Της ΜΑΤΟΥΛΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Από τη γλύκα του Μαντσίνι στη νοσταλγία του Μισέλ Λεγκράν. Από το δυναμισμό των Λένον και Μακ Κάρτνεϊ στον λυρισμό του Αντριου Λόιντ Γουέμπερ. Από τον ρομαντισμό του Μπερτ Μπάκαρα στην ιστορική συνεργασία της Λίνα Βερτμίλερ με τον Νίνο Ρότα αλλά και σε αυτήν της Τζόαν Μπαέζ με τον Ενιο Μορικόνε. Ταξίδι στις μνήμες, στις εικόνες, στις μουσικές που έντυσαν βραβευμένες ταινίες περιλαμβάνει το «Cine-Maria», η νέα φιλόδοξη παραγωγή της Μαρίας Φαραντούρη που θα πραγματοποιηθεί στις 23, 25 και 26 του μηνός στο Μέγαρο Μουσικής με οικοδέσποινα την ίδια και αφηγητή τον Γιώργο Χωραφά.
«Από μικρή θυμάμαι, βγαίνοντας από το σινεμά της γειτονιάς μου, κρατούσα στη μνήμη μου περισσότερο τις μουσικές των ταινιών παρά τις εικόνες που πρόβαλλαν στην οθόνη», αναπολεί η τραγουδίστρια. «Αγάπησα πολύ τη μουσική και τα τραγούδια του σινεμά, μην ξεχνάτε ότι ανήκω στη γενιά του κινηματογράφου και όχι στη σημερινή, του Ιντερνετ. Είναι ένας μαγικός κόσμος: τραγούδια δεμένα με την εικόνα που εντούτοις μπορούν να σταθούν και ανεξάρτητα από αυτήν. Μουσικές που έχουν τη δική τους ζωή μέσα στο χρόνο».
Από γαλλικά έως μπλουζ
Πώς, όμως, κατέληξε σ' αυτά; «Επέλεξα ταινίες και τραγούδια βραβευμένα με Οσκαρ ή ευρωπαϊκά βραβεία που καλύπτουν διαφορετικές εποχές. Εχουν, παρ' όλα αυτά, έναν κοινό μύθο: την υπαρξιακή αγωνία, τον έρωτα, την προδοσία, το θάνατο και την κοινωνική κριτική». Από το γαλλικό chanson στο μιούζικαλ, από την τζαζ στο μπλουζ κι από εκεί στις μπαλάντες. Ελληνικές συνθέσεις, ωστόσο, δεν έχουν συμπεριληφθεί στις βραδιές. «Αυτή είναι μια ιδέα την οποία μελετώ τώρα και πάνω στην οποία φιλοδοξώ να χτίσω το επόμενό μου πρόγραμμα».
Δεν στενεύουν άραγε τα περιθώρια ρεπερτορίου και επιλογών, μεγαλώνοντας; «Οσο περνούν τα χρόνια, γίνομαι περισσότερο επιλεκτική. Οχι μόνο δεν περιορίζονται οι επιλογές μου, αλλά θα έλεγα ότι διευρύνονται», σχολιάζει η Μ. Φαραντούρη. «Με μεγαλύτερη ωριμότητα αλλά και με την ελευθερία που μου χαρίζει η εμπειρία, ανοίγομαι σε μουσικές επιλογές όπως η πρόσφατη συνεργασία μου με τον μεγάλο τζαζίστα Τσαρλς Λόιντ. Η τόλμη πάντοτε με ολοκλήρωνε. Σκεφτείτε ότι το άνοιγμά μου στον Γκέρσουιν ήταν μια υπέρβαση σε σχέση με τις επιλογές του παρελθόντος. Και όμως, ο κόσμος το υποδέχτηκε θερμά. Φυσικά, ο χρόνος φθείρει τις φωνές. Ομως προσωπικά αισθάνομαι ότι έχω πολλά ακόμα να δώσω».
