Οι Death In Vegas έπειτα από 7 χρόνια σιωπής επιστρέφουν με νέο ήχο
- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
*«Trans-Love Energies» Death In Vegas (RockaRolla)
- Ελευθεροτυπία, Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011
Ο τίτλος του δίσκου είναι ένας φόρος τιμής στην κομμούνα των Λευκών Πανθήρων, με το ίδιο όνομα που είχαν φτιάξει οι πολιτικοποιημένοι γκαράζ ροκ MC5 στα τέλη του '60 στο Αν Αρμπορ του Μίτσιγκαν. Και μέσα ο Φίαρλες στήνει ένα αλλόκοτο κολάζ ήχων που παταεί με το ένα πόδι στο παλιό γκαράζ του '60 και με το άλλο στα σάουντρακ από θρίλερ, περνώντας τα όλα μέσα από μινιμαλιστικούς χορευτικούς ρυθμούς. Η ατμόσφαιρα είναι σκοτεινή, το μπάσο επιβλητικό και οι μελωδίες κόβονται από αλλόκοτα φωνητικά σαμπλς. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους δίσκους, εδώ ο Φίαρλες δεν δίνει βάση στην ένταση και την ενέργεια, αλλά σε ονειρικά ηχοτοπία που φαίνεται να έρχονται από τη μουσική του Στιβ Ράιχ και των Kraftwerk. Και όπου χρειάζεται αναλαμβάνει αυτός τα φωνητικά μαζί με την Κάτι Στελμάνις των Astra.
«Η δουλειά των Αμερικανών φωτογράφων με αυτά τα τοπία της ηπείρου χωρίς ανθρώπινη παρουσία, τόσο αρχαϊκά, τόσο απομονωμένα, μου πρόσφεραν την έμπνευση», έλεγε ο Φίαρλες πριν από την κυκλοφορία αυτού του διπλού δίσκου, που περιλαμβάνει τα δώδεκα καινούργια τραγούδια συν κάποια ρεμίξ. «Γι' αυτό έφτιαξα μια κινηματογραφική μουσική».
Το 2004, όταν το «Satan's Circus» κυκλοφόρησε, ο Ρίτσαρντ Φίαρλες φαινόταν ότι ήθελε να κάνει κάτι διαφορετικό, αλλά δεν ήξερε τι ακριβώς. Οι Death In Vegas είχαν ήδη ολοκληρώσει έναν κύκλο όπου το έλεκτρο πανκ ντελίριο του ντεμπούτου τους «Dead Elvis» είχε ως συνέχεια το αριστουργηματικό «The Contino Sessions», όπου οι άγριες κιθάρες συναντούσαν τις αλήτικες φωνές του Ιγκι Ποπ και του Μπόμπι Γκιλέσπι, σε μια νοσηρή ατμόσφαιρα, και το «Scorpio Rising» έκλεινε την τριλογία, δείχνοντας πως σαμπλς από το κλασικό «Rock Around the Clock» μπερδεμένα με άλλα από τη αβαντγκάρντ των Tortoise μπορούσαν να στήσουν συναρπαστικά κολάζ όπως αυτό του «Hands around my throat».
Το «Satan's Circus» όμως έμοιαζε με βήμα στο κενό. Ενα ασυνάρτητο ηλεκτρονικό κατασκεύασμα, δυσοίωνο και χαοτικό, όπου ο Φίαρλες μαζί με τον Τιμ Χολμς δοκίμαζαν να ξεπεράσουν το ηλεκτρο-κιθαριστικό τους μπαράζ, χωρίς αποτέλεσμα. Αλλωστε και οι ίδιοι το συνειδητοποίησαν και πρόσφεραν ως δώρο ένα δεύτερο δίσκο με μια συναυλία τους στο Brixton Academy του Λονδίνου. Και ύστερα εξαφανίστηκαν από τη σκηνή για να επιστρέψει μόνος ο Φίαρλες, που είχε μετοικήσει στη Νέα Υόρκη, επτά χρόνια μετά τον τελευταίο δίσκο, με το «Trans-Love Energies».
