Του ΓΙΩΡΓΟΥ Ε. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
* ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΤΩΝ ΑΝΩΓΕΙΩΝ: ΠΟΙΑ ΠΑΘΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΩΝΤΑ
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: LYRA
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: LYRA
Ακόμα ένας δίσκος του Ανωγειανού «τραγουδιστή» που φέρει το παρατσούκλι «Λουδοβίκος των Ανωγείων». Τώρα τολμά να μελοποιήσει ποιητές της αναγεννησιακής κρητικής λογοτεχνίας. Στίχοι από τον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου, την «Ερωφίλη» του Γεώργιου Χορτάτση και από την «Εύμορφη βοσκοπούλα» άγνωστου ποιητή, που γενικά αναφέρονται στον έρωτα, ένα πεδίο προσφιλές στον Λουδοβίκο, ο οποίος -όπως καταλλήλως διοχετεύεται από τους μηχανισμούς προβολής των προϊόντων της δισκοπαραγωγής- είναι ειδικός στα ερωτικά ζητήματα.
Οπως είναι γνωστό, ο «συνθέτης» -όπως και τόσοι άλλοι- δεν έχει και πολλές γνώσεις μουσικής. Οπως ο ίδιος λέει, ήθελε να γίνει ζωγράφος, αλλά σπούδασε οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ, την οποία δεν κατάφερε να τελειώσει. Χαράσσει λοιπόν μελωδίες πάνω στην ταστιέρα του μαντολίνου του (πάλι καλά, αφού άλλοι απλώς τις σφυρίζουν) τις οποίες ταυτοχρόνως υποτονθορίζει και εν συνεχεία αναλαμβάνουν οι επαγγελματίες μουσικοί, ενορχηστρωτές, διασκευαστές και άλλοι, να φέρουν στο φως ένα κομμάτι μουσικής τέτοιο που στα εξωτερικά του χαρακτηριστικά, τουλάχιστον, να ανταποκρίνεται σε ό,τι γενικώς απαιτούν τα καθιερωμένα, οι μόδες, οι συρμοί.
Ετσι, εδώ, η κρητική λογοτεχνία αξιώθηκε μια «τιμή» που είναι αμφίβολο αν μπορούσε να τη φανταστεί στα χρόνια της ακμής της. Μια ελαφρά, προβλέψιμη, απλοϊκή, μελό και άστοχη μελοποιία, με ευκολίες, στερεότυπα και ανέμπνευστα μοτίβα, που μαζί με τη μονοτονία του Λα μινόρε (που κυριαρχεί) και τους συνηθισμένους άτεχνους ψιθυρισμούς του δημιουργού κάνουν το όλον πόνημα αρκούντως βαρετό. Ο φροντισμένος και θαυμαστός ποιητικός λόγος του Χορτάτση, του Κορνάρου και του ποιητή της «Εύμορφης βοσκοπούλας» ουδόλως, κατά τη γνώμη μου, αξιοποιείται, αναδεικνύεται το κάλλος του ή άλλως πώς καλλιτεχνικώς υπηρετείται. Θα παρατηρούσα, μάλιστα, πως η μελοποίηση στίχων από τον «Ερωτόκριτο», αν δεν είναι τόσο εμπνευσμένη, ώστε να μπορεί να σταθεί υπερήφανα δίπλα στην παραδοσιακή (και αξιοσέβαστη αν την παρατηρήσει ένας μουσικός) μελωδία του «Ερωτόκριτου», τότε δείχνει οίηση, αλαζονεία και -αν μου επιτρέπεται η έκφραση- «ψηλομυτία», τουλάχιστον, για να μην πούμε κάτι βαρύτερο.
Φιλότιμες προσπάθειες για την αναίρεση της... υπνωτικής δράση του έργου, κάνει ο ενορχηστρωτής με συνδυασμούς «ωραίων» ηχοχρωμάτων, διεκπεραιωτικών αρμονικών λύσεων και δεξιοτεχνικών παιξιμάτων από ικανούς μουσικούς εκτελεστές. Απλώνει ένα «ωραίο» μουσικό «χαλί» που έχει την πρόθεση να θυμίσει λίγο τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος -ειρήσθω εν παρόδω- «ανακάλυψε» στα Ανώγεια τον κατά κόσμον Γιώργο Δραμουντάνη και τον βάφτισε Λουδοβίκο. Το φιλότιμο «χαλί» βέβαια, αντί για την αισθητική Χατζιδάκι, τείνει κάπως προς εκείνη της κ. Μοιραράκη που εμπορεύεται τηλεοπτικώς χαλιά - κιλίμια.
