Tuesday, September 14, 2010

Μπομπ Ντίλαν: Τα πινέλα τραγουδάνε ακόμη

  • ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΑΣΤΡΑΠΕΛΛΟΥ
Το ότι ο Μπομπ Ντίλαν, ίσως ο ουσιαστικότερος τραγουδοποιός του 20ού αιώνα, είναι και ενδιαφέρων ζωγράφος λίγο-πολύ το γνωρίζαμε. Το εντυπωσιακό είναι ότι στα 69 του συνεχίζει να μας εκπλήσσει – με τους πίνακές του. Τώρα εκθέτει για πρώτη φορά στο κοινό τη νέα δουλειά του, εμπνευσμένη από τη Βραζιλία.
Συμπλήρωσε τα 69 του χρόνια τον Μάιο που μας πέρασε, αλλά δεν προβληματίζεται για τη σύνταξη και τα ένσημα. Αν μη τι άλλο, είναι πολυσχιδής και παραγωγικός, έχει εξάλλου πέντε δεκαετίες μουσικής καριέρας στο ενεργητικό του. Και βεβαίως περισσότερες από 100 συναυλίες τον χρόνο από το 1988 και μετά, οπότε και ξεκίνησε η περιοδεία Never Ending Tour, μέσω του ατελείωτου μίτου της οποίας βρέθηκε τον Μάιο που μας πέρασε και στο TerraVibe στη Μαλακάσα.
Η απογοητευτικότατη αυτή συναυλία επί ελληνικού εδάφους ήταν μάλλον μια σαφής ένδειξη ότι η Never Ending Tour πρέπει πια να τελειώσει και ο γεννηθείς ως Ρόμπερτ Αλεν Ζίμερμαν ίσως πρέπει να ασχοληθεί εντατικότερα με έναν άλλο καλλιτεχνικό τομέα στον οποίο επιδεικνύει, αν μη τι άλλο, «κλίση»: τη ζωγραφική. Η έκθεση που φιλοξενείται αυτόν τον καιρό στην Εθνική Πινακοθήκη της Κοπεγχάγης (Statens Museum for Kunst), με 40 ζωγραφικά έργα ακρυλικών χρωμάτων και οκτώ σχέδια, συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης. Εξάλλου, παλιά του τέχνη είναι και αυτή, μαζί με τη σύνθεση, τη στιχουργία, την υποκριτική, τη σκηνοθεσία, τη ραδιοφωνική παραγωγή αλλά και τη συγγραφή ποίησης και του χρονικού της ζωής του: Η αυτοβιογραφία «Chronicles: VolumeI» (στα ελληνικά «Η ζωή μου» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) έγινε όπως ήταν αναμενόμενο, διεθνές μπεστ σέλερ.
Στο θέμα μας όμως, τη ζωγραφική. Τόσο παλιά τέχνη είναι η συγκεκριμένη, η ενασχόλησή του με την οποία χρονολογείται ήδη από τη δεκαετία του ’60 όταν έργα του κοσμούσαν και εξώφυλλα δίσκων όπως το «Music From Big Pink» του ροκ συγκροτήματος The Band το 1968, αλλά και δικών του δίσκων όπως τα «Self Portrait» (1970) και «Planet Waves» (1974). Διότι, σύμφωνα με έναν πολυπρόσωπο και πολυδιάστατο δημιουργό όπως ο Ντίλαν, ένας καλλιτέχνης πρέπει να είναι αεικίνητος, να μεταμορφώνεται και βεβαίως να εκφράζεται μέσα από διαφορετικά καλλιτεχνικά μέσα. Σε δημοσίευμά της η εφημερίδα «The Independent» αναφέρει μάλιστα ότι μετά το μυστηριώδες ατύχημά του με τη μηχανή του το 1966, το οποίο τον οδήγησε να αποσυρθεί από τις δημόσιες εμφανίσεις, «έκανε μαθήματα ζωγραφικής με έναν ρώσο ζωγράφο στα έγκατα του Κάρνεγκι Χολ».
Στη μακροχρόνια πορεία του έμεινε πιστός στο «δόγμα» του, αν και κάπου ενδιάμεσα άφησε τα πινέλα στην άκρη, έπειτα τα ξανάπιασε την περίοδο 1989-1992, όταν βρισκόταν σε περιοδεία, και τα έργα που φιλοτέχνησε βρήκαν τη θέση τους αφενός στο λεύκωμα «Drawn Blank» του 1994 και αφετέρου σε γκαλερί της Γερμανίας το 2007 και του Λονδίνου το 2008, αφότου ξαναδουλεύτηκαν.
Η Κοπεγχάγη πήρε σειρά, αλλά προτίμησε να αναθέσει στον Ντίλαν τη δημιουργία έργων ειδικά φιλοτεχνημένων για την έκθεση που εγκαινιάστηκε στις 4 Σεπτεμβρίου στη Δανία. Και ο τίτλος αυτής «Brazil Series», με σαφέστατο περιεχόμενο εικόνες που συνέλεξε ο Ντίλαν από τη χώρα που αγαπά να επισκέπτεται, τη Βραζιλία. Πολύχρωμες φαβέλες, αμπελώνες, τοπία της Πολιτείας της Μπαΐα, πορτρέτα πρόσχαρων, ευτραφών γυναικών, αλλά και πολιτικών και τζογαδόρων, εικόνες που σφύζουν από χρώμα και ζωή, εικόνες ανεπιτήδευτες που έπιανε η ματιά του στις περιηγήσεις του. Εικόνες που ζωγράφιζε αρχικά σε όποιο είδος χαρτιού τού ήταν πρόχειρο: επάνω σε μια χαρτοσακούλα, σε μια χαρτοπετσέτα ή σε ένα απλό χαρτί και μετέφερε εν συνεχεία στους καμβάδες του.