Αυτός ο δίσκος σπάει τους δεσμούς με τις παλιές τους δουλειές. Και ο Φίαρλες, δικαιώνοντας το παλιό του παρατσούκλι, μπαίνει χωρίς φόβο σε μια νέα ηχητική περιπέτεια, http://www.deathinve gasmusic.com/ *
Μια σουίτα για πιάνο με τη συνοδεία βιολιού. Μια τρυφερή μπαλάντα με τη συνοδεία ακουστικής κιθάρας και φυσαρμόνικας, που μοιάζει να ξέφυγε από δίσκο του Ντίλαν. Ενας αφιονισμένος ροκ θόρυβος, που κομματιάζεται από τα βιολιά και το πιάνο. Και ως επίλογος, ακόμη μια μελωδία για έγχορδα και πιάνο με κινηματογραφική χροιά. Μετά το λυτρωτικό κιθαριστικό μπαράζ του «Hardcore Will Never Die, But You Will» που κυκλοφόρησε στις αρχές του χρόνου, οι Σκωτσέζοι προσφέρουν ένα μίνι δίσκο με, ασυνήθιστες για την ιστορία τους, συνθέσεις λίγο πριν έρθουν για συναυλίες τον Οκτώβριο.
http://www.mogwai.co.uk/
Σε αντίθεση με τις περισσότερες μπάντες του αποκαλούμενου γκραντζ κινήματος, οι Screaming Trees στάθηκαν πιστοί μέχρι τη διάλυσή τους, δέκα χρόνια πριν, στον σκληρό ήχο που εκτόξευσαν στη σκηνή από τις αρχές του '90. Αυτό εδώ είναι ένα ρέκβιεμ για τον Μαρκ Λάνεγκαν και τους μακρυμάλληδες συμμορίτες του, με τραγούδια που είχαν ξεμείνει στα ράφια από το '98-'99. Ροκ γεμάτο ενέργεια και ιδρώτα, κιθάρες από τον Τζος Χομ και το ψυχρό μουρμουρητό του Μαρκ Λάνεγκαν να προσθέτει την απαραίτητη ισορροπία στο λυσσασμένο ροκ εν ρολ.
http://screamingtrees.net/
Πέντε χρόνια πριν ήταν τα κορίτσια από το Σάο Πάολο συν τον ντράμερ, που είχαν «βαρεθεί να είναι σέξι» και έπαιζαν ένα δαιμονισμένο μητροπολιτικό γκαράζ στολισμένο με χορευτικούς ρυθμούς. Ομως τώρα, στον τρίτο δίσκο τους, δείχνουν να μην έχουν προχωρήσει ούτε ένα βήμα από το σαρωτικό ντεμπούτο τους. Το «La Liberacion» μοιάζει να είναι ένας δίσκος φτιαγμένος από τα τραγούδια που ξέμειναν από τις δύο πρώτες δουλειές, επιτηδευμένα άγρια και με μια δόση βρόμικου σεξ. Με άλλα λόγια, ό,τι έκαναν μια πενταετία πριν, μόνο που τότε φαίνονταν να έχουν περισσότερο τσαμπουκά και κυρίως περισσότερη όρεξη για σκληρές κιθάρες και λάγνα ντίσκο.
http://csshurtssuxxx.blogspot.com/ Καταστρέφοντας την αρμονία * «Who's afraid of the Art of Noise [Deluxe Edition]» Art of Noise (Salvo/ΖΖΤ)
«Αυτός ο περιορισμένος κύκλος της αρμονίας πρέπει να σπάσει και να κυριαρχήσει η ατελείωτη ποικιλία των ήχων του θορύβου». Το 1913 ο Λουίτζι Ρουσόλο, ένας από την πρωτοποριακή ομάδα των Ιταλών φουτουριστών που είχε μαζέψει γύρω του ο Μαρινέτι, διέβλεπε ότι η νέα εποχή είχε ανάγκη από τη δική της μουσική. Ετσι το 1913 δημοσίευσε το μανιφέστο του με τίτλο «Η τέχνη του θορύβου», όπου συμπέρανε ότι η μουσική των κλασικών συνθετών βρωμούσε πτωμαΐνη και ότι οι καιροί που ανέτειλλαν χρειάζονταν να στολιστούν με τον λυτρωτικό θόρυβο.
Το 1983 πέντε Βρετανοί λάτρεις των πειραματισμών, ανάμεσά τους ο Τρέβορ Χορν και ο Πολ Μόρλεϊ, ανακάλυψαν τη μαγεία των συνθεσάιζερ και των νεόκοπων τότε υπολογιστών και άρχισαν να συνθέτουν παράξενα ηχητικά κολάζ που ανακάτευαν τις ποπ μελωδίες με ήχους της πόλης, αποσπάσματα από χορωδίες και θόρυβο από μουσικά όργανα που καταστρέφονται.
Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε το «Who's afraid of the Art of Noise», ένας δίσκος που παρά την προβοκατόρικη διάθεσή του έκρυβε μέσα από ποπ διαμαντάκια, όπως το «Moments in Love», μέχρι πρώιμο χιπ χοπ, όπως το «Beat Box».
Τώρα, ο ιστορικός δίσκος επανακυκλοφορεί με συμπλήρωμα από ρεμίξ και εναλλακτικές διασκευές των παλιών κομματιών, για να θυμίσει από πού ξεκίνησε η τέχνη του σάμπλινγκ και δημιούργησε πλήθος επιγόνους, από τους Daft Punk μέχρι τους Massive Attack.
http://www.theartofnoiseonline.com/
Νέες κυκλοφορίες «Strange Mercy»
St. Vincent (4AD)
Αγαπημένη φιγούρα όλων των μουσικών sites και blogs, η Τεξανή Ανι Κλαρκ επιστρέφει με τον τρίτο της δίσκο, όπου η ηλεκτρική κιθάρα ανακατεύεται με την αισθησιακή φωνή της, θυμίζοντας όλο και πιο πολύ τις πρώτες δουλειές τής Πι Τζέι Χάρβεϊ. Αυτό όμως που την κάνει ξεχωριστή είναι ότι δεν διστάζει να στολίσει με τους παράξενους, πότε γεμάτους οργή και πότε γεμάτους θλίψη, στίχους και ύστερα να διαλύσει με κιθαριστικό θόρυβο τις εύθραυστες μελωδίες της. Κάτι σαν η Κέιτ Μπους να παίζει με τον Τομ Μορέλο, με τον Ντέιβιντ Μπερν να κρατά το ρυθμό. Στο «Strange Mercy» αυτή η αντίθεση ηχεί αλλόκοτα γοητευτική, γι' αυτό και την καθιερώνει ως τη νέα σταρ της αμερικανικής ανεξάρτητης σκηνής.
http://www.ilovestvincent.com/
«Headbangers In Ecstasy» Puro Instinct (Mexican Summer)
Δύο αδερφές, η Πάιπερ και η Σκάιλαρ Κάπλαν, που μοιάζει να έχουν ξεπηδήσει από τις σελίδες της «Λολίτας» του Ναμπόκοφ, και ένας ρέκτης της ψυχεδελικής ποπ σαν τον Αριελ Πινκ συμπράττουν στο ντεμπούτο των Puro Instinct. Οι αδερφές Κάπλαν -που είχαν εισβάλει στη σκηνή του Λος Αντζελες ως Pearl Harbor- ανακατεύουν την εκστατική ποπ με μια ατμοσφαιρική ψυχεδέλεια και ο Αριελ Πινκ στο ρόλο του παραγωγού προσθέτει τα σαμπλς «βρομίζοντας» τις ξέχειλες από λαγνεία μελωδίες. Γυναικεία ποπ με μνήμες από τον Φιλ Σπέκτορ, που ο Αριελ Πινκ τη μεταμορφώνει σε ένα ηχητικό ντελίριο.
http://puroinstinct.blogspot.com/
«West» Wooden Shjips (Thrill Jockey):
Η μυστήρια μελωδική φωνή πνίγεται στις φαζαρισμένες κιθάρες και τα υποβλητικά ντραμς, η κληρονομιά του ροκ εν ρολ μπλέκει με τα μακρόσυρτα ψυχεδελικά σόλο και οι Wooden Shjips αποδεικνύουν στον τρίτο τους δίσκο την αφοσίωσή τους στο ωμό και γεμάτο ένταση space ροκ. Πατώντας στον ηλεκτρονικό θόρυβο των Suicide και τη μινιμαλιστική αισθητική των Velvet Underground, ο Ρίπλεϊ Τζόνσον, ψυχή της μπάντας με το «West», αποσυνθέτει το μύθο της αμερικανικής Δύσης μέσα από ένα εξαγνιστικό κιθαριστικό όργιο.
http://www.woodenshjips.com/
Saturday, September 24, 2011
Ηλεκτρονικές ονειροπαγίδες
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment