«Εφυγε» την Τετάρτη, 28 Μαρτίου, μία από τις πλέον ιδιαίτερες φυσιογνωμίες της τζαζ, ο κλαρινετίστας Τόνι Σκοτ. Με καταγωγή από τη Σικελία (το πραγματικό του όνομα ήταν Αντονι Σιάκα), ο Σκοτ γεννήθηκε στο Νιου Τζέρσι το 1921. Προερχόταν από οικογένεια μουσικών και τα πρώτα του ακούσματα ήταν παραδοσιακές ιταλικές μελωδίες που έπαιζαν οι γονείς και οι θείοι του.
Ωστόσο, η μεγάλη αποκάλυψη θα είναι η τζαζ των μπιγκ μπαντ της δεκαετίας του ’30. «Την πρώτη φορά που άκουσα τζαζ, άκουσα την ελευθερία», εξομολογήθηκε χρόνια αργότερα. Ακούγοντας φανατικά Κάουντ Μπέιζι και Ντιουκ Ελινγκτον, ο Σκοτ σχημάτισε από νωρίς μια μικρή μπάντα (combo, κατά την τζαζική ορολογία) με την οποία έπαιζε σε χορούς και πάρτι. Το 1940 έγινε δεκτός στη φημισμένη σχολή Τζούλιαρντ όπου σπούδασε κλαρινέτο, μιμούμενος το μεγάλο του είδωλο, τον Μπένι Γκούντμαν. Ωστόσο, η γνωριμία που θα τον καθορίσει θα είναι με τον μεγάλο σαξοφωνίστα Μπεν Γουέμπστερ, μέσω του οποίου έπαιξε σε jam sessions με άλλα μεγαθήρια όπως τον Λέστερ Γιανγκ, τον Τελόνιους Μονκ, τον Ντίζι Γκιλέσπι, τον Ντον Μπάιας κ.ά.
Η συνέχεια ήταν εξίσου εντυπωσιακή με το ξεκίνημα: μέσα στη δεκαετία του ’50, ο Σκοτ συνεργάστηκε με τη Σάρα Βον, την Μπίλι Χόλιντεϊ και τον Μπιλ Εβανς, ενώ το ιστορικό περιοδικό Down Beat τον εξέλεξε κλαρινετίστα της χρονιάς το 1955, το 1958 και το 1959. Το 1960 ο Σκοτ εγκατέλειψε τη Νέα Υόρκη και άρχισε να ταξιδεύει, κυρίως στην Ασία. Οι περιπλανήσεις του αυτές τον έφεραν σε επαφή με μουσικές του κόσμου αλλά και με τον βουδισμό. Σήμερα θεωρείται από τους πρωτοπόρους της λεγόμενης world music. Εγκατεστημένος στη Ρώμη από τη δεκαετία του 1980, ο Σκοτ δεν έπαψε να πειραματίζεται και να αναζητεί νέους δρόμους στη μουσική.
Ωστόσο, η μεγάλη αποκάλυψη θα είναι η τζαζ των μπιγκ μπαντ της δεκαετίας του ’30. «Την πρώτη φορά που άκουσα τζαζ, άκουσα την ελευθερία», εξομολογήθηκε χρόνια αργότερα. Ακούγοντας φανατικά Κάουντ Μπέιζι και Ντιουκ Ελινγκτον, ο Σκοτ σχημάτισε από νωρίς μια μικρή μπάντα (combo, κατά την τζαζική ορολογία) με την οποία έπαιζε σε χορούς και πάρτι. Το 1940 έγινε δεκτός στη φημισμένη σχολή Τζούλιαρντ όπου σπούδασε κλαρινέτο, μιμούμενος το μεγάλο του είδωλο, τον Μπένι Γκούντμαν. Ωστόσο, η γνωριμία που θα τον καθορίσει θα είναι με τον μεγάλο σαξοφωνίστα Μπεν Γουέμπστερ, μέσω του οποίου έπαιξε σε jam sessions με άλλα μεγαθήρια όπως τον Λέστερ Γιανγκ, τον Τελόνιους Μονκ, τον Ντίζι Γκιλέσπι, τον Ντον Μπάιας κ.ά.
Η συνέχεια ήταν εξίσου εντυπωσιακή με το ξεκίνημα: μέσα στη δεκαετία του ’50, ο Σκοτ συνεργάστηκε με τη Σάρα Βον, την Μπίλι Χόλιντεϊ και τον Μπιλ Εβανς, ενώ το ιστορικό περιοδικό Down Beat τον εξέλεξε κλαρινετίστα της χρονιάς το 1955, το 1958 και το 1959. Το 1960 ο Σκοτ εγκατέλειψε τη Νέα Υόρκη και άρχισε να ταξιδεύει, κυρίως στην Ασία. Οι περιπλανήσεις του αυτές τον έφεραν σε επαφή με μουσικές του κόσμου αλλά και με τον βουδισμό. Σήμερα θεωρείται από τους πρωτοπόρους της λεγόμενης world music. Εγκατεστημένος στη Ρώμη από τη δεκαετία του 1980, ο Σκοτ δεν έπαψε να πειραματίζεται και να αναζητεί νέους δρόμους στη μουσική.
No comments:
Post a Comment