Οπως και άλλοτε παρατηρήσαμε, ο τραγουδοποιός προσπαθεί σταθερά να μεταμφιέσει (να μασκαρέψει) σε στιλ ένα μελωδικό ναΐφ, την αδυναμία να πείσει (όχι βέβαια το εωθινό τηλεοπτικό κοινό) ότι δημιουργεί έργα που βρίσκονται εντός των επίσημου πολιτιστικού και καλλιτεχνικού πλαισίου, μια μελοποιία αντάξια του ποιητικού λόγου που υποτίθεται πως θέλει να υπηρετήσει. Το άλμπουμ -τέλος- είναι διπλό και στον δεύτερο δίσκο περιλαμβάνονται δέκα ορχηστρικές εκδοχές τραγουδιών του Λουδοβίκου, τις οποίες δεν μπόρεσα να ακούσω καθώς το κουτί που έφτασε στα χέρια μου περιλαμβάνει -κατά λάθος- δύο φορές τον πρώτο δίσκο. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 26/11/2008
Ετσι, εδώ, η κρητική λογοτεχνία αξιώθηκε μια «τιμή» που είναι αμφίβολο αν μπορούσε να τη φανταστεί στα χρόνια της ακμής της. Μια ελαφρά, προβλέψιμη, απλοϊκή, μελό και άστοχη μελοποιία, με ευκολίες, στερεότυπα και ανέμπνευστα μοτίβα, που μαζί με τη μονοτονία του Λα μινόρε (που κυριαρχεί) και τους συνηθισμένους άτεχνους ψιθυρισμούς του δημιουργού κάνουν το όλον πόνημα αρκούντως βαρετό. Ο φροντισμένος και θαυμαστός ποιητικός λόγος του Χορτάτση, του Κορνάρου και του ποιητή της «Εύμορφης βοσκοπούλας» ουδόλως, κατά τη γνώμη μου, αξιοποιείται, αναδεικνύεται το κάλλος του ή άλλως πώς καλλιτεχνικώς υπηρετείται. Θα παρατηρούσα, μάλιστα, πως η μελοποίηση στίχων από τον «Ερωτόκριτο», αν δεν είναι τόσο εμπνευσμένη, ώστε να μπορεί να σταθεί υπερήφανα δίπλα στην παραδοσιακή (και αξιοσέβαστη αν την παρατηρήσει ένας μουσικός) μελωδία του «Ερωτόκριτου», τότε δείχνει οίηση, αλαζονεία και -αν μου επιτρέπεται η έκφραση- «ψηλομυτία», τουλάχιστον, για να μην πούμε κάτι βαρύτερο.
Φιλότιμες προσπάθειες για την αναίρεση της... υπνωτικής δράση του έργου, κάνει ο ενορχηστρωτής με συνδυασμούς «ωραίων» ηχοχρωμάτων, διεκπεραιωτικών αρμονικών λύσεων και δεξιοτεχνικών παιξιμάτων από ικανούς μουσικούς εκτελεστές. Απλώνει ένα «ωραίο» μουσικό «χαλί» που έχει την πρόθεση να θυμίσει λίγο τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος -ειρήσθω εν παρόδω- «ανακάλυψε» στα Ανώγεια τον κατά κόσμον Γιώργο Δραμουντάνη και τον βάφτισε Λουδοβίκο. Το φιλότιμο «χαλί» βέβαια, αντί για την αισθητική Χατζιδάκι, τείνει κάπως προς εκείνη της κ. Μοιραράκη που εμπορεύεται τηλεοπτικώς χαλιά - κιλίμια.
Οπως και άλλοτε παρατηρήσαμε, ο τραγουδοποιός προσπαθεί σταθερά να μεταμφιέσει (να μασκαρέψει) σε στιλ ένα μελωδικό ναΐφ, την αδυναμία να πείσει (όχι βέβαια το εωθινό τηλεοπτικό κοινό) ότι δημιουργεί έργα που βρίσκονται εντός των επίσημου πολιτιστικού και καλλιτεχνικού πλαισίου, μια μελοποιία αντάξια του ποιητικού λόγου που υποτίθεται πως θέλει να υπηρετήσει. Το άλμπουμ -τέλος- είναι διπλό και στον δεύτερο δίσκο περιλαμβάνονται δέκα ορχηστρικές εκδοχές τραγουδιών του Λουδοβίκου, τις οποίες δεν μπόρεσα να ακούσω καθώς το κουτί που έφτασε στα χέρια μου περιλαμβάνει -κατά λάθος- δύο φορές τον πρώτο δίσκο. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 26/11/2008
No comments:
Post a Comment