Ανάμεσα στις τελευταίες της δουλειές και η συνεργασία με τη Λυδία Κονιόρδου και το κοινό τους άλμπουμ «Μύθοι γυναικών» που κυκλοφόρησε πριν από μερικούς μήνες. «Δύο ερμηνεύτριες από δύο διαφορετικούς χώρους που συναντήθηκαν για να τιμήσουν -μέσα από μια σειρά τραγουδιών- τη γυναικεία προσωπικότητα. Μια συνύπαρξη λόγου και μουσικής με στόχο την ανίχνευση του ρόλου της γυναίκας μέσα στο χρόνο: από τη μυθολογία μέχρι τις μέρες μας». Το αποτέλεσμα ήταν αντάξιο των προσδοκιών σας; «Αισθάνομαι ότι τουλάχιστον αναδείξαμε την επώνυμη και ανώνυμη γυναίκα των καιρών μας, μέσα από τον έρωτα, την προδοσία, τον πόνο, τη μαχητικότητα και τον αγώνα».
Κι ενώ αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα, η Μαρία Φαραντούρη δεν έχει πάψει στιγμή να ταξιδεύει και να εμφανίζεται στο εξωτερικό. Πόσο άλλαξε άραγε το ξένο κοινό της τις τελευταίες δεκαετίες; «Οι γενιές αλλάζουν, αλλά το ενδιαφέρον του κόσμου παραμένει ζωντανό και με εντυπωσιάζει κι εμένα την ίδια. Είναι πολλά χρόνια τώρα που με αμείωτο ενδιαφέρον με καλούν κυρίως για να τους παρουσιάσω τα έργα του Θεοδωράκη. Αυτό είναι που ενισχύει και την πεποίθησή μου για τη σημαντικότητα του έργου του Μίκη. Και μην ξεχνάτε ότι οι ξένοι δεν είναι συναισθηματικά φορτισμένοι απέναντι στη μουσική του. Μόλις πρόσφατα είχα την εμπειρία να τραγουδήσω έργα του στη Φιλαρμονική της Κολονίας και στη Φιλαρμονική του Βερολίνου. Η ανταπόκριση του κοινού με καθήλωσε».
Και οι Ελληνες, πιστεύει ότι εξακολουθούν να γοητεύονται από τον Μ. Θεοδωράκη; «Είμαι βέβαιη. Το βλέπω στα πρόσωπα των νέων που έρχονται στις συναυλίες μου και συζητούν μαζί μου στα παρασκήνια. Το βλέπω και στα μηνύματα που λαβαίνω στο σάιτ μου. Αυτό σημαίνει για μένα αισιοδοξία».
*Στις συναυλίες θα παίξει η Ορχήστρα των Χρωμάτων με μαέστρο τον Νίκο Τσούχλο και το συγκρότημα τζαζ-ροκ του Γιώργου Φακανά. Τα κείμενα είναι του Γιώργου Μονεμβασίτη, τη σκηνοθεσία και τα σκηνικά της παράστασης έχει αναλάβει ο Πάνος Παπαδόπουλος, ενώ οι Κώστας Κλάβας και Γιώργος Φακανάς έχουν κάνει τις ενορχηστρώσεις. Στο πιάνο ο Χρίστος Παπαγεωργίου.
Από γαλλικά έως μπλουζ
Πώς, όμως, κατέληξε σ' αυτά; «Επέλεξα ταινίες και τραγούδια βραβευμένα με Οσκαρ ή ευρωπαϊκά βραβεία που καλύπτουν διαφορετικές εποχές. Εχουν, παρ' όλα αυτά, έναν κοινό μύθο: την υπαρξιακή αγωνία, τον έρωτα, την προδοσία, το θάνατο και την κοινωνική κριτική». Από το γαλλικό chanson στο μιούζικαλ, από την τζαζ στο μπλουζ κι από εκεί στις μπαλάντες. Ελληνικές συνθέσεις, ωστόσο, δεν έχουν συμπεριληφθεί στις βραδιές. «Αυτή είναι μια ιδέα την οποία μελετώ τώρα και πάνω στην οποία φιλοδοξώ να χτίσω το επόμενό μου πρόγραμμα».
