Εϊμι Γουάινχαουζ, U2, Ελβις Κοστέλο, Radiohead, Πολ Γουέλερ, Μάριαν Φέιθφουλ: ο ένας μετά τον άλλον οι πιο σοβαροί καλλιτέχνες κυκλοφορούν τις νέες δουλειές τους και σε βινύλιο
Η ιδέα των Oasis να κυκλοφορήσουν το ντεμπούτο τους «Definitely Maybe» σε φορμά βινυλίου το 1994 είχε προκαλέσει όχι μόνο απορία αλλά και μειδίαμα σε όσους παρακολουθούσαν τις εξελίξεις στη μουσική βιομηχανία. Φυσικά το συγκρότημα από το Μάντσεστερ με αυτόν τον τρόπο ήθελε να συνδέσει το όνομά του και τον παλιομοδίτικο ήχο του με τις ένδοξες ημέρες μέρες του ροκ όπου το βινύλιο μεγαλουργούσε ως απόλυτος άρχοντας. Εκτοτε, εκτός από τα 14 χρόνια που έχουν ακολουθήσει, έχει έλθει το τέλος της δισκογραφίας, τουλάχιστον όπως την ξέραμε, για να παραφράσουμε και το γνωστό τραγούδι των REM. Το CD κυριάρχησε, για να δώσει στη συνέχεια τη σκυτάλη στο ψηφιακό downloading, στο blu ray και εγώ δεν ξέρω τι άλλο.
Και μέσα σε αυτή την αβεβαιότητα που έχει φέρει τις δισκογραφικές εταιρείες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, παρατηρούμε τον έναν μετά τον άλλον τουλάχιστον από τους πιο σοβαρούς καλλιτέχνες να κυκλοφορούν τις νέες δουλειές τους και σε βινύλιο και σε αρκετές περιπτώσεις αυτό να προηγείται του CD, αν όχι, όπως στην περίπτωση του Ελβις Κοστέλο και του νέου άλμπουμ του «Momofuku», να αποτελεί και το μοναδικό φορμά.
Ποιον να πρωτοονομάσει κανείς; Την Εϊμι Γουάινχαουζ, τον Πολ Γουέλερ, τους Radiohead, που κυκλοφόρησαν τη διπλή συλλογή τους σε τετραπλό πολυτελές κουτί βινυλίου, τους Portishead, που έκαναν το ίδιο σε περιορισμένα αντίτυπα, με την προσθήκη του άλμπουμ σε μορφή USB; ή ακόμη τους U2, τους Coldplay, τον Μόρισεϊ, τη Μαντόνα και τους REM, για να αναφέρουμε μερικούς. Βλέπουμε λοιπόν ότι για πρώτη φορά η κατάσταση αρχίζει να αντιστρέφεται και αυτό γιατί, ενώ δίσκοι βινυλίου δεν σταμάτησαν ποτέ να τυπώνονται, είναι η πρώτη φορά μετά την κυριαρχία του CD και γενικότερα του ψηφιακού ήχου που αυτό αποτελεί συνειδητή απόφαση των καλλιτεχνών και όχι της εταιρείας τους. Η Μάριαν Φέιθφουλ στη συνέντευξη Τύπου που είχε δώσει στην Αθήνα προ ολίγων μηνών είχε πει ότι το νέο άλμπουμ της θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο πρώτα σε βινύλιο γιατί θέλει να ταλαιπωρήσει λίγο τους αντιγραφείς και όσους σπεύσουν να το διοχετεύσουν στο Διαδίκτυο ώσπου να βγει και σε CD. Οι πιο πολλοί πάλι πιστεύουν στο βινύλιο γιατί σε αυτό βλέπουν τον μοναδικό τρόπο η δουλειά τους να αντιμετωπιστεί ως τέχνη και όχι ως ένα ευτελές αντικείμενο που θα πλημμυρίσει τις κουρελούδες των μικροπωλητών στα πεζοδρόμια.