«Αιφνιδιάστηκα όταν μου πρότειναν να δημιουργήσω έργα συγκεκριμένα για αυτό το μουσείο. Ηταν τιμή μου που μου ζητήθηκε και ήταν μια συναρπαστική πρόκληση. Διάλεξα τη Βραζιλία ως αντικείμενο γιατί έχω πάει εκεί πολλές φορές και μου αρέσει η ατμόσφαιρα».
Μια ατμόσφαιρα που προτιμά να μεταφέρει τελικά επάνω σε έναν καμβά και όχι σε μια παρτιτούρα, όπως ίσως περιμέναμε, δεδομένου ότι «αν μπορούσα να τα εκφράσω όλα αυτά με ένα τραγούδι, θα είχα γράψει ένα τραγούδι και δεν θα είχα ζωγραφίσει έναν καμβά», όπως διευκρινίζει. Λιτός και περιεκτικός – τουλάχιστον ως προς τις δηλώσεις του –, ο Ντίλαν αρκείται να επιδίδεται σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά, κοινώς στην καλλιτεχνική δημιουργία παντός είδους, και αφήνει σε κριτικούς και δημοσιογράφους τις αναλύσεις για το έργο του. Και αυτοί με τη σειρά τους επιδίδονται εν προκειμένω σε παραλληλισμούς σχετικά με την τεχνοτροπική συνάφεια μεταξύ της ζωγραφικής του Ντίλαν και σπουδαίων ζωγράφων του αμερικανικού ρεαλισμού των αρχών του 20ού αιώνα, όπως οι Τζορτζ Μπέλοους και Τόμας Χαρτ Μπέντον. Διότι μπορεί στη μουσική να χάραξε νέους δρόμους, στη ζωγραφική όμως βαδίζει σε μονοπάτια που άνοιξαν άλλοι καλλιτέχνες. Ο επιμελητής της Εθνικής Πινακοθήκης της Κοπεγχάγης, Κάσπερ Μόνραντ, προτιμά τη σύγκριση με έναν από τους μεγαλύτερους ζωγράφους του 20ού αιώνα, τον Γάλλο Ανρί Ματίς. Αλλοι πίνακες μοιάζουν διαποτισμένοι με το «πνεύμα» του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, άλλοι με του Εντγκάρ Ντεγκά. Εικαστικά δάνεια ή μη, δεν μπορείς πάντως παρά να παραδοθείς στην ονειρική ατμόσφαιρα των έργων του. Καθόλου τυχαίο. Διότι δεν περιμέναμε τίποτε λιγότερο από τον Μπομπ.

Η έκθεση «BobDylan: TheBrazilSeries» θα φιλοξενείται στην Εθνική Πινακοθήκη της Κοπεγχάγης (StatensMuseumforKunst) ως τις 30 Ιανουαρίου 2011, www.smk.dk
Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 516, σελ. 46-49, 05/09/2010.

No comments: