- Ελευθεροτυπία, Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
- Ο κλαρινετίστας Μάνος Αχαλινωτόπουλος απαντά σε κείμενο του Γιώργου Παπαδάκη για τον δίσκο «Ζωπυρείν»
Η δημοσιοποίηση ενός έργου στην αστική δημοκρατία αυτομάτως νομιμοποιεί και τη δυνατότητα κριτικής, διαλόγου και αντιλόγου.Αυτά είναι αυτονόητα και από καιρό θεμελιωμένα.
Επίσης γνωστό είναι ότι οι έννοιες του ωραίου, του καλού, της τέχνης έχουν ιδωθεί τις τελευταίες δεκαετίες υπό το πρίσμα του πολιτισμικού σχετικισμού, που με σαφήνεια λέει ότι κάθε αξία, πρακτική, έργο κρίνεται βάσει του συγκεκριμένου πολιτισμικού συστήματος στο οποίο ανήκει (ή και βάσει του ίδιου του του εαυτού μετά την αποδόμηση) και διαφοροποιείται ανάλογα με τον τόπο, τον χρόνο, τη λειτουργία που εξυπηρετεί, το πρόσωπο ή την κοινωνική ομάδα. Τουτέστιν, για να το πούμε απλά, άλλα θεωρούν ωραία στο Μπαλί, άλλα στη Θεσσαλία και άλλα στο Βερολίνο, άλλα πριν από 200 χρόνια και άλλα τώρα, άλλα στο Κολωνάκι και άλλα στο Πέραμα, ενώ το φαγητό ενός Ταϊλανδέζου σ' έναν Ηπειρώτη μάλλον θα προκαλούσε αποστροφή. Με όλους αυτούς τους μετασχηματισμούς, φυλές και ομάδες συμφύρονται, νέα πράγματα γεννιούνται, παλιές κοινότητες καταστρέφονται και νέα ιντερνετικά communities ξεπροβάλλουν σε μια αδιάκοπη ροή που η ίδια η ζωή επιβάλλει.
Ετσι λοιπόν η έννοια του ενός Ωραίου ως αδιαμφισβήτητης αξίας πλατωνικού τύπου κρίνεται και θεωρείται ρομαντικής πια προέλευσης. Υπάρχουν ευτυχώς πολλά ωραία και λιγότερο ωραία, ανάλογα με τον κρίνοντα και τον κρινόμενο. Αλλωστε όλοι κρινόμαστε και είμαστε κριτές και κρινόμενοι σε αλληλοδιαπλεκόμενους ρόλους, ανά πάσα στιγμή και φυσικά δεν υπάρχει απροϋπόθετο σημείο στον κόσμο τούτο, όπως ο Μ. Heidegger είπε 80 χρόνια τώρα.
Και ο κριτικός, λοιπόν, την υποκειμενική του άποψη εκφράζει και πολύ καλά κάνει, αφού αυτός είναι ένας από τους πολλούς ρόλους του στο πλαίσιο του κοινωνικού λειτουργήματος που ασκεί. Οπως καταλαβαίνετε, δεν έχω κανένα πρόβλημα με το ότι δεν άρεσε το έργο μου στον κ. Παπαδάκη. Το βρίσκω απολύτως φυσικό, δεν είναι του γούστου του. Η χρήση γενικόλογων εκφράσεων, όπως «πνευματική υπόσταση», «καλλιτεχνική ουσία», με προβληματίζει, όπως θέλω να πιστεύω και κάποιους αναγνώστες σας.
Ποια πνευματική υπόσταση, ποια καλλιτεχνική ουσία, γενικώς ή κατά τη γνώμη του κριτικού; Και αν είναι κατά τη γνώμη του κριτικού, όπως είναι και το σωστό, και όπως ο ίδιος επισημαίνει με το «κατά την ταπεινή μου γνώμη», τότε τι άραγε συμβαίνει; Πόσο ταπεινή είναι μια γνώμη η οποία σαρκάζει, ειρωνεύεται, χλευάζει, αποκρύπτει πραγματικά στοιχεία, όπως η ύπαρξη βασικών συντελεστών ή διασπείρει εμμέσως καινά δαιμόνια για κερδοσκοπικά κίνητρα; Πόσο ταπεινή, άραγε, όταν οι γνωρίζοντες ξέρουν καλά πόσο η δισκογραφία ασθμαίνει και πώς οι ορχηστρικοί δίσκοι είναι είδος προς εξαφάνιση;
Ειλικρινά αγαπητέ κύριε Γ. Ε. Παπαδάκη, που πραγματικά σας εκτιμώ ως μουσικολαογράφο, και περιμένω ακόμη πολλά περισσότερα από εσάς, δεν έχω πρόβλημα με την κριτική που μου κάνατε. Θα μπορούσε να ήταν χειρότερη, καλύτερη, να σας άρεσε ή να μη σας άρεσε το συγκεκριμένο έργο μου, ή να το κατηγοριοποιούσατε ως ethnic, παραδοσιακό, multi jazz-ethnic, ή φολκλορικό κ.ο.κ. Εχω πρόβλημα και τώρα και στο παρελθόν, με το ύφος και το ήθος του λόγου σας (όταν αναφερθήκατε με ανάλογο τρόπο σε συναδέλφους μου, των οποίων το έργο και τη διαδρομή θαυμάζω και εκτιμώ, αλλά και στο πρόσωπό μου κάποιες φορές).
Αλλωστε η ευγένεια και η νηφαλιότητα είναι αρετές που αποτελούν κι αυτές άθλημα Τέχνης και ουσίας στη ζωή. Δεν είναι ανάγκη να είμαστε όλοι μουσικοί ή ζωγράφοι. Ας είμαστε όμως ευγενείς, τουλάχιστον, γιατί και αυτό μια μορφή τέχνης είναι και ίσως η πιο σημαντική.
Tuesday, December 28, 2010
Αντίλογος μουσικού σε κριτική
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment