Saturday, April 4, 2009

Παναγιώτης Καλαντζόπουλος: Ολοι έχουμε μέσα μας ένα golden boy


  • Δεν το πονάει κανείς πια το μαγαζί, λέει ο συνθέτης Παν. Καλαντζόπουλος
  • Δεν είναι από τους βιαστικούς της δισκογραφίας ούτε από εκείνους που βγάζουν μόνο τραγούδια. Μουσικός, συνθέτης, στιχουργός αλλά και παραγωγός, προπάντων όμως «μάστορας» της μελωδίας, ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος εκδίδει τις δουλειές του όταν έχει κάτι να πει. Ετσι, ανάμεσα στα τρεξίματα για την «Ορχήστρα του δρόμου» –ένα κεφάτο μουσικό σχήμα με θεατρική διάθεση– τα καινούργια τραγούδια που γράφει και το Cantini (την εταιρεία που έχει με τη σύζυγό του και συνθέτιδα Ευανθία Ρεμπούτσικα), κυκλοφόρησε και το «Summertime in Prague» που ηχογράφησε με την Ορχήστρα του Ραδιοφώνου της Σόφιας.
  • Μια αυτοβιογραφία με νότες. Τραγούδια χωρίς λόγια της τελευταίας 12ετίας. Δεν προσπάθησα να γράψω κλασική μουσική, ο ήχος είναι κλασικός. Η φόρμα είναι τελείως τραγουδιστική: κουπλέ - ρεφρέν και γέφυρες. Το 1/3 του δίσκου είναι καινούργιο υλικό. Τα παλιότερα είναι μουσικά θέματα από σειρές και ταινίες. Στα περισσότερα έδωσα νέα ονόματα. Οπως όταν πάει κάποιος και ασπάζεται τον ιερατικό βίο και αλλάζει όνομα –σαν να του δίνεται μια νέα ζωή– έτσι ήθελα μέσα από ένα καινούργιο όνομα να τους δώσω μια νέα ζωή. Είναι μια πλευρά του εαυτού μου που ήταν διάσπαρτη από ’δω και από ’κει. Ηθελα να τη συμμαζέψω κάτω από ένα τίτλο.
  • Θα ήθελα ένα ψευδώνυμο. Οπως έκανε ο Κώστας Γιαννίδης που τα κλασικά του τα έβγαζε ως Γιάννης Κωνσταντινίδης; Ενα ψευδώνυμο, για να διευκολύνω όσους μπερδεύονται με τις αντιφάσεις μου. Πώς είναι δυνατόν αυτή η μουσική να προέρχεται από τον ίδιο άνθρωπο που έγραψε το «Να ’χα δυο ζωές» ή τα «Μάτια κλειστά». Η ζωή αποδεικνύει ότι όλοι μας έχουμε διάφορα πρόσωπα. Εγώ κουβαλάω τις επιρροές μου, τις σπουδές, όσα αγάπησα.
  • Μπιτλς και Καζαντζίδης. Ολη η Ελλάδα βούιζε απ’ αυτούς όταν ήμουν παιδί. Μια ανάμνηση που έχω από τότε ήταν η επίσκεψη στο σπίτι του Τσαρούχη. Ηταν φίλοι με τον πατέρα μου. Θυμάμαι τη μονοκατοικία στο Μαρούσι, το ατελιέ που έσφυζε από ζωή, με τους μαθητές τριγύρω να ζωγραφίζουν κι όλοι να ακούνε το «Τicket to ride» και μετά τη «Μαντουβάλα».
  • Ζει ή πέθανε; Είναι όλοι σαστισμένοι σήμερα με τη δισκογραφία. Αν ζει, γιατί δεν τη βλέπουμε; Κι αν πέθανε, γιατί δεν μας κάλεσαν στην κηδεία; Δυσάρεστο κλίμα. Βέβαια, η κρίση στη δισκογραφία προηγήθηκε της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε. Ο κόσμος, ωστόσο, δεν θα πάψει να ακούει μουσική ή να γράφει ποιήματα. Οπως οι μοναχοί στο Αγιο Ορος την αρρώστια την ονομάζουν «επίσκεψη Θεού», τον τελευταίο καιρό πιστεύω ότι αυτή η αναμπουμπούλα κάπου χρειαζόταν. Για να πάψει να είναι υβριστικό κομμάτι του κόσμου μας. Να γίνει ένα ξεκαθάρισμα. Να δούμε ποιοι αντέχουμε, ποιοι όχι και ποιοι ήμασταν μετοχές υπερτιμημένες. Φούσκες.
  • Τα μαγαζιά είναι ακριβά. Πρέπει να ρυθμίσουν τις τιμές τους. Και οι καλλιτέχνες που κάνουν την πάπια. Ακόμη και σε άσχημες συμπεριφορές των σερβιτόρων στο κοινό. Χθες πήγα να αγοράσω από έναν μαραγκό ένα κόντρα πλακέ. Ο υπάλληλος μου είπε: «έλα σε μια ώρα» και όταν τον ρώτησα ενοχλημένος «έχεις ή δεν έχεις;» με έστειλε στο αφεντικό. Εκείνος μου απάντησε: «μπορεί να έχω, δεν ξέρω». Ο καθένας με τον τρόπο του θέλει να κλείσει το μαγαζί. Ετσι είναι η κατάσταση που ζούμε. Ετσι το έπαιξε και η δισκογραφία: σπασμωδικά.
  • Tο golden boy το έχουμε όλοι μέσα μας. Από τους υπαλλήλους του Δημοσίου που θέλουν σώνει και καλά τα κεκτημένα αλλά και να βασανίσουν τον πολίτη, μέχρι την τηλεόραση που θέλει να βγάλει τη μάνα του δολοφονημένου 35άρη όχι από συγκίνηση αλλά για να κάνει νούμερα. Δεν το πονάνε το μαγαζί. Από τη χώρα μέχρι τον μαραγκό.
  • Ηλπιζα στο χιπ χοπ. Εκεί, κάτι γίνεται. Οχι όμως σε κλίμακα που να δικαιολογεί ένα νέο ρεύμα. Οι εταιρείες της μουσικής μού θυμίζουν τις εταιρείες γάλακτος. Απ’ όποια κι αν το αγοράσεις είναι άνοστο πια. Υποψία γεύσης γάλακτος. Αυτό συμβαίνει και στη μουσική. Το σύστημα: από τα Αρίων, τα Χ Factor, τα Big Brοther και βέβαια τις δισκογραφικές, πριμοδότησαν ένα τέτοιο είδος τραγουδιού, άγευστου και άοσμου. Ομως αυτό θέλανε. Την κυπριακή ποπ. Αυτό μας έφερε σε μια κατάσταση που περισσότερο εστιάζει στα κάλλη ενός ερμηνευτή παρά στην αξία του. Η Μαρίκα Νίνου ήταν μια ζουμπουρλή γυναίκα που δεν βασιζόταν στο μπούστο της για να τραγουδήσει. Από την ώρα που το τραγούδι μετατοπίστηκε στο λίκνισμα και τους κοιλιακούς, πήγε αλλού. Στην ημερομηνία λήξης.
  • Υπερηφανεύομαι για την «Ορχήστρα του δρόμου». Είναι η καλύτερη μπάντα στη χώρα. Ακούς καλούς μουσικούς. Εχουμε πολλούς καλούς στην Ελλάδα, αλλά οι τραγουδιστές δεν τους δίνουν λόγο. Εμείς από το ατομικό περάσαμε στο συλλογικό. Βέβαια ο χώρος έχει πολλούς βρικόλακες. Οι συνθήκες εκεί έξω δεν βοηθάνε να διατηρηθούν τέτοιες σχέσεις. Οταν έχεις μια ομάδα και βάζεις γκολ δεν πρέπει να τη διαλύεις. Οι παλιοί, ο Τσιτσάνης, ο Χατζιδάκις, κρατούσαν τους μουσικούς τους. Οι εγωισμοί δεν σκόρπιζαν αυτές τις σχέσεις. Γιατί όλα στον χώρο μας είναι θέμα εγωισμών.
  • Στο μυθικό Abbey Road στούντιο. Εζησα τον περασμένο Σεπτέμβριο στιγμές που ονειρευόμουν από παιδί. Η φίλη μου η Μάγκι Ρόντφορντ μου πρότεινε να κάνω το mastering του «Summertime in Prague» εκεί. Εζησα την εμπειρία μιας μαγικής σχολής ευγένειας στον ήχο. Αλλωστε αυτό αναζητούσα πάντα είτε άκουγα Χατζιδάκι είτε τους Τζένεσις, τον Στιγνκ ή τον Τζούλιαν Μπριν. Πάντως, αυτή την εποχή ξαναμπήκα στο τραγούδι. Μου αρέσει το παιχνίδι με τους στίχους. Σκέφτομαι ένα δίσκο που θα στηρίζεται σε μια σειρά ηχογραφήσεων οι οποίες θα ξεκινούν τα μεσάνυχτα και θα τελειώνουν το πρωί. Τις ώρες που είναι κλειστά τα κινητά και πεσμένες οι αντιστάσεις μας. Τραγούδια για τις μεταμεσονύχτιες ώρες. Στο μεταξύ το Cantini θα κυκλοφορήσει τις μουσικές της Ευανθίας από τη σειρά του ΣΚΑΪ «Μεγάλοι Ελληνες».