Δεν στενεύουν άραγε τα περιθώρια ρεπερτορίου και επιλογών, μεγαλώνοντας; «Οσο περνούν τα χρόνια, γίνομαι περισσότερο επιλεκτική. Οχι μόνο δεν περιορίζονται οι επιλογές μου, αλλά θα έλεγα ότι διευρύνονται», σχολιάζει η Μ. Φαραντούρη. «Με μεγαλύτερη ωριμότητα αλλά και με την ελευθερία που μου χαρίζει η εμπειρία, ανοίγομαι σε μουσικές επιλογές όπως η πρόσφατη συνεργασία μου με τον μεγάλο τζαζίστα Τσαρλς Λόιντ. Η τόλμη πάντοτε με ολοκλήρωνε. Σκεφτείτε ότι το άνοιγμά μου στον Γκέρσουιν ήταν μια υπέρβαση σε σχέση με τις επιλογές του παρελθόντος. Και όμως, ο κόσμος το υποδέχτηκε θερμά. Φυσικά, ο χρόνος φθείρει τις φωνές. Ομως προσωπικά αισθάνομαι ότι έχω πολλά ακόμα να δώσω».
Ανάμεσα στις τελευταίες της δουλειές και η συνεργασία με τη Λυδία Κονιόρδου και το κοινό τους άλμπουμ «Μύθοι γυναικών» που κυκλοφόρησε πριν από μερικούς μήνες. «Δύο ερμηνεύτριες από δύο διαφορετικούς χώρους που συναντήθηκαν για να τιμήσουν -μέσα από μια σειρά τραγουδιών- τη γυναικεία προσωπικότητα. Μια συνύπαρξη λόγου και μουσικής με στόχο την ανίχνευση του ρόλου της γυναίκας μέσα στο χρόνο: από τη μυθολογία μέχρι τις μέρες μας». Το αποτέλεσμα ήταν αντάξιο των προσδοκιών σας; «Αισθάνομαι ότι τουλάχιστον αναδείξαμε την επώνυμη και ανώνυμη γυναίκα των καιρών μας, μέσα από τον έρωτα, την προδοσία, τον πόνο, τη μαχητικότητα και τον αγώνα».
Κι ενώ αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα, η Μαρία Φαραντούρη δεν έχει πάψει στιγμή να ταξιδεύει και να εμφανίζεται στο εξωτερικό. Πόσο άλλαξε άραγε το ξένο κοινό της τις τελευταίες δεκαετίες; «Οι γενιές αλλάζουν, αλλά το ενδιαφέρον του κόσμου παραμένει ζωντανό και με εντυπωσιάζει κι εμένα την ίδια. Είναι πολλά χρόνια τώρα που με αμείωτο ενδιαφέρον με καλούν κυρίως για να τους παρουσιάσω τα έργα του Θεοδωράκη. Αυτό είναι που ενισχύει και την πεποίθησή μου για τη σημαντικότητα του έργου του Μίκη. Και μην ξεχνάτε ότι οι ξένοι δεν είναι συναισθηματικά φορτισμένοι απέναντι στη μουσική του. Μόλις πρόσφατα είχα την εμπειρία να τραγουδήσω έργα του στη Φιλαρμονική της Κολονίας και στη Φιλαρμονική του Βερολίνου. Η ανταπόκριση του κοινού με καθήλωσε».
Και οι Ελληνες, πιστεύει ότι εξακολουθούν να γοητεύονται από τον Μ. Θεοδωράκη; «Είμαι βέβαιη. Το βλέπω στα πρόσωπα των νέων που έρχονται στις συναυλίες μου και συζητούν μαζί μου στα παρασκήνια. Το βλέπω και στα μηνύματα που λαβαίνω στο σάιτ μου. Αυτό σημαίνει για μένα αισιοδοξία».
*Στις συναυλίες θα παίξει η Ορχήστρα των Χρωμάτων με μαέστρο τον Νίκο Τσούχλο και το συγκρότημα τζαζ-ροκ του Γιώργου Φακανά. Τα κείμενα είναι του Γιώργου Μονεμβασίτη, τη σκηνοθεσία και τα σκηνικά της παράστασης έχει αναλάβει ο Πάνος Παπαδόπουλος, ενώ οι Κώστας Κλάβας και Γιώργος Φακανάς έχουν κάνει τις ενορχηστρώσεις. Στο πιάνο ο Χρίστος Παπαγεωργίου.
No comments:
Post a Comment