Ο Άγγλος συνθέτης και οργανίστας της εποχής του μπαρόκ Χένρυ Πέρσελ [(Henry Purcell, περ. 10 Σεπτεμβρίου 1659 – 21 Νοεμβρίου 1695] θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους Άγγλους συνθέτες, τόσο διότι ανέπτυξε ένα εξαιρετικά ιδιότυπο «Αγγλικό» ύφος, όσο και για την ισορροπία που διακρίνει τα φωνητικά του έργα.
Ο Πέρσελ γεννήθηκε στο Λονδίνο, σε πολύ κοντινή απόσταση από το Αββαείο του Ουέστμίνστερ, σε μια οικογένεια με τρία αδέλφια· ο αδελφός του Ντάνιελ υπήρξε εξίσου πολυγραφότατος συνθέτης, που μάλιστα ολοκλήρωσε την όπερα του Χένρυ «The Indian Queen» μετά τον πρόωρο θάνατό του. Πεθαίνοντας ο πατέρας του, το 1664, ο θείος του -Τόμας Πέρσελ, μουσικός του Βασιλικού Παρεκκλησίου- τον πήρε υπό την κηδεμονία του και γρήγορα τον τοποθέτησε ως χορωδό στο Βασιλικό Παρεκκλήσιο. Εκεί παρέμεινε μέχρι τη μεταφώνησή του το 1673 και στη συνέχεια έγινε βοηθός του κατασκευαστή οργάνων Τζον Χίνγκστον.
Έχοντας μαθητεύσει πλάι στον Τζον Μπλόου, τον διαδέχεται το 1679 ως οργανίστας του Αβαείου του Ουέστμίνστερ και έκτοτε αφιερώνεται στη σύνθεση θρησκευτικών έργων. Μέχρι τότε είχε γράψει πολλά έργα, κυρίως σκηνικά, όπως τη γνωστότερή του όπερα, «Διδώ και Αινείας», η οποία έχει πολλά κοινά με την όπερα «Αφροδίτη και Άδωνης» του Μπλόου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που αποδεικνύει την ομοιότητα αυτή αποτελεί το γεγονός ότι, τόσο ο Πέρσελ όσο και ο Μπλόου, δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στους ρόλους της Διδούς και της Αφροδίτης απ’ ό,τι σ’ αυτούς του Αινεία και του Άδωνη, αντίστοιχα. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι «όπερες» του Πέρσελ και άλλων Άγγλων συνθετών, θεωρούνται «Ημι-όπερες» ή «Αγγλικές Όπερες», για τους εξής λόγους: 1) η όπερα της εποχής ήταν μόνο στην ιταλική γλώσσα, 2) έχουν μάλλον μικρή διάρκεια, 3) οι πρωταγωνιστές παίζουν τον ρόλο τους χωρίς να τραγουδάνε (το τραγούδι αναλαμβάνουν επαγγελματίες τραγουδιστές, που τους αναθέτουν μικρότερους ρόλους), 4) αντί του ρετσιτατίβο προτιμάται το μέσο του διαλόγου.
Το 1682 παντρεύεται την Frances, με την οποία κάνει συνολικά έξι παιδιά· τον ίδιο χρόνο διορίζεται οργανίστας του Βασιλικού Παρεκκλησίου, ενώ διατηρεί την ίδια θέση και στο Αβαείο. Τον επόμενο χρόνο εισέρχεται στον χώρο της τυπογραφίας και εκδίδει τις Δώδεκα Σονάτες, για βιολί και συνεχές βάσιμο (πρόκειται για τρίο-σονάτες). Την περίοδο αυτή ο Πέρσελ είναι εξαιρετικά παραγωγικός, συνθέτοντας πολλά ανθέμια, ωδές και γενικώς θρησκευτική μουσική. Ένα από τα γνωστότερά του έργα είναι το «Hear my prayer, O Lord«, ημιτελές ανθέμιο για οκτώ φωνές, που δείχνει με πολυ παραστατικό τρόπο (χρήση διαφωνιών, καθυστερήσεων κλπ) τη διάθεση αλλά και τις λέξεις του κειμένου. Περιστατικά, όπως βασιλικές επέτειοι, γενέθλια και ενθρονίσεις, του παρέχουν πολλές ευκαιρίες να γράψει σε μεγαλοπρεπές ύφος και να πειραματιστεί με τους διαθέσιμους τραγουδιστές και μουσικούς.
Το 1687 αποτελεί μια χρονιά-σταθμό καθώς αποκαθίσταται η σχέση του με τη σκηνική μουσική: μέσα στα επόμενα χρόνια γράφει μουσική για πάνω από 40 θεατρικά, που ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα «Βασιλιάς Αρθούρος» (1691), «Fairy-Queen» (1692) και «Indian Queen» (1695), που είναι και το μεγαλύτερο σε μήκος έργο του. Ο «Βασιλιάς Αρθούρος» θεωρείται το πιο δραματικό του έργο, εμπνέοντας αιώνες μετά τον τραγουδιστή και σόουμαν Κλάους Νόμινα εκτελεί ένα απόσπασμα του έργου σε πολλές εμφανίσεις του.
Στα 35 του πεθαίνει υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες: οι φήμες τον θέλουν να παθαίνει πνευμονία όταν ένα βράδυ γυρίζει αργά σπίτι και η σύζυγός του τον κλειδώνει έξω, ενώ κατ’ άλλους τα αίτια τείνουν προς τη μάστιγα της εποχής, την φυματίωση. Ανάμεσα στα έργα του καταμετρώνται δεκάδες τραγούδια με συνοδεία, καντάτες, μια τεράστια συλλογή με ύμνους, λειτουργίες και ανθέμια καθώς και πολλά έργα για πληκτροφόρο, αλλά και για σύνολα με βιόλες ντα γκάμπα. Ξεχωρίζει το «Πένθιμο Εμβατήριο» για την κηδεία της Βασίλισας Μαρίας Β΄, το οποίο παίχτηκε και κατά την ίδια του την κηδεία.
No comments:
Post a Comment