Ο θυμός δεν παράγει

  • Ο μεγάλος θυμός. Ενα «άι σιχτίρ» για το κράτος, τα κόμματα, την τηλεόραση. Αυτό κατάλαβα από τις κινητοποιήσεις των παιδιών τον περασμένο Δεκέμβριο. Δίκαιος θυμός, αλλά όπως και ο ενθουσιασμός εξατμίζεται γρήγορα. Δύσκολα παράγει κάτι.
  • Οι κουκουλοφόροι είναι βαλτοί. Μου θυμίζουν τους Εγγλέζους φαντάρους που πυροβόλησαν τη Μεγάλη Βρετανία το 1944 στα Δεκεμβριανά. Θέλανε να μας βάλουν να σφαχτούμε. Οι Ελληνες δεν το έχουμε πολύ δύσκολο. Αν κάποιοι θέλουν πάλι να μας βάλουν να σφαχτούμε, αυτή τη στιγμή δεν έχουμε την πολυτέλεια. Αν δεν πάψουν τα κόμματα να μας κάνουν κομμάτια, αν δεν συνεννοηθούν για τα στοιχειώδη, κι εμείς ως λαός δεν καταλάβουμε ότι σαν ασθενείς πρέπει να εμπιστευθούμε τη διάγνωση και να υποστούμε τη θεραπεία, θα μας πάρει ο διάβολος. Πρέπει να δεχτούμε την αλήθεια: το ταμείο είναι άδειο. Επίσης, ότι δεν έχουμε μόνο δικαιώματα αλλά και υποχρέωση να παράγουμε. Αλλιώς αντί να τη λέμε Ελλάδα, ας την ονομάσουμε καρέκλα.
  • Της Γιωτας Συκκα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 5 Aπριλίου 2009

No comments: