Saturday, January 15, 2011

«Επαιζα φλάουτο για τον Ζαμπέτα...»


Η Στέλλα Γαδέδη, φλαουτίστρια και συνθέτις, αφηγείται τη συνεχή περιπλάνησή της, από μικρή, στο σύμπαν της μουσικής
  • Συνέντευξη στη Γιουλη Eπτακοιλη, Η Καθημερινή, Kυριακή, 16 Iανoυαρίου 2011
Για τη Στέλλα Γαδέδη ζωή και τέχνη είναι ταυτόσημα. Ξεχωριστή, με λίγα λόγια, περίπτωση καλλιτέχνη, φλαουτίστρια και συνθέτις, αθόρυβα, με προσήλωση και σκληρή δουλειά υπηρετεί χρόνια τώρα τη μουσική, και ό,τι παρουσιάζει είναι απόσταγμα σφαιρικής μουσικής παιδείας και συνεχούς άσκησης. Ανθρωπος γλυκός και καλλιεργημένος, με φαινομενική ηρεμία αλλά εσωτερικό δημιουργικό πυρετό μας υποδέχθηκε ένα πρωί στην κουζίνα του σπιτιού της στον Βύρωνα.

Αφορμή για τη συνάντησή μας ήταν η συναυλία της με τίτλο «Στις παρυφές της πόλης», αύριο βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών όπου θα παρουσιάσει μουσικές και τραγούδια της. Με δυο φλιτζάνια ζεστό καφέ και θέα τον γάτο της τον Ταρζάν που ισορροπούσε επιδέξια στην πέργκολα της βεράντας, κάναμε μια κουβέντα όπου οι λέξεις μουσική και ζωή είχαν σχεδόν πάντα, την ίδια σημασία.
  • Από τα έξι
«Ισως γιατί από πολύ μικρή συνειδητοποίησα πως αυτό που πραγματικά ήθελα και αγαπούσα ήταν η μουσική», εξηγεί η Στέλλα Γαδέδη. «Αλλωστε πιστεύω πως συγγραφέας ή ζωγράφος γίνεσαι και 40 ετών. Η μουσική, αντίθετα, είναι η μόνη γλώσσα που πρέπει να τη μάθεις από πολύ μικρός». Από τα έξι της χρόνια, λοιπόν, ξεκίνησε την περιπλάνησή της στο σύμπαν της μουσικής.

«Λόγω της δουλειάς του πατέρα μου, στα έξι μου πήγαμε να ζήσουμε στο Καρπενήσι. Εκεί, βρέθηκα σε μια γειτονιά με πολλούς λαϊκούς οργανοπαίχτες. Εξω από το σπίτι ακούγονταν σαντούρια και μέσα Κάλλας, Ντεμπισί και Βάγκνερ. Πολύ αργότερα κατάλαβα τι τρομερό μπόλιασμα γινόταν μέσα μου. Οι γονείς μου δεν ήταν διανοούμενοι. Ηταν άνθρωποι απλοί και λαϊκοί, του μόχθου. Αλλά πάντα προοδευτικοί, με ανοιχτό βλέμμα στη ζωή. Ο πατέρας μου μού διάβαζε Τολστόι και Τσέχοφ. Και καμάρωνε που από πολύ μικρή τραγουδούσα άριες της Κάλλας. Μου έλεγε, μάλιστα, “θα σε πάω στο Χόλιγουντ”. Ετσι μεγάλωσα. Στην αρχή ξεκίνησα με ένα ακορντεόν, γιατί πού λεφτά για πιάνο, και στην ηλικία των επτά ετών πήγα στο Ωδείο όπου άρχισε η σοβαρή σπουδή. Πιάνο, θεωρία, χορωδία».
  • Ο Ζαμπέτας και το κοριτσάκι
Για την εποχή και τις συνθήκες, ήταν σχεδόν αδιανόητο ένα κοριτσάκι να παρατήσει το σχολείο για να αφοσιωθεί στη μουσική. «Μα κι εγώ αμφιταλαντεύτηκα», ομολογεί η Στέλλα Γαδέδη, «αλλά τελικά στα 14 μου έφυγα από το σπίτι και από το σχολείο, και κλείστηκα στο μουσικό οικοτροφείο του Αινιάν στον Πειραιά. Τότε, ο Αινιάν με έβαλε να μάθω φλάουτο. Στην αρχή έκλαιγα, ήθελα τρομπόνι, αλλά μετά κόλλησα.

Αργότερα οι γονείς μου πούλησαν ό,τι είχαν και ήρθαν στον Βύρωνα. Μέχρι, όμως, να γίνει αυτό έζησα μόνη μου και χρειάστηκε να δουλέψω για να τα καταφέρω. Τη μέρα ήμουν αφοσιωμένη στη μουσική, μετά πήγαινα νυχτερινό σχολείο –γιατί κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να το ξαναρχίσω το σχολείο– και τρεις φορές την εβδομάδα εργαζόμουν ως φλαουτίστρια στην Κολούμπια. Επαιζα φλάουτο για τον Ζαμπέτα, τον Καλδάρα, τον Πλέσσα. Θυμάμαι, πήγαινα μικρό κορίτσι τότε, με κορδέλα στα μαλλιά, και όταν ο Ζαμπέτας ρωτούσε ποιος θα παίξει φλάουτο και του έδειχναν εμένα, έλεγε, “τι, το κοριτσάκι;”»

Η άποψη της Στέλλας Γαδέδη για τη μουσική δεν είναι αποστειρωμένη, ούτε περνάει αυστηρά μέσα από ένα κλασικό κανάλι. Μπορεί να είναι εξαιρετική φλαουτίστρια και καταξιωμένη συνθέτις με συνεργασίες μεταξύ άλλων με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Γιάννη Χρήστου, τον Διονύση Σαββόπουλο, τον Νίκο Μαμαγκάκη, παράλληλα, όμως, μπορεί να γίνει και λαϊκή με την ουσιαστική σημασία της λέξης.

Πώς της φαίνονται σήμερα τα πράγματα; «Είναι δύσκολα για όλους. Εγώ δεν μπορώ εύκολα να παρουσιάσω το έργο μου σε μια μουσική σκηνή με όλα αυτά τα όργανα που χρειάζομαι και επίσης τα τραγούδια μου δεν είναι μέινστριμ. Δεν με ενδιαφέρει άλλωστε. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να υποστηρίξω μια ιδιαιτερότητα. Θέλω να είμαι μουσικός. Θέλω η ζωή μου να τελειώσει όντας μουσικός. Και γι’ αυτό όλα μου φαίνονται απλά. Οπως όταν η μητέρα μου ζυμώνει ένα ωραίο ψωμί ή κάθε μέρα φτιάχνει ένα φαγητό που είναι όλο και καλύτερο. Και παρόλο που η ίδια έχει μεγαλώσει, κάθε φορά αυτό που φτιάχνει είναι κάτι εξαιρετικό γιατί έχει δοθεί απόλυτα. Δίνεται χρόνια. Ετσι θέλω να δουλεύω. Να αγαπάω και να μαθαίνω κάθε μέρα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο πήρα τη μεγάλη απόφαση να φύγω νωρίς από τις ορχήστρες για να αφοσιωθώ στο φλάουτο και να ασχοληθώ με τη σύνθεση.

Ο,τι θα παρουσιάσω στο Μέγαρο, το έχω γράψει από το 2003 μέχρι το 2007. Με πολλή μοναξιά. Ξαφνικά από εκεί που έλεγα εκατό καλημέρες στους μουσικούς της ορχήστρας βρέθηκα μόνη μου. Δεν ήταν εύκολο, συχνά ένιωθα σαν να ήμουν πάνω σε μια σανίδα στον Ειρηνικό, αλλά το ήθελα και το θέλω πολύ».
  • Η Αθήνα από τις παρυφές της
«Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι πάντα ζούσα στις παρυφές μιας πόλης. Ετσι, αβίαστα μου βγήκε αυτός ο βιωματικός τίτλος για την παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής», εξηγεί η Στέλλα Γαδέδη. Πόσο έχει αλλάξει η Αθήνα, και πώς η ίδια τη βλέπει από τις παρυφές της; «Την Αθήνα την αγαπάω γιατί ζουν σ’ αυτήν οι άνθρωποι που αγαπάω. Στην πιο άσχημη και σκληρή γειτονιά του κόσμου κι αν περπατήσω αν είναι δίπλα μου αυτός που αγαπάω, όλα μοιάζουν ωραία. Και ευτυχώς, σ’ αυτό το κομμάτι είμαι πολύ τυχερή».

Αύριο στις 8.30 μ.μ. στην αίθουσα Μητρόπουλος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, η Στέλλα Γαδέδη θα παρουσιάσει –ούσα στο πιάνο αλλά και ως ερμηνεύτρια– τη μουσική και τα τραγούδια της από το «Πάντως ήταν νύχτα», έργο βασισμένο σε πεζά κείμενα και στίχους ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου που επέλεξε η Ιουλίτα Ηλιοπούλου, το «Λα Πουπέ» σε στίχους του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη που συνέθεσε για την ομώνυμη θεατρική παράσταση της Αννας Κοκκίνου, καθώς και τον λαϊκού ύφους Κύκλο τραγουδιών Μona Lisa σε απόδοση της νέας τραγουδίστριας Αντιγόνης Μπούνα. Το φωνητικό σύνολο συμπληρώνει η χαρισματική, σύγχρονη τραγουδοποιός Ευσταθία. Συμμετέχει οκταμελής σύγχρονη ορχήστρα σε ενορχήστρωση και επιμέλεια Ακη Κατσουπάκη και ο ηθοποιός Δημήτρης Καταλειφός σε ρόλο αφηγητή. Η παράσταση επενδύεται εικαστικά από τα video art της Ελένης Κυρμιζάκη.

No comments: