δίσκους του Ελβις Πρίσλεϊ και του Τζέρι Λι Λιούις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι μαύροι καλλιτέχνες που συνυπάρχουν με τους λευκούς έχουν την ίδια μεταχείριση στη σόου μπίζνες και ιδίως στον κινηματογράφο και την τηλεόραση (που σπανιότατα συμπεριλαμβάνουν μαύρους καλλιτέχνες στις ταινίες και τα προγράμματά τους).
* Μέχρι το 1964 αυτή η συνύπαρξη έχει προχωρήσει τόσο πολύ που το περιοδικό «Μπίλμπορντ», που απηχεί τα συμφέροντα της βιομηχανίας του δίσκου, καταργεί την ξεχωριστή κατηγορία πωλήσεων «Rhythm and Blues» και την εντάσσει στη γενική κατηγορία «Ποπ», θεωρώντας ότι το κοινό που αγοράζει τα μεν και τα δε δεν είναι πια τόσο διαφορετικό που να δικαιολογεί αυτή τη διάκριση. Αλλά υπολόγιζαν χωρίς τον ξενοδόχο, γιατί το '64 είναι η χρονιά της αποκαλούμενης «βρετανικής εισβολής» στις ΗΠΑ, με μπροστάρηδες τους Μπιτλς, και του εξελισσόμενου folk-rock, που οδηγεί τη μουσική σε άλλα πεδία, με διαφορετικό ήχο, ποιητικό στίχο, κοινωνικό περιεχόμενο και άλλο ακροατήριο.
* Το Γενάρη της επόμενης χρονιάς το «Μπίλμπορντ» επαναφέρει το διαχωρισμό, διαπιστώνοντας ότι δημιουργείται μία άλλου τύπου διάκριση ανάμεσα στα δύο είδη, αν και συχνά τα όρια είναι δυσδιάκριτα, ιδιαίτερα για καλλιτέχνες με πολύ ευρύ πεδίο, όπως η Τζάνις Τζόπλιν, που είναι πιο κοντά στον Τζέιμς Μπράουν παρά στην Γκρέις Σλικ, ή η Τίνα Τάρνερ, που τραγουδάει κομμάτια των Μπιτλς και των Κρίντενς.
Το κίνημα άρνησης της σπάταλης καταναλωτικής κοινωνίας δεν συγκινεί εξίσου τους μαύρους, οι οποίοι δεν έχουν γνωρίσει καμία ευημερία και αγωνίζονται για να αποκτήσουν τα ελάχιστα απ' αυτά που οι λευκοί διαθέτουν και τα παιδιά τους απορρίπτουν.
Οι μαύροι, προσπαθώντας από τη μια να γίνουν αποδεκτοί με ίσους όρους στην κοινωνία που είναι φτιαγμένη από λευκούς για λευκούς, εξακολουθούν να φτιάχνουν χορευτική μουσική που απευθύνεται στους πάντες, γιατί, όπως είπε ωμά ο Μάρβιν Γκέι, «όλοι θέλουν να πουλήσουν στους λευκούς, γιατί οι λευκοί έχουνε τα φράγκα».
Εμφαση στο ρατσισμό
Απ' την άλλη, οι μαύροι ριζοσπαστικοποιούνται με το δικό τους πρόβλημα, το ρατσισμό, δίνοντας πολύ μαύρη διάσταση στη μουσική τους, όπως την εκφράζει ο Τζέιμς Μπράουν στο «Say it loud, Ι' m black and Ι' m proud», ενώ η Αρίθα Φράνκλιν που είναι στο μέινστριμ απλά ζητάει «Σεβασμό» (Respect). Το φολκ-ροκ, εδραιωμένο στα πανεπιστήμια και τους διανοούμενους, δεν ζητάει ένταξη αλλά, αντιθέτως, άρνηση και απόσυρση.
* Οι Μπιτλς παίζουν μεγάλο ρόλο σ' αυτό το διαχωρισμό: Από το '64 ώς το '70 είχαν 14 άλμπουμ στο νούμερο 1 των πωλήσεων. Είναι αυτοί που μεταφέρουν το κέντρο βάρους της διάπλασης της μουσικής από τα κλαμπ, τις συναυλίες και τα κινήματα στο στούντιο, όπου παράγουν αριστουργήματα, χρησιμοποιώντας υλικό και ιδέες που δεν εξαρτώνται από κανένα συγκεκριμένο μητρικό είδος μουσικής. Καθώς πειραματίζονται με ήχους και στιλ στο στούντιο χρησιμοποιώντας ομάδες εγχόρδων και πνευστών, στοιχεία από το γαλλικό τραγούδι και ό,τι άλλο εμπνευστούν, η αδιάκοπη συνέχεια ραγκτάιμ-τζαζ-σουίνγκ-ροκ εν ρολ σπάει.
* Οι Ρόλινγκ Στόουνς και ο παραγωγός συναυλιών Μπιλ Γκράχαμ, μαζί με μερικούς άλλους, προσπαθούν να επανασυγκολλήσουν τους μαύρους με τους λευκούς στο ροκ, αλλά ματαίως. Και όπως γράφει ο Πολ Γουίλιαμς στο περιοδικό «Κροντάντι», «(...) πρώτη φορά στην ιστορία της Αμερικής η καλύτερη σύγχρονη μουσική δεν γίνεται από τον αμερικάνο μαύρο». *
Sunday, October 18, 2009
Οταν το ροκ έχασε το χρώμα του
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment