Συνέντευξη στον Ηλια Μαγκλινη, Η Καθημερινή, 09/11/2008
Είναι μαζί σχεδόν μισόν αιώνα. Δεν τους ένωσε μόνον η αγάπη του ενός για τον άλλο, αλλά και η κοινή αγάπη τους για τη μουσική. Ο Ευάγγελος Ασημακόπουλος και η Λίζα Ζώη έχουν όντως κάτι συγκινητικό: Σε μια εποχή που το εφήμερο και το προσωρινό είναι ο κανόνας, εκείνοι, τόσο ως ντουέτο στη ζωή όσο και ως ντουέτο στη μουσική –για την ακρίβεια, στην κλασική κιθάρα– πάνε κόντρα στο πνεύμα των καιρών. Είναι οι δυο τους μια ωραία παρέα, μια παρέα που ανατρέχει στα παλιά, μα που πατά γερά στο σήμερα, στο τώρα. Και οι δύο αφουγκράζονται το κλίμα γύρω τους, αποθαρρύνονται από κάποια πράγματα αλλά επιμένουν, συνεχίζουν – μαζί.
Αυτή η ωραία παρέα γιορτάζει την κοινή μουσική της πορεία στις 12 και 14 Νοεμβρίου με δύο συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Δύσκολο ξεκίνημα
Επειδή η μουσική είναι μια πονεμένη υπόθεση στη χώρα μας, πρέπει να τονίσουμε ότι ο Ευάγγελος Ασημακόπουλος και η Λίζα Ζώη χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης σε διεθνές επίπεδο, ενώ ιδιαίτερα εγκωμιαστικά έχει μιλήσει και για τους δύο ο μεγάλος Αντρέ Σεγκόβια. Μόνο που, όπως συμβαίνει συνήθως, το ξεκίνημα για τους δύο «ταλαντούχους Ελληνες» μόνο εύκολο δεν ήταν, κάπου εκεί, στα μέσα της δεκαετίας του ’50. «Ηταν τρομερό τόλμημα να πούμε στους γονείς μας ότι θα ασχοληθούμε με τη μουσική και ειδικά με την κιθάρα», λέει στην «Κ» ο Ευ. Ασημακόπουλος. «Η χώρα προσπαθούσε να συνέλθει ακόμα απ’ τον Εμφύλιο, υπήρχε ανέχεια, ήταν δύσκολα τα πράγματα», ενώ η Λ. Ζώη συμπληρώνει: «Η κιθάρα ήταν εξάλλου κάτι άγνωστο. Εμείς τη μάθαμε από τα τραγούδια του Γούναρη, του Μαρούδα, του Πολυμέρη. Στα τραγούδια αυτά η κιθάρα έκανε συνοδεία και ο ήχος της ήταν ελκυστικός. Από κει και πέρα, οι πιο εύποροι που είχαν ραδιόφωνο, πού και πού, μπορεί να άκουγαν κανένα έργο κλασικής μουσικής, αυτό ήταν όλο. Οταν πήγα στο ωδείο και ρώτησα αν η κλασική μουσική που άκουγα στο ραδιόφωνο παίζεται και στην κιθάρα, και μου είπαν ναι, ανακουφίστηκα».
Πρώτο ρεσιτάλ
Δύσκολα χρόνια λοιπόν, αλλά η τύχη τούς χαμογέλασε. «Ευτυχώς», θυμάται ο Ευ. Ασημακόπουλος, «πέσαμε πάνω σε δύο σπουδαίους δασκάλους, τους μόνους επαγγελματίες κιθαριστές στην Ελλάδα εκείνη την εποχή: τον Δημήτρη Φάμπα και τον Γεράσιμο Μηλιαρέση». Μαθαίνοντας κιθάρα γνωρίστηκαν οι δύο νέοι, επίδοξοι τότε, μουσικοί. «Η Λίζα έδωσε το πρώτο της ρεσιτάλ στις 9 Δεκεμβρίου του 1958, μαθήτρια ακόμα, στον Παρνασσό, που τότε ήταν κάτι σαν το Μέγαρο σήμερα. Εκπληκτική ακουστική. Αυτή είναι και η επέτειος που θα γιορτάσουμε στις 14 Νοεμβρίου. Το δικό μου πρώτο ρεσιτάλ το έδωσα ένα χρόνο μετά, το 1959».
Το 1960 ακολούθησαν βραβεύσεις και για τους δύο σε σχετικούς διαγωνισμούς και από το 1962 το ζευγάρι άρχισε να δίνει ρεσιτάλ ως ντουέτο. «Εως τότε», λέει η Λ. Ζώη, «όλοι έπαιζαν σόλο μόνο, δεν υπήρχαν ντουέτα στην Ελλάδα. Η αλήθεια είναι ότι μας είχε εμπνεύσει το ντουέτο των μεγάλων Presti – Lagoya, που είχαν έρθει και είχαν παίξει το ’61». «Πράγματι», επιβεβαιώνει ο Ευ. Ασημακόπουλος, «έπαιξαν στο Φεστιβάλ Αθηνών, τους ακούσαμε ζωντανά και πυροδότησαν τον ενθουσιασμό μας. Δειλά δειλά, αρχίσαμε να παίζουμε κι εμείς σε κάποιες συναυλίες ως απόφοιτοι ακόμα».
Μετά τα πρώτα ρεσιτάλ και τις συναυλίες, οι αντιρρήσεις και οι ενστάσεις των γονιών κάμφθηκαν κάπως. Ακολούθησαν σπουδές στο εξωτερικό, στη Γαλλία και την Ισπανία, κερδίζοντας την υποτροφία Σεγκόβια. «Ο Σεγκόβια ήταν ήδη ένας μύθος από τις αρχές της δεκαετίας του ’50», υπογραμμίζει ο Ευ. Ασημακόπουλος. «Ηταν και ο πρώτος που ενέταξε την κιθάρα σε ένα σύστημα διδασκαλίας. Αυτός τη διέδωσε έξω από την Ισπανία. Παρότι η κιθάρα είναι όργανο με τρισχιλιετή ιστορία».
Πέρα όμως από τα ντουέτα και τα ρεσιτάλ, το νεαρό ζευγάρι έπρεπε και να ζήσει. «Δειλά δειλά, αρχίσαμε να έχουμε μαθητές. Στην αρχή ήταν δύσκολα αλλά στη συνέχεια έστρωσε το πράγμα», θυμάται ο Ευ. Ασημακόπουλος. «Τρομερή ήταν η διάδοση της κιθάρας κοντά στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και στις αρχές του ’70. Μια έκρηξη. Ολοι ήθελαν να μάθουν κιθάρα στο ωδείο. Ηταν πρωτοφανές. Αυτό κράτησε έως και το ’80 και μετά το ’90 “κάθισε” κάπως. Θυμάμαι, και εγώ και η Λίζα αναγκαστήκαμε να πάρουμε βοηθούς διότι είχαμε ξαφνικά πολλούς μαθητές. Ισως λόγω και της έλευσης του πικάπ και της διάδοσης του ραδιοφώνου, ο κόσμος έμαθε το όργανο στο πλαίσιο της σπουδής και της σοβαρής μουσικής, όχι μόνο της παρέας και της ταβέρνας. Το 1987 πια αναγνωρίστηκε επίσημα το πτυχίο της κιθάρας από το υπουργείο».
Στις 12 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο, θα ερμηνεύσουν έργα για κιθάρα και παλαιοί μαθητές του ζευγαριού. Σήμερα όμως, πώς είναι να είσαι ακόμη δάσκαλος κιθάρας; «Θα σας πω ένα απλό παράδειγμα», λέει ο Ευ. Ασημακόπουλος. «Τότε, για να μελετήσουμε ένα κομμάτι, δεν είχαμε τη δυνατότητα της φωτοτυπίας. Οπότε, αντιγράφαμε νότα νότα με σινική μελάνη τα κομμάτια που μας έδινε ο Φάμπας. Ηταν σαν να πέρναγε η σύνθεση μέσα μας. Σήμερα, με τους υπολογιστές, δεν υπάρχει πια αυτή η σχέση με τη μουσική. Τα παιδιά βιάζονται, δεν έχουν υπομονή. Επειτα, είναι και το άλλο: Σήμερα μουσική σημαίνει μόνο ξεφάντωμα. Θόρυβος. Καλό το ξεφάντωμα αλλά μην αγνοείς και την άλλη πλευρά. Γενικά, λείπει ο πόνος, ο καημός για τα πράγματα. Αλλά προσαρμόζεται κανείς. Ο κόσμος προχωράει, αλλάζει, κάτι θα βγει κι απ’ αυτό».
Τρία διαφορετικού ύφους έργα
Στις 12 Νοεμβρίου, στην αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Νότης Μαυρουδής θα μιλήσει για το έργο και την προσφορά του Ευάγγελου Ασημακόπουλου και της Λίζας Ζώη, ενώ μετά θα ακολουθήσει ρεσιτάλ για δύο κιθάρες με έργα που γράφτηκαν ειδικά για το ντούο Ζώη – Ασημακόπουλος, ερμηνευμένα από παλαιούς μαθητές τους.
Τρία διαφορετικού ύφους έργα θα παρουσιάσουν στις 14 Νοεμβρίου η Λίζα Ζώη και ο Ευάγγελος Ασημακόπουλος, συνοδεία της Καμεράτας–Ορχήστρας των Φίλων της Μουσικής (διευθύνει ο Τάσος Συμεωνίδης): Το δημοφιλές Κοντσέρτο για δύο κιθάρες σε σολ μείζονα RV 532 του Αντόνιο Βιβάλντι, αρχικά γραμμένο για δύο μαντολίνα. Αυτό είναι το πρώτο έργο που ερμήνευσαν ως ντουέτο και εδώ θα αποδοθεί σε δική τους μεταγραφή.
Μεταγραφή αποτελεί και το Κοντσέρτο για δύο κιθάρες σε σολ μείζονα του Φραντς Γιόζεφ Χάιντν. Γράφτηκε αρχικά για lira organizzata, ένα υβριδικό όργανο, συνδυασμός λύρας και εκκλησιαστικού οργάνου – ιδιαίτερα δημοφιλές το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Μεταγράφτηκε για δύο κιθάρες και ορχήστρα εγχόρδων από τους «Evangelos & Liza», με αφορμή τη συναυλία που έδωσαν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την Καμεράτα υπό τον Αλέξανδρο Μυράτ, το 1994.
Το Fantasia Latina του Αργεντινού Χόρχε Μορέλ γράφτηκε στη Νέα Υόρκη το 2002 και είναι αφιερωμένη στους δύο καταξιωμένους κιθαριστές, οι οποίοι και το ερμήνευσαν σε πρώτη παρουσίαση με την Καμεράτα υπό τον Ενρίκε Ντιεμέκε το 2003 στο Μέγαρο.
No comments:
Post a Comment