Υπάρχουν οι απόψεις των πιο αισιόδοξων μουσικόφιλων που πιστεύουν ότι οι πωλήσεις βινυλίου θα περιορίσουν εκείνες του CD, όπως αντίστροφα είχε γίνει στο παρελθόν. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί αφού, όπως έχει παρατηρηθεί ακόμη και στις καλύτερες περιπτώσεις, για κάθε εκατό χιλιάδες CD που μπορεί να πουλήσει ένα άλμπουμ οι αντίστοιχες πωλήσεις του βινυλίου αγγίζουν το 5%-8%. Ενα νούμερο μικρό εκ πρώτης όψεως, ικανό όμως να δημιουργήσει και άλλα προβλήματα στις χαλεπές ημέρες που βιώνει το CD. Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι, αν η προώθηση του βινυλίου - τουλάχιστον στην αλλοδαπή - τύχει σοβαρής προώθησης, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι εντυπωσιακά. Πέρυσι το αμερικανικό ντουέτο White Stripes αποφάσισε να κυκλοφορήσει το νέο τότε σινγκλ του «Icky Thump» μόνο ως επτάιντσο βινύλιο πουλώντας συνολικά στη Βρετανία 10.000 αντίτυπα. Ηταν οι μεγαλύτερες πωλήσεις που είχε δει το γνωστό σε όλους μας δισκάκι από το 1994 και την επιτυχία των Wet Wet Wet «Love Is All Around», που είχε φτάσει σε πωλήσεις τα 50.000 αντίτυπα.
Η εύλογη ερώτηση σε αυτή τη συνεχή αύξηση των πωλήσεων του βινυλίου είναι κατά πόσον πραγματοποιείται και μια ανάλογη αύξηση στις πωλήσεις των πικ-απ. Τι μπορεί να πει σε μια γενιά που μεγαλώνει έχοντας τεράστιες ποσότητες τραγουδιών συμπιεσμένες σε μικρά κατασκευάσματα όπως τα mp3 και τα i-pod μια συσκευή τεράστια με ένα πλατό να περιστρέφεται και έναν βραχίονα με μια βελόνα να ακουμπά μια μαύρη πλάκα για να παραχθεί ο ήχος και όχι απλώς με το άγγιγμα ενός κουμπιού. Πολλά, όπως φαίνεται από διάφορες έρευνες που γίνονται τελευταία. Οχι μόνο συνεχίζουν να υπάρχουν αλλά δημιουργούνται συνεχώς και νέα μοντέλα για μεγαλύτερη απόλαυση, των οποίων οι τιμές μπορεί να ξεκινούν από εκείνες ενός απλού DVD και να φθάνουν τις μερικές χιλιάδες ευρώ. Πρόσφατα μάλιστα κυκλοφόρησαν και εκείνα τα πικ-απ τα οποία συνδυάζουν και την ψηφιακή τεχνολογία ώστε η χαρά της ακρόασης του βινυλίου να μπορεί να συνδυαστεί με την εγγραφή του δίσκου σε USB. Κάποια μοντέλα μάλιστα τα βρίσκει κανείς στο Amazon μεταξύ 60 και 80 στερλινών.
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει το χρηματιστήριο αξιών γύρω από τους δίσκους βινυλίου. Πρόσφατα μια λίστα στη «Sunday Mirror» παρουσίαζε τα άλμπουμ που έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση και επομένως και τις υψηλότερες τιμές από το παρελθόν. Στην πρώτη θέση έρχεται το τραγούδι των The Quarrymen - που δεν είναι άλλοι από τους Μπιτλς σε βρεφική ηλικία - «That'll Be The Day» του 1958. Υποτίθεται ότι υπάρχει μόνο μία κόπια την οποία κατέχει μάλλον ο Μακ Κάρτνεϊ και εκτιμάται στις 143.000 ευρώ. Ακολουθούν μία σπάνια κόπια του κλασικού «God Save The Queen» των Sex Pistols, μία εξίσου δύσκολο να βρεθεί του «Bohemian Rhapsody» των Queen, όπως επίσης και του «Space Oddity» του Ντέιβιντ Μπάουι. Σε μια πρόσφατη έρευνα του BBC οι κοινοί θνητοί έχουν πολύ συγκεκριμένα γούστα όταν αναζητούν παλαιούς δίσκους βινυλίου, αφού στις προτιμήσεις τους πρώτο έρχεται το «Sgt. Pepper's Lonely Hearts Club Band» των Μπιτλς και ακολουθούν μεταξύ άλλων το «Country Life» των Roxy Music, το «Sticky Fingers» των Ρόλινγκ Στόουνς, το «True Blue» της Μαντόνα, το «Purple Rain» του Πρινς και το «Dark Side Of The Moon» των Pink Floyd. [Σ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Το ΒΗΜΑ, 15/06/2008]
No comments:
Post